Στα πάρκα δεν συνηθίζαμε να καθόμαστε. Όταν χρειαζόταν να τα διασχίσουμε, τα προσπερνούσαμε εν τάχη. Άλλωστε ήταν ατημέλητα, με τα δρομάκια γλιτσιασμένα, τίγκα στο σκουπίδι, τη γόπα στις αρχές, τις σύριγγες αργότερα. Άσε και που στις γωνιές, βολικό και πρόχειρο ουρητήριο, οι εκπλήξεις μπορεί να ήταν ακόμα μεγαλύτερες. Τα παγκάκια ήταν για τους συνταξιούχους, για τίποτα σαλεμένους, τίποτε χασομέρηδες, για τους μαθητές που δεν τους πολυένοιαζε το ξεχαρβάλωμα, για τις μαθήτριες κατά τη διάρκεια της μέρας μόνο και για τους κυνηγούς του έρωτα, κατά τη διάρκεια της νύχτας, επίσης μόνο.
Οι κυράδες τα απέφευγαν. Άλλωστε ήταν πάντα καλοντυμένες για να μαγαριστούν από τη λέρα που κραύγαζε, με τα παπούτσια άσπρα και την τσάντα περασμένη στο χέρι και ελαφρά μπροστά, πάντα στην τρίχα και πάντα ασορτί.
Στα πάρκα ξαναβρέθηκα μετά από χρόνια, και συγκεκριμένα στον Εθνικό Κήπο. Μια άνοιξη, πολύ σύντομη, όπως όλα τα ωραία πράγματα άλλωστε, το Τρίτο Πρόγραμμα είχε την ιδέα να διοργανώνει τα πρωινά της Κυριακής συναυλίες κλασικής μουσικής σε μια γωνιά του κήπου, με τους ακροατές να κάθονται ή ακόμα καλύτερα να ξαπλώνουν ωραία-ωραία πάνω στο χορτάρι. Μου άρεσε αυτή η καινοφανής για τα ελληνικά δεδομένα χρήση των πάρκων και τα πόδια μου με φέρνανε κατά ‘κει όλο και πιο συχνά. Και με τα αδερφάκια μου να με συνοδεύουν, εννοείται.
Οι κυράδες τα απέφευγαν. Άλλωστε ήταν πάντα καλοντυμένες για να μαγαριστούν από τη λέρα που κραύγαζε, με τα παπούτσια άσπρα και την τσάντα περασμένη στο χέρι και ελαφρά μπροστά, πάντα στην τρίχα και πάντα ασορτί.
Στα πάρκα ξαναβρέθηκα μετά από χρόνια, και συγκεκριμένα στον Εθνικό Κήπο. Μια άνοιξη, πολύ σύντομη, όπως όλα τα ωραία πράγματα άλλωστε, το Τρίτο Πρόγραμμα είχε την ιδέα να διοργανώνει τα πρωινά της Κυριακής συναυλίες κλασικής μουσικής σε μια γωνιά του κήπου, με τους ακροατές να κάθονται ή ακόμα καλύτερα να ξαπλώνουν ωραία-ωραία πάνω στο χορτάρι. Μου άρεσε αυτή η καινοφανής για τα ελληνικά δεδομένα χρήση των πάρκων και τα πόδια μου με φέρνανε κατά ‘κει όλο και πιο συχνά. Και με τα αδερφάκια μου να με συνοδεύουν, εννοείται.
Δεν ήταν σπάνιο να βλέπεις σε άλλες γωνιές, παρέες μεγάλες αλλοδαπών να απολαμβάνουν τη σκιά και την ηρεμία του κήπου, καταμεσής της πόλης, να αραδιάζουν τα φαγητά προσεχτικά πάνω σε λουλουδάτα τραπεζομάντιλα απλωμένα κατάσαρκα στο χόρτο, άλλοι να σιγομιλούν, άλλοι να σιγοτραγουδούν, άλλοι να ψιλοκοιμούνται. Και άλλες φορές να τραγουδούν όλοι μαζί και οι πιο ζωηροί να χορεύουν με όργανα, συνήθως ακορντεόν.
Μου άρεσε η ζωντάνια που έδιναν στον χώρο και η αξία που ξαναεπέστρεφε μετά την χρόνια εγκατάλειψη και απαξίωση.
Κάποια επόμενη χρονιά είχα βρεθεί κάπως μακρύτερα, στις όχθες του Νέστου και πάλι το αυτί μου έπιασε τις ίδιες γνώριμες μουσικές του ακορντεόν. Στην ακροποταμιά παρέες-παρέες πολυπληθείς έτρωγαν, έπιναν, χόρευαν, ξέδιναν και ζωντάνευαν το τοπίο. Με εμάς, που μάθαμε να βλέπουμε τα πράγματα μέσα από τα μάτια και τα αυτιά άλλων, αναπαραστάσεις τις λένε οι σύγχρονοι, το όλο σκηνικό θύμιζε έντονα Αγγελόπουλο ή και Κοστουρίτσα. Πολύ Βαλκανικό, πολύ οικείο, πολύ ανθρώπινο τελικά.
Το νταβαντούρι και το βαλκανικό φολκλόρ κράτησε δε κράτησε καμιά δεκαετία. Τέτοιες σκηνές δεν βλέπεις πια σήμερα στους δημόσιους χώρους. Και όμως, τις ξαναείδα λίγο καιρό πριν και μάλιστα από δικούς μας, σε πλοίο της γραμμής για τις Κυκλάδες.
Καμιά δεκαριά νοματαίοι, νοικοκύρηδες, άντρες και γυναίκες όλων των ηλικιών, αφού έστρωσαν τραπέζι καταμεσής στο κατάστρωμα με όλων των ειδών τα καλά, τα πατροπαράδοτα κεφτεδάκια, τις πίτες, τα ντολμαδάκια, αλλά και τα σκόρδα και τις πιπεριές και τα τζατζίκια, τα τσίπουρα και τα μπουκάλια τα κρασιά τα σπιτικά, κάποιος απ’ την παρέα, σα σε θαύμα, ξεδίπλωσε στη στιγμή μια πίπιζα, τη φούσκωσε επίσης στη στιγμή και ήρθε κι άστραψε και βρόντηξε ο τόπος. Φύσαγε και ξεφύσαγε ο νεαρός με τ’ αναψοκοκκινισμένα μάγουλα, φύσαγαν και ξεφύσαγαν οι άλλοι απ’ το χορό και την προσπάθεια. Μερακλωμένοι, χόρευαν και χόρευαν, θρακιώτικα, ηπειρώτικα, μακεδονίτικα, με τα βήματα και τις στροφές, παρά το κρασί, συνταιριασμένα. Αν και αρχικά καχύποπτη και με τα μούτρα ξινά, με την ώρα, πήρε η καρδιά μου να ζεσταίνεται βλέποντάς τους να δίνονται με τέτοιο πάθος στο χορό.
«Δες», μου λέει, ο διπλανός μου σκουντώντας με, με τον αγκώνα του. Και μου δείχνει έναν περήφανο γκριζομάλλη, τον πιο λεβέντη απ’ τους λεβέντες που έτυχε ποτέ να δω, αν και μετά βίας ήταν ένα και εξήντα στο ύψος. «Κοίτα», μου λέει, «πίσω στην κωλοτσέπη».
Δεν ήταν τόσο ο χορός πάνω σε πλοίο, που είχα χρόνια και ζαμάνια να δω, δεν ήταν τόσο η πίπιζα και τα τραπεζομάντιλα που ανέμιζαν στα καταστρώματα με τα ίδια φαγητά που μου ‘δινε και μένα η μάνα μου στις ημερήσιες εκδρομές του σχολείου, όσο αυτή η μικρή λεπτοδόντα τσατσάρα που προεξείχε, αυτή, που με έστειλε χίλια μύρια μίλια πίσω στο παρελθόν.
Άλλωστε ήταν ατημέλητα, με τα δρομάκια γλιτσιασμένα, τίγκα στο σκουπίδι, τη γόπα στις αρχές, τις σύριγγες αργότερα. Άσε και που στις γωνιές, βολικό και πρόχειρο ουρητήριο, οι εκπλήξεις μπορεί να ήταν ακόμα μεγαλύτερες. Τα παγκάκια ήταν για τους συνταξιούχους, για τίποτα σαλεμένους, τίποτε χασομέρηδες, για τους μαθητές που δεν τους πολυένοιαζε το ξεχαρβάλωμα, για τις μαθήτριες κατά τη διάρκεια της μέρας μόνο και για τους κυνηγούς του έρωτα, κατά τη διάρκεια της νύχτας, επίσης μόνο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈτσι είναι και τώρα με τη διαφορά ότι δεν συναντάς μαθητές και μαθήτριες, τα μπουλούκια των gay μαζεύονται απ' το μεσημέρι και οι παρέες των άστεγων και των ναρκομανών έχουν πολυπολιτισμικό χαρακτήρα.
ναι ρε συ!Η τσατσαρα... σε χρωμα κιτρινομπεζκαφε και με λεπτα δοντια... ακομη χρησιμοποιειται απο τους τωρα υπερηλικες... (οσους εχουν την τυχη να τη χρειαζονται)
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια διαφωνια μονο:ο,τι θυμιζει Αγγελοπουλο δε μπορει να θυμιζει Κουστουριτσα και το αντιστροφο...
Αγαπητή Cynical,
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε χαρά μου διαπιστώνω ότι μπάρκαρες για τα νησιά του Αιγαίου. Εύχομαι να είναι μικρός ο δρόμος, χωρίς καθυστερήσεις και ταλαιπωρία και χωρίς να χρειαστεί να ξοδέψεις μία μικρή περιουσία.
Για τα ελληνικά πάρκα δεν μπορώ να εκφέρω άποψη. Εχω καιρό να καθίσω σε τέτοιου είδους μέρη. Συνήθως σερβίρουν ζεστή Moet και τα αποφεύγω. Για τον ίδιο λόγο αποφεύγω και το Νεστο(ριο) με το river party του. Ισως να είναι το τελευταίο μέρος που η αγαπητή μου κληρονόμος δεν έχει χτίσει ένα χοτέλ με το όνομα της. Και ως γνωστό αρνούμαι να κοιμηθώ καταγής. Ωστόσο θυμάμαι αμυδρά ότι κάποτε, κάτι κυνηγούσα σε ένα πάρκο. Λες να ήταν ο ερωτας; Για να μην θυμάμαι δεν θα έχει μεγάλη σημασία.
Χαίρομαι ωστόσο που σύχναζες στον Εθνικό Κήπο. Εγώ πάλι δεν πήγαινα διότι η μουσική του τρίτου προγράμματος δεν με συγκεινεί. Οπως ξέρεις δεν παίζει Τερλέγκα, ούτε καν ένα ελαφρολαικό Χριστοδουλόπουλο.
Τις εικόνες που περιγράφεις τις βλέπουμε κάθε φορά που έχει ήλιο στα πάρκα του Λονδίνου. Ακόμα και ηλιοθραπεία σε ξαπλώστρες κάνει ο κόσμος. Ηθελα και εγώ να κάνω, αλλά η κοπελιά μου που φοράει μπούργκα δεν με αφηνει γαιτί λέει ότι δεν είναι πρέπον.
Anyway, το προσπερνώ και αυτό και πάω στην «τσατσάρα». Δεν είμαι ειδικός στο θέμα. Καλυτερα να ρωτήσω στο κομμωτήριο του Vidal Sassoon, εδώ κοντά στη Blackfriars, αλλά είμαι σίγουρος ότι είδα να κρατάει μία ο Jack Nicholson στο «Καλύτερα δε γίνεται». Ενας τίτλος που ταιριάζει γάντι στο γλέντι που έστησαν οι συνταξιδιώτες σου και είχες τη χαρά να απολαύσεις!
Καλή σου μερα και σκέφτομαι σοβαρά στο επόμενο ταξίδι στις Κυκλάδες να αφήσω το κότερο για να πάω και εγώ με το πλοίο της γραμμής.
καλά μα πως ?? εσείς και δεν ταξιδεύατε πρώτη θέση?? δεν σας είχε παραχωρήσει ο καπετάνιος την καμπίνα του.??
ΑπάντησηΔιαγραφήΤέλος πάντων, ναστε καλά που μας γνωρίζετε ενα κόσμο που εμείς λόγο ηλικίας τις συνήθειες του δεν τις είδαμε ποτέ.
" Εδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ' εγώ την φύσι λίγο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘάλασσας του πρωϊού κι ανέφελου ουρανού
λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη· όλα
ωραία και μεγάλα φωτισμένα.
Εδώ ας σταθώ. Κι ας γελασθώ πως βλέπω αυτά
(τα είδ' αλήθεια μια στιγμή σαν πρωτοστάθηκα)·
κι όχι κ' εδώ τες φαντασίες μου,
τες αναμνήσεις μου, τα ινδάλματα της ηδονής."
του πατέρα μου πάντως την έκλεψα - την αγαπημένη του-
ΑπάντησηΔιαγραφήνομίζω πως θα είναι καλή παρέα όταν...
σε καλό σας νυχτιάτικα...
Καλημέρα Αλσήνικαλ,
ΑπάντησηΔιαγραφήΜήπως πρόσεξες το νύχι του μικρού δαχτύλου στο λεβέντη του 1,60;
Θαύμα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυτυχώς και άλλοι παρατήρησαν ότι παρά την θρηνωδία για πράσινο,ουσιαστικά τα ελάχιστα πάρκα της Αθήνας είναι ΑΔΕΙΑ!!(προς απόλαυση των λίγων που τα ξέρουμε και τα απολαμβάνουμε,και σιγά μην τα πούμε δημοσια)
Γιατί δεν έχουμε μάθει να απολαμβάνουμε και να τα σεβόμαστε.
Το πάρκο είναι κομμάτι της πόλης,αλλά σ'συτήν την Αθήνα όλοι γκρινιάζουν όχι γιατί είναι χάλια (που είναι..) αλλά γιατί είναι πόλη.
Κατά τα λοιπά, σιωπηλοί απολαμβάνουμε τα Περίτεχνα Κυνικά Χρονογραφήματα.
Καλημέρα Ανώνυμε/η. Πάντως, έχω την εντύπωση, πώς όταν θελησαν να το περιφράξουν το Πεδιο του Αρεως και να βαλουν φυλακες, πολλοί ξεσηκώθηκαν. Ειναι αλήθεια αυτό;
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα Νέλλη. Από τον Αγγελόπουλο κραταω τον Θιασο. Από τον Κοστουριτσα τα γλεντια στο "Underground" και στο "Ο μπαμπας λειπει ταξιδι για δουλειες". Εδω τους συνδεω, στη "βαλκανικότητά τους".
ΑπάντησηΔιαγραφήέχεις κάνει sex σε πάρκο ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου NdN. Μας κόλλησες και μας το μικροβιο των ταξιδιών. Αλλά εσενα κανεις δεν σε φτάνει. Ακου 24 ταξιδια το 24-ωρο!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το ταξιδάκι ήταν μια προβα τζενεράλε. Το επομενο θα γινει με το κότερό μου. Κριμα που αποφάσισες να εγκαταλείψεις το δικό σου και να ζησεις σαν κοινος θνητός, undercover.Για να δεις και συ επιτέλους πώς ζει αυτός ο λαός και να ζηλέψεις.
Φαντάζομαι να μην ξεχασες εκει στην ξενιτιά, πως άλλο το Νεστόριο και άλλο ο Νεστος. Το ενα στην Δυση και το άλλο στην Ανατολή.
Αλήθεια ΝdN, πώς ζεις στο Λονδίνο χωρίς Τερλέγκα, χωρις τον Πλανητάρχη, χωρίς Μπεζεντάκου;
Και προσοχή. Μην σε χάσουμε κατά Ιραν μεριά! Βάλε κανενα χαλινάρι στη μπούρκα, μην σε πάρει και φαλάγγι..
Αντε καλες διακοπες και σε σενα. (Τωρα τι λεω; Όλο σε διακοπες εισαι!)
Αγαπητέ, δε, de, ντε... Καλά δεν σας αφησε κανενα διδαγμα η ταινια "Η κυρία και ο Ναύτης";
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα Rider με τα Καβαφικά σου. Ευκαιρία το καλοκαίρι να εξασκήσουμε λιγο το ματι στ' αληθινά και όχι στις οπτασίες που μας τυφλώνουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕσας κ. Κ.Κ.Μοίρη, θα σας φανταζόμουν να χορεύατε bosa nova στα καταστρωματα με ή ανευ τσατσάρας. Επιχειρήστε το! Μπορεί κάποιος άλλος να σας κανει και ανάρτηση!
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι Αλσουέλ. Τον κοίταγα συνέχεια στα μάτια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια LLS. Πόσες φορές δεν προσπαθούσα να πείσω τον κοσμο ότι ειναι απειρως ωραιοτερο να αραξουμε σε ενα παρκο (π.χ. Γαλάτσι) με τα σουβλάκια και μπυρες παρά σε κανενα αθλιο ταβερνειο στριμωγμένοι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπ' ότι θυμαμαι, υπήρχε μια προκαταληψη για τα παρκα από την μικροαστική ελλάδα, η οποια ηθελε να φαινεται πλούσια που μπορούσε να ξοδευει σε κεντρα και εστιατορια. Οι φτωχοι τη βγαζανε στα παγκάκια με στραγαλια, παγωτα απο καροτσακι και σπορια.
Καλημέρα aerostatik.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι μεσα σε πάρκο, και εξω από πάρκο, και στα καγγελα, και από πάνω από το πάρκο. Και από δίπλα. Μόνο το αποκάτω μου εμεινε. Αυτό για την αλλη ζωή, όμως.
Η ισπανική νεολαία, αγοράζει ποτά από το μπακάλικο και μαζεύεται το βράδυ και τα πίνει σε πάρκα και πλατείες. Το λεγόμενο botellon, αποτελεί κανονικό βραδινό τρόπο διασκέδασης. Συνδιάζει διασκέδαση και οικονομία. Καμιά φορά βέβαια προκαλεί και έκτροπα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα αποτελούσε κορυφαίο χτύπημα στην ακρίβεια των ελληνικών μαγαζιών νυχτερινής διασκέδασης, αλλά όπως λέει και η cynical η ελληνική κοινωνία έχει την ανάγκη να δείχνει ότι μπορεί να ξοδέψει για τις ανέσεις της, και γενικώς...
Περπατώ στα πάρκα και φτάνω στην τσατσάρα, πεταγμένη τώρα σε μιαν ακρη, βρώμικη, ξεδοντιασμένη, πατημένη και κατουρημένη, αντικείμενο ρυπαρό, σκουπίδι πια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔίπλα της ενα βρωμικο διπλωμένο χαρτί. Πανω του περπατούνε μυρμήγκια. Πριν καταλήξει έτσι, κάποιος μπαμπας η μαμα το είχε διπλώσει σα βαρκάκι και τόδειχνε στο παιδί του.
Αυτα με μετέφεραν νοητικά στην παιδική μου ηλικία. Οπως όλο το ποστ σου.
Νασαι καλα ρε κυνική που δεν εισαι και τόσο πολύ κυνική τελικά. (Εκτός πάλι αν εγώ είμαι πιο ρομαντικός απο οσο νομίζω, φτου κακα)
:Ρ
και κυρίως
:)
Θα συμφωνήσω με τον προλαλήσαντα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε ταξίδεψες. Νάσαι καλα.
Πως αλλάζουν οι καιροί…
ΑπάντησηΔιαγραφήΜικρός ως οικοδόμος ήταν τιμή και καμάρι το νύχι στο μικρό δάκτυλο, η τσατσάρα στη κωλότσεπα της μάλτας (τζήν) και το πλαστικό «δερμάτινο» μπουφάν με τους χαλκάδες και τα κρεμάμενα λουριά. Μετά η τσατσάρα γινόταν το μέτρο της θητείας στο στρατό!
Τώρα όλα αυτά είναι προσβολή στη πνευματική δουλειά μου.
Και γιατί οι κυριλέδες σήμερα είμαστε πιο καλοί από τους νεαρούς εαυτούς μας; Τότε πετούσαμε και καμιά πλάκα πεζοδρομίου στους μπάτσους για να γίνει καλύτερος ο σημερινός κόσμος. Σήμερα πόσα κάνουμε για το αύριο με ή χωρίς τσατσάρα;;;
Στέργιος
Κοίτα που η cynical γίνεται σιγά σιγά όλο και πιο lyrical.
ΑπάντησηΔιαγραφή@nomad Το να είναι κανείς και ρομαντικός δεν είναι κακό ο ρομαντισμός (σαν ρεύμα) είναι 'αλλη ιστορία και δίνω πάσσα στην cynicolyrical για σχετική περί ρομαντισμού ανάρτηση .
@στέργιο Και τώρα πετάνε πλάκες κάποιοι μόνο που και τότε και τώρα τους φωνάζουνε αλήτες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα Xavier. Άντε να κόψουμε τους καφέδες στις άθλιες καφετέριες και να τους πινουμε ξαπλωτοί τώρα το καλοκαίρι:
ΑπάντησηΔιαγραφήΑκούω προτάσεις:
1)στον Εθνικό κήπο, αντί στο καφενειο του εθνικού κήπου, που είναι φωτιά.
2) στο Ζάππειο αντί στην Αίγλη.
3)στην πλατεια Κολωνακιου αντι απέναντι,
4) ψηλά στον Υμηττο (πάει και αυτοκινητο για τους τεμπέληδες)
5) στο υπεροχο παρκο Γαλατσίου
6) στη Ρεματια Χαλανδριου
7) στον πεζοδρομο αεροπαγίτου σε ολο το μηκος μεχρι Γκάζι
και όπου αλλού σκεφτείτε..
το βρώμικο βαρκάκι..., Νομάδα, σαν τις ευαισθησίες μας που κάποιοι, κάποτε, τις τσαλαπάτησαν καγχάζοντας με τα λασπωμένα τους παπούτσια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓειά σου Κατερίνα, ξέχασα να αναφέρω, ότι στον γυρισμό, το πλοίο το ακολουθούσαν δελφίνια. Υπάρχουν ακόμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ τσατσάρα ήταν και ο μετρητής των ημερών στη φυλακή. Κάθε μέρα που πέρναγε και ενα δόντι σπασμένο. Φαντάζομαι αυτό θα εννοείς και στο στρατό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο μικρό νύχι, ξέρεις τι ρόλο έπαιζε;; Να μην το αναφέρω και ανατριχιάσουν τα νεώτερα παιδιά.
Και ποιός είπε Στέργιο ότι σήμερα είμαστε κυριλέδες; Επειδή κοιμόμαστε καμμια φορά και σε κανένα ξενοδοχειο;
Αχ ντε Προφούντιε, καλές οι πάσες, αλλά φτιάξε και κανένα Ίδρυμα για να χρηματοδοτεί τις μελέτες μου. Ξέρεις πόσες εργατοώρες χρειάζονται για τον Ρομαντισμό; Άσε που για να καταπιαστώ με τέτοιο θεμα χρειάζομαι και κατάλληλο περιβάλλον, κανένα σατώ, καμια καλύβα στα νησια bora-bora... Γιαυτό σου λέω χρειάζομαι επειγόντως χορηγό.
ΑπάντησηΔιαγραφή