Αν και η απαράδεκτη κατάσταση στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας δεν είναι ορθό ν’ αποδοθεί εξ’ ολοκλήρου στους λαθρομετανάστες, μιας και τα ναρκωτικά, το λαθρεμπόριο και η πορνεία κατέχουν πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος στην περιοχή, παίρνοντας αφορμή από την πρωτοβουλία της κίνησης πολιτών για τη διάσωση του ιστορικού κέντρου, θα ήθελα να εκθέσω κάποιες γενικές σκέψεις, που με τρώνε καιρό τώρα, για το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης στην χώρα μας και την αναπόφευκτη, λόγω διεθνών συγκυριών, διόγκωσή του.
Η Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες βρίσκεται σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση, μιας και έχει πάρα
πολλές πύλες εισροής μεταναστών, δηλαδή απ’ όλα τα βόρεια χερσαία σύνορα και απ’ όλα τα νοτιοανατολικά παράλια, και
μόνο μια πύλη εκροής, αυτή του λιμανιού της Πάτρας. Στην Ιταλία και Ισπανία κατ’ αναλογία, συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή ενώ οι μετανάστες εισέρχονται από τις νότιες θαλάσσιες οδούς, έχουν τη δυνατότητα μέσω των βορείων χερσαίων τους συνόρων να προωθούνται στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπου άλλοι θα κληθούν να βγάλουν το φίδι από την τρύπα.
Άρα η Ελλάδα
φαίνεται να έχει πρόβλημα. Πόσο μεγάλο όμως είναι αυτό; Τα στοιχεία που έδωσε ο Σταύρος Λυγερός χθες σε
ρεπορτάζ στην Καθημερινή της Κυριακής, δείχνουν μια σημαντική αύξηση του αριθμού μεταναστών που εισέρχονται λαθραία στη χώρα μας, ώστε οι συλλήψεις από 51,000 που ήταν το 2003, να εκτοξευθούν στις 146,300 το 2008. Την διόγκωση αυτή δε, δεν θα την απέδιδα για ευνόητους λόγους στην αποτελεσματικότητα των ελληνικών διωκτικών αρχών.
Πριν αρχίσουμε να συζητάμε για λύσεις και προοπτικές, τις οποίες δεν γνωρίζω εκ των προτέρων, θα ήθελα να παρουσιάσω μια εικόνα λίγο πολύ ακριβή του
όγκου της λαθρομετανάστευσης και της
εθνοτικής σύνθεσης των λαθρομεταναστών, εγχείρημα πολύ δύσκολο από τη φύση του. Για το λόγο αυτό άντλησα πρόσφατα στοιχεία από την ενδελεχή έκθεση-μελέτη του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής με τίτλο: «
Εκτίμηση του όγκου των αλλοδαπών που διαμένουν παράνομα στην Ελλάδα», Απρίλιος 2008.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν οι συντάκτες πολλές πηγές, όπως εκτιμήσεις των συλλόγων των ίδιων των μεταναστών, εκτιμήσεις λιμενικών και αστυνομικών αρχών, εκτιμήσεις δήμων, εκτιμήσεις της ΕΣΥΕ κ.α., κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο αριθμός των
αλλοδαπών που διαμένουν παράνομα στην Ελλάδα είναι μεταξύ 172,250 και 209,402 σε σύνολο 800,000 έως 1,000,000 μεταναστών.
Ας κάνουμε ένα κόπο παραπάνω και ας δούμε ποια είναι η σύνθεση των «παρανόμων», σύμφωνα με τη χώρα προέλευσής τους. Βάσει
εκτιμήσεων λοιπόν των Αστυνομικών και Λιμενικών Αρχών για το 2007, οι χώρες προέλευσης είναι:
Αλβανία 71,232
Ιράκ 11,772
Αφγανιστάν 9,737
Ιράν 586
Πακιστάν 2,080
Μπαγκλαντές 664
Γεωργία 1,371
Σομαλία 3,105 και
Παλαιστίνη 4,691
Παρατηρούμε δηλαδή ότι ο μεγαλύτερος αριθμός λαθρομεταναστών, ένα
68%, προέρχεται από την Αλβανία, πράγμα που το μαρτυρούν και οι συλλήψεις στα χερσαία σύνορα, που ανέρχονται στο 61% του συνόλου. Οι παράνομοι δε λαθρομετανάστες από
τρίτες χώρες, σαν τάξη μεγέθους είναι γύρω στους
30,000.
Η άποψή μου είναι ότι η
λαθρομετανάστευση των Αλβανών δεν αποτελεί μείζον πρόβλημα που θα μας απασχολεί για πολλά ακόμα χρόνια. Διότι αφ’ ενός ένα 50% από αυτούς μπαινοβγαίνει στη χώρα εκτελώντας εποχιακές εργασίες, οπότε δεν διαμένει μόνιμα εδώ όντας ανενεργό, οι περισσότεροι παράνομοι αλβανοί έχουν ήδη συγγενείς που διαμένουν και εργάζονται νόμιμα στην Ελλάδα, οπότε είναι δύσκολο να εξαθλιωθούν αν δεν εργάζονται, η Αλβανία σαν χώρα κάποια στιγμή είναι προδιαγεγραμμένο ότι θα αναπτυχθεί οικονομικά, οπότε και θα πάψει να διώχνει τους κατοίκους της, και τέλος-τέλος η Αλβανία έχει μικρό σχετικά πληθυσμό, οπότε δεν αντιπροσωπεύει τον ίδιο κίνδυνο με άλλες ασιατικές χώρες. Ακόμα δηλαδή και όλοι οι αλβανοί να μεταναστεύσουν, δεν θα είναι τόσοι πολλοί, όπως εάν μετανάστευαν όλοι οι Πακιστανοί, για παράδειγμα.
Το πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου είναι πώς αντιμετωπίζουμε τους υπόλοιπους 30,000.
Ποιες είναι θεωρητικά οι λύσεις; 1). τους απελαύνουμε,
2). τους κρατάμε,
3). άλλους τους απελαύνουμε, άλλους τους κρατάμε και
4). προωθούμε την οικονομική ανάπτυξη των χωρών τους ώστε να παραμείνουν και να εργαστούν στις εστίες τους.
Η
απέλαση, σαν λύση, παρουσιάζει πολλά προβλήματα διότι οι χώρες καταγωγής τους αρνούνται να τους δεχτούν και διότι κοστίζει. Υπάρχει και το
ανθρωπιστικό πρόβλημα, για το τι θα απογίνουν όταν επιστρέψουν στις πατρίδες τους.
Το να
αφήσουμε τα σύνορα ανοιχτά, δεν νομίζω ότι κανένας το λογαριάζει σαν βιώσιμη λύση, για προφανείς λόγους. Οι προφανέστεροι από αυτούς είναι η ικανότητα απορρόφησής τους από την ελληνική οικονομία και ο αναμενόμενος συνωστισμός στα σύνορα. Παρά ταύτα, μια τέτοια πολιτική θα μπορούσε να
λειτουργήσει μόνο σε συνεργασία με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, αν δηλαδή αποφάσιζαν όλες μαζί να ανοίξουν τα σύνορα και να μοιράσουν τους μετανάστες στα εδάφη τους, νομιμοποιώντας τους ταυτόχρονα. Δεν γνωρίζω να υπάρχει τέτοια σκέψη. Θα μου φαινόταν όμως περίεργο αν υπήρχε, γιατί η μεταναστευτική πίεση στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι μικρή, αναλογικά με τον πληθυσμό τους.
Η
τρίτη εκδοχή είναι αυτή που εφαρμόζεται άτσαλα σήμερα. Το ερώτημα στην περίπτωση αυτή είναι
τι κάνουμε με αυτούς που δεν απελαύνονται και δεν νομιμοποιούνται, και οι οποίοι είναι οι συντριπτικά περισσότεροι. Στην πραγματικότητα μετά την πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος αφήνονται ελεύθεροι και μάλιστα στην τύχη τους. Εδώ χρειάζεται η χώρα να έχει την πολυθρύλητη μεταναστευτική πολιτική.
Η
τέταρτη εκδοχή, περί της απ’ ευθείας οικονομικής βοήθειας, δεν είναι στο χέρι της Ελλάδας να την υλοποιήσει. Αλλά ακόμα και αν το επιχειρούσε, το αποτέλεσμα δεν θα φαινόταν παρά σε βάθος χρόνου, ενώ η κατάσταση απαιτεί γρήγορες διευθετήσεις.
Έχω όμως την ταπεινή εντύπωση ότι ένα σύνολο 30,000 παράνομων μεταναστών, κυρίως ασιατών όπως είδαμε παραπάνω, δεν είναι δα και ένα τεράστιο νούμερο που δεν θα μπορούσε να απορροφηθεί από την τρέχουσα αγροτική κυρίως οικονομία. Οπότε, είναι
αδικαιολόγητο να αφήνονται έρμαια στα χέρια των οποιωνδήποτε και να εξαθλιώνονται.
Όμως μια
μεταναστευτική πολιτική του σήμερον θα πρέπει να έχει ισχύ και αποτελεσματικότητα και αύριο. Το αύριο όμως δεν προμηνύεται να είναι το ίδιο με το σήμερα, αλλά αρκετά πιο πιεστικό. Πώς θα είναι προετοιμασμένη η χώρα να αντιμετωπίσει την πλημμυρίδα των μεταναστών πού ολοένα θα διογκώνεται; Και αυτό δεν αποτελεί μόνο πρόβλημα της Ελλάδας όπως ξέρουμε, αλλά και ολόκληρου του κόσμου.
Τα ερωτήματα κατά την άποψή μου είναι καθαρά.
Οι απαντήσεις όμως δύσκολες γιατί είναι κατά πολύ και ηθικής τάξης.
Θέλουμε να ανοίξουμε τα σύνορα σε όλους τους μετανάστες; Μπορούμε να απορροφήσουμε όλους όσους θα χτυπήσουν την πόρτα μας; Αν ναι, ας αναλογιστούμε όμως ταυτόχρονα, ότι είμαστε η πύλη της Ευρώπης στην Ασία και ότι η Ασία είναι πολύ φτωχή και πολυάριθμη.
Θέλουμε να τους αποκλείσουμε εντελώς; Και ανέφικτο είναι και απάνθρωπο. Πολλοί από μας θα ξεσηκώνονταν.
Τότε τι κάνουμε;
Το αφήνουμε στην τύχη; Όσους πιάσουμε κι όσους αφήσουμε; Όσοι τα κατάφεραν κι όσους τους πήρε το κύμα; Είναι όμως δίκαιο αυτό; Αν η Ελλάδα ζητήσει, ας πούμε, από την Ευρωπαϊκή Ένωση μεγάλη χρηματοδότηση ώστε να καταστεί απροσπέλαστο φρούριο και υποθετικά η ΕΕ συγκατανεύσει, θα το θελήσουμε σαν άνθρωποι με συνείδηση; Θα διεκδικούσαμε, ας πούμε, αυτά τα κονδύλια σε μια διαδήλωση; Δεν το νομίζω. Δηλαδή
θέλουμε μεν να έχουμε δίχτυα, αλλά δίχτυα με τρύπες; Δεν είναι όμως και πολύ τίμια η στάση αυτή.
Δεν ξέρω, μπορεί να τα βλέπω όλα μαύρα και από λάθος μεριά. Αλλά, επιθυμώ διακαώς να βρω μια
σαφή και καθαρή απάντηση στο τι θέλουμε σαν χώρα. Επιπλέον, αν έπρεπε να επιλύσω το μεταναστευτικό, θα πάλευα πολύ με τη συνείδησή μου και στο τέλος θα τα παράταγα από ανημπόρια...