Τρίτη 29 Απριλίου 2008

Λόγια Πάνω σ' ενα Ποτήρι Γλυκό Κρασί του Μόζελ



Αδυνατώ να πιστέψω ότι είμαι ο μόνος άνθρωπος στη γη που υφίσταται κατά τη διάρκεια των εορτών, [ιδίως αυτών που είθισται να ονομάζονται οικογενειακές και που προϋποθέτουν εξ αιτίας μιας πανάρχαιης εθιμοτυπίας πολυπληθείς μαζώξεις συγγενών], την προγραμματισμένη επίσκεψη της καταθλιπτικής κυράς, που πάντα τέτοιες μέρες συνεπής στο ραντεβού της σκάει μύτη ζωσμένη άλλοτε με τον βαρύ κι άλλοτε με τον ελαφρύτερο οπλισμό της.

Αν το πλήθος των συγγενών που συνεορτάζουν ξεπερνάει μια ορισμένη κρίσιμη τιμή, τότε τα βαριά συναισθήματα διαχέονται σε όσο το δυνατόν περισσότερα πρόσωπα, με συνέπεια το ανά μονάδα ατόμου βάρος να είναι και το μικρότερο. Μπορούμε επίσης να αποδώσουμε την ελάττωση αυτή της συναισθηματικής πίεσης και στη διάχυτη βαβούρα, που στερεί από κάποιον την δυνατότητα να μελαγχολήσει αξιοπρεπώς και με την ησυχία του. Άλλωστε, σπάνιες είναι σε ομήγυρη τέτοιου μεγέθους οι παύσεις και οι σιωπές για να μπορέσει η μελαγχολία, (μια καθαρά ιδιωτική απόλαυση), να βρει άνοιγμα και να εισχωρήσει.

Όταν όμως η υποτιθέμενη οικογενειακή συγκέντρωση δεν αριθμεί παρά ολίγες μόνο μονάδες, περιοριζόμενες στα δάχτυλα της μιας χειρός και ενίοτε στα μισά εξ αυτών, τότε όπως ευκόλως εννοείται, το ανά μονάδα ατόμου συναισθηματικό βάρος γίνεται σαφώς μεγαλύτερο με την τάση, προϊούσης της ώρας να εξελίσσεται σε δυσβάσταχτο, έως τρομαχτικό. Στη μεσοβέζικη λοιπόν αυτή κατάσταση λείπει η ευωχία του πολύχρωμου πλήθους που παρέχει στον καθένα την ανεξαρτησία να μπαίνει και να βγαίνει ανενόχλητος και κατά το δοκούν στην ομήγυρη. Από την άλλη μεριά, όταν η μάζωξη είναι μικρή και στενόχωρη σχεδόν πάντα εμφιλοχωρούν οι αντιθέσεις των μελών της που όπως και να το κάνουμε καιροφυλακτούν και παραμονεύουν. Εδώ η επιτήρηση του ενός από τους άλλους είναι πιο έντονη και οι απαιτήσεις, επικρίσεις, παράπονα, δυσαρέσκειες και ματαιώσεις είναι απείρως πιο εύκολο να ξεπηδήσουν και να δυναμιτίσουν μια ασταθή έτσι κι αλλιώς συναισθηματική κατάσταση.

Τουναντίον όταν η οικογένεια, είτε λόγω επιλογής, είτε λόγω μοίρας, περιορίζεται σε ένα και μόνον άτομο, τότε τα προηγούμενα συναισθήματα θλίψης όχι μόνον δεν βαραίνουν, αλλά μπορούν αιφνιδίως να μετατραπούν σε συναισθήματα ανακούφισης και ευφορίας, σε συμφωνία με τη ρήση του, «Όταν είσαι μόνος σου όσο θέλεις πήδα».


Η κατάσταση αυτή της εμφάνισης ισχυρής ασυνέχειας στην εξέλιξη ενός φαινομένου, [που στην προκειμένη περίπτωση είναι η βίωση ενός συναισθήματος μελαγχολίας, σαν συνάρτηση του πλήθους των ατόμων που συνευρίσκονται σε κάποιο εορταστικό τραπέζι], παρατηρείται συχνά στη φύση, όπως για παράδειγμα στη μετάβαση από την υγρή στην στερεά μορφή μιας ουσίας και ονομάζεται «Μετάβαση Φάσεως», ή επί το ελληνικότερον «phase transition», αποτελεί δε, έναν από τους πιο ελκυστικούς κλάδους της Φυσικής, και όπως δείχνουμε εδώ, πιθανόν και της ψυχολογίας.

Το ερώτημα βέβαια που πλανάται αμείλικτο και επιτακτικό είναι το ΓΙΑΤΙ. Γιατί, κατά κανόνα δηλαδή, πάνω από τέτοιες συγκεντρώσεις να πλανάται ένα τόσο βαρύ σύννεφο;

Εκεί λοιπόν, στα μισά ενός λευκού γλυκού και αφρώδους οίνου ζυμωμένου στην ζεστή και ολάνθιστη κοιλάδα του Μόζελ νόμισα χθες ότι βρήκα μιαν απάντηση:


Είναι ο φόβος μήπως στο μέτρημα την επομένη χρονιά κάποιοι θα βρεθούν να λείπουν.

Και η εξήγηση που δίνω, [και με την επικουρία του Μόζελ βεβαίως, βεβαίως], είναι ότι όταν η συνομοταξία των συγγενών αριθμεί πολλές μονάδες, το να βρεθεί στο μέτρημα ένας πάνω, ένας κάτω δεν αποτελεί και μεγάλο πρόβλημα, μιας και η μονάδα τελικά θα χαθεί αθόρυβα στο πλήθος. Επίσης, όταν είσαι ένας, επίσης δεν σε πολυνοιάζει αν στην επόμενη φορά είσαι και ο κανένας. Όταν όμως αυτοί που συγκεντρώνονται και που υποτίθεται ότι ενώνονται με δεσμούς συγγένειας είναι λίγοι, τότε κάθε απώλεια μετράει παραπάνω, καθόσον αντιστοιχεί σ’ ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό επί του συνόλου των παρευρισκομένων. Simple statistics!

** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** ** **
Πάνε είκοσι χρόνια τώρα, που κάθε φορά που πήγαινα στο νησί για κάποιες απ’ τις γιορτές, όταν αποχαιρετούσα τους παππούδες έλεγα μέσα μου με σφιγμένη την καρδιά, μήπως και η φορά αυτή που τους κοίταζα να μου κουνάνε το χέρι ήταν και η τελευταία. Τους έβλεπα και τους δυο στημένους στη βεράντα, αμίλητους και αμήχανους, προσπαθώντας με κόπο να φανούν φυσιολογικοί και χαρούμενοι ανανεώνοντας το ραντεβού για την επόμενη φορά, που ήταν σίγουροι (;) ότι θα ερχόταν. Κάποια όμως απ’ αυτές τις φορές, μοιραία, θα ήταν και η τελευταία. Δεν τη θυμάμαι αυτή τη φορά. Δεν θυμάμαι πως έμοιαζε αυτός ο τελευταίος αποχαιρετισμός, αν υπήρχε κάποιο προαίσθημα, κάποιο σημάδι, κάποια μαύρη γάτα που μου έκοψε το δρόμο. Όχι. Τίποτε απ’ όλα αυτά. Ο παππούς έφυγε καθιστός αθόρυβα και σεμνά, πάνω σε μια ανάσα που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο της.


Η γιαγιά μετά από λίγο έπεσε και χτύπησε το πόδι της και μετά από το συμβάν αυτό βρήκε πρόχειρο ένα κρεβάτι δίπλα της, καλοβολεύτηκε και από τότε αρνήθηκε να ξανασηκωθεί, μέχρι που ήρθε κι αυτηνής η ώρα. Στο μεταξύ μας άφησε χρόνους και ο πατέρας και από τότε έκοψα τις επισκέψεις στα νησιά μην αντέχοντας άλλους αποχαιρετισμούς, μην βαστώντας την αγωνία μπας και αυτός ο αποχαιρετισμός με την μάνα που έμεινε πίσω μόνη, θα ήταν και ο τελευταίος. Δεν ήθελα να αποχαιρετώ πλέον και να ανανεώνω ραντεβού που μπορεί είτε να αθετούσα, είτε στην αντίθετη περίπτωση να αποδεικνύονταν άγονα.


Με τον καιρό όλο και λιγοστεύουμε. Αυτοί που προστέθηκαν είναι πιο λίγοι απ’ αυτούς που έφυγαν και ο ισολογισμός των προσώπων ελλειμματικός: Ξεκινήσαμε πόσοι, καταντήσαμε τόσοι. Λίγοι, απελπιστικά λίγοι, ένα μικρό τραπεζάκι φτάνει πια για να μας βολέψει και ούτε ένα μπουκάλι κρασί δεν καταφέρνουμε να αδειάσουμε. Κι ας είναι γλυκό, και από την ολάνθιστη κοιλάδα του Μόζελ!

Σάββατο 26 Απριλίου 2008

Η ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ


Ο θάνατος όταν πλησιάζει περνάει πλέον απ΄ τα μάτια στη μύτη.

Δεν είναι μόνο η σάρκα που αποψιλώνεται, συρρικνώνεται, εξανεμίζεται κι αφήνει τα κόκαλα γυμνά χωρίς το πανωφόρι τους, - σκέτα κλαράκια σε δεντρί, που στο διάβα του ακόμα και το πιο ελαφρύ αεράκι τους σαρώνει τα φύλλα -, είναι κι αυτή η καινούργια μυρωδιά που ποτίζει έντονα πια τον αέρα. Μυρωδιά φαρμακείου απ’ τον ιδρώτα, την αναπνοή, τα δάκρυα. Ξεβράζει αντί για τις ανάσες της ζωής, τις ουσίες των φαρμάκων, δεκανίκια, που υποβαστάζουν με κόπο πια τις ζωικές λειτουργίες.

Το κορμί σε αποσύνθεση. Η παρακμή, η υποβίβαση, η απομυθοποίηση του Ανθρώπου. Για ποιο κέντρο του σύμπαντος μιλάμε, για ποια εικόνα, για ποιο πρόσωπο του θεού; Ελάτε να δείτε αυτό που λατρέψατε, αυτό που ανυψώσατε, αυτό που εξιδανικεύσατε! Μια μηχανή, μια ατελής, αναποτελεσματική μηχανή, που ξεχαρβαλώθηκε. Ο γιατρός, ένας υδραυλικός με άσπρη μπλούζα. Τα έντερα, σωλήνες αποχέτευσης που τρύπησαν. Στάζουν άρρωστα απόνερα που βρωμάν. Η κοιλιά, ένας βόθρος, όπου στριφογυρίζουν αδέσποτα και αμήχανα τα σκατά, μη ξέροντας προς τα που να πάνε. Να πάνε προς τα πάνω, προς τα κάτω; Πιέζουν, ασφυκτιούν, οι γνώριμοι δρόμοι ολοκληρωτικά φραγμένοι. Σκάνε σαν πίδακες, απ’ όπου βρουν αφύλακτες κερκόπορτες. Πύον, αίμα, βλέννα. Τρύπες παντού. Ανοίγουν η μια μετά την άλλη. Το σώμα χάσκει, ανοιχτό σαν μια πληγή. Εκτροφείο σκουληκιών. Το δέρμα λεπτό, αδύνατο να συγκρατήσει το εσωτερικό του. Από παντού ξεχύνεται αφρούρητος, ανεμπόδιστος ο Θάνατος. Σε πλήρη εξάρτυση, θριαμβευτής. Βγάζει τη γλώσσα και περιγελά. Σε μας, που νομίσαμε ότι κάποιος μας φύσηξε στα μούτρα τη θεία πνοή και γεννηθήκαμε, ότι κάποιος μας έπλασε με χρυσόσκονη και πρώτης ποιότητας υλικά.


Κι ύστερα σου λένε, ότι οι άνθρωποι χρειάζονται το θεό, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον μπροστά στον θάνατο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανακρίβεια. Είναι τότε ακριβώς, που σου έρχεται

να φασκελώσεις τα ουράνια,

να τσακίσεις τους θεούς,

να τους φτύσεις κατάμουτρα,

να τους συντρίψεις για πάντα στα Τάρταρα,

να γκρεμίσεις τις εκκλησίες, αυτούς του ναούς της απάτης και της συλλογικής παραφροσύνης.

Ας απαλλαγεί πλέον ο άνθρωπος απ’ αυτή την αιώνια κοροϊδία. Τι σόι θεός είναι αυτός που σε εγκαταλείπει με τόση αλαζονεία, αβοήθητο μέσα στον πόνο και την απόγνωση; Γιατί να θέλουμε ένα θεό σαδιστή, παράφρονα, αιμοσταγή;

Γιατί συνεχίζουμε να τον λατρεύουμε;

Πόσο η παράνοια έχει δέσει χειροπόδαρα την ανθρωπότητα! Δεν είμαστε τίποτε απ’ αυτά τα θαυμαστά που μας τσαμπουνάτε αιώνες τώρα.

Αγύρτες του κερατά.

Και οι κληρικοί και οι επιστήμονες από πάνω.

Φάρες του διαόλου.

Καλά οι παπάδες με την μανία τους για την πρόνοια και στοργικότητα του θεού προς το εκλεκτότερο δημιούργημά του, στο δημιούργημα, που λες και το ‘θελε να στολίζει τη βιτρίνα στο ντελικατέσεν του παραδείσου.

Αλλά και οι Φυσικοί; Δυστυχώς, μέσα κι αυτοί στη συμπαιγνία, με το ξεφούρνισμα της Ανθρωπικής τους Αρχής. Τι χαλασμένα, τι διεστραμμένα μυαλά. Λες και τους θέλαμε γι αυτή τη δουλειά. Να επιβεβαιώνουν, δηλαδή, «επιστημονικά» τις ονειροφαντασίες των παπάδων!

Και επί πλέον, είναι κι όλα αυτά τα ηλίθια, νηπιακά, αφελή κατασκευάσματα, ακόμα περισσότερο αφελή και μέσα στην πολυπλοκότητά τους, για άλλες ζωές, για άλλους παραδείσους, πόσο υποτιμούν τον άνθρωπο, κυρίως σ’ αυτές τις ύστατες στιγμές.

Αφήστε τον, τέλος πάντων, ήσυχο να φύγει μόνος του μ’ όση αξιοπρέπεια του έχει απομείνε τελικά. Μην μας ταλαιπωρείτε άλλο!

Πέμπτη 24 Απριλίου 2008

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ως ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ


Ο θάνατος είναι η επιστροφή των υλικών στη φύση που μας τα δάνεισε.

Γυρίζουμε πίσω τα χρωστούμενα, όπως το φράκο μετά από ένα γλέντι, μια γιορτή.

Γλέντησες και συ, κύριε, πάνω σ’ αυτόν τον κόσμο με δανεικά, όμως, υλικά, παρμένα από κάποιον άλλον που έζησε πριν από σένα και που τα παρέδωσε για να ρίχνεις εσύ τις βόλτες σου σαυτό τον τόπο.

Ένα τεράστιο αποθετήριο πρώτων υλών είναι η γη.

Πεθαίνουμε για να ανανεώνουμε τα υλικά της, να συμπληρώσουμε αυτά που καταναλώθηκαν στις νέες γεννήσεις.

Κάτι σαν ανακύκλωση είναι ο θάνατος, κάτι σαν πράξη αυτοθυσίας προς τις γενιές που είναι νάρθουν, ένα χρέος τελικά.

Ίσως γιαυτό τιμούν τους πεθαμένους και τους σέβονται.

Όχι μόνο σαν φυσικούς, βιολογικούς γεννήτορες, αλλά και σαν γεννήτορες των μελλοντικών γενεών.

Τρίτη 22 Απριλίου 2008

Εκτελούνται Αναρτήσεις: (Τιμαί Λογικαί)


Αγαπητοί μου,
τις άγιες τούτες ημέρες του Πάσχα πολλοί θα ετοιμάζεστε να μολάρετε εις τας εξοχάς, τας νήσους και τα χωρία της πατρίδος μας δια να εορτάσετε μετά των συγγενών υμών, (όπως και να το κάνουμε, έρχεται φθηνότερα), το Πάθος του Κυρίου μας.

Όσοι δε επιζήσετε των τροχαίων, των εγκεφαλικών και των εμφραγμάτων που ευδοκιμούν τας εορταστικάς περιόδους, θα το επαναλάβετε φαντάζομαι και κατά τους θερινούς μήνες που ευρίσκονται προ των πυλών.

Φυσικά σαν προνοητικοί νοικοκυραίοι που είστε θα έχετε από πριν φροντίσει να δώσετε τα κλειδιά στην γειτόνισσα την κυρία Κίτσα να σας ποτίζει τα λουλούδια, θα έχετε στείλει τα σκυλιά σε κανένα μπελβεντέρε της Λαυρεωτικής, την πεθερά στο θεραπευτήριο να κάνει κούρα με άλλες όμοιές της, και τα παιδιά, αφού θέλατε δεν θέλατε τα έχετε και δεν μπορέσατε να τα ξεφορτωθείτε, θα τα πάρετε αναγκαστικά μαζί σας για να επιβεβαιωθεί με τον τρόπο αυτό και ο οικογενειακός χαρακτήρας των εορτών.

Έχετε σκεφτεί όμως τι θα κάνετε το blog σας, αυτό το νέο σας παιδί, αυτό που με τόσο κόπο και θυσίες εις βάρος της οικογενειακής και γκομενικής σας ευτυχίας χτίσατε λέξη τη λέξη, πόντο τον πόντο, σχόλιο το σχόλιο; Έχετε σκεφτεί τι θα απογίνουν οι αναγνώστες σας όλο αυτό το διάστημα που θα λείπετε, που δεν θα έχουν που την κεφαλή κλίναι; Νομίζετε ότι δεν στραφούν στη ζεστασιά άλλων πιο φιλόξενων σπιτιών που καραδοκούν στη γωνιά με την απόχη να σας τους αρπάξουν; Τα έχετε σκεφτεί όλα αυτά; Και μετά τι θα απογίνετε; Σας πάει η καρδιά σας όταν επιστρέψετε να βρείτε το τσαρδί συντρίμια σαν τους πυρόπληκτους της Ηλείας και τους σεισμοπαθείς του Μενιδίου;


ΟΧΙ ΦΥΣΙΚΑ. ΓΙΑΥΤΟ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΜΕΙΣ ΕΔΩ!!!

Δεν γνωρίζουμε, Κυριακές, δεν γνωρίζουμε γιορτές, δεν γνωρίζουμε αργίες, εφημερεύουμε και διανυκτερεύουμε! ( 7 x 24 x 365 και στα δίσεκτα 366).


ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ.


Διαθέτουμε έμπειρη και πολυπληθή ομάδα εργασίας από πάσης φύσεως επιστήμονες εκπαιδευθέντες εις την αλλοδαπήν (μάστερ, διδακτορικά, post-doc, ακαδημαϊκούς, καθηγητές, ΙΕΚ (παρ)ΑΚΜΗ, ΙΕΚ «Χρυσή Χτένα Αμάραντος», ΤΕΙ, βιβλιοθηκονόμους, τραπεζοκόμους, κοπτοραπτούδες μηχανικούδες) για να αναλάβουν τη σύνταξη απαιτητικών δοκιμίων για απαιτητικούς μπλογκίστες.

Επίσης συνεργαζόμαστε με αναγνωρισμένους ποιητές και πεζογράφους, μουσικούς άτεχνους και έντεχνους, δημοσιογράφους και αθλητικογράφους, παπάδες, εξομολόγους και εξορκιστές, χαρτορίχτρες και μέντιουμ, έμπειρες κυρίες από την οδό Φυλής, μανεκέν και στυλίστες για τη σύνταξη αναρτήσεων αντίστοιχου περιεχομένου.


ΤΙΜΟΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΛΙΑΝΙΚΗΣ

1. Επιστημονικά Δοκίμια 0.050 ευρώ/χαρακτήρα
2. Ποιήματα-Λογοτεχνήματα και λοιπά τεχνουργήματα 0.040 ευρώ /χαρακτήρα
3. Υπαρξιακά (Αισθηματικά-Ερωτικά) 0.030 ευρώ /χαρακτήρα
4. Σαρκαστικά-Χιουμοριστικά-Εξυπνακίστικα 0.020 ευρώ /χαρακτήρα
5. Πορνογραφήματα-Αθλητικά-Πολιτικά 0.010 ευρώ /χαρακτήρα
6. Λούσιμο-Κούρεμα-Χτένισμα δωρεάν

Στα ανωτέρω δεν περιλαμβάνονται οι φωτογραφίες και τα βίντεο, τα οποία χρεώνονται αναλόγως περιεχομένου.
Επίσης αναλαμβάνουμε το σχολιασμό των αναρτήσεών μας με τιμή 0.50 ευρώ/σχόλιο.
Οι τιμές περιλαμβάνουν Φ.Π.Α

Υ.Γ. Από 3 blogs και πάνω παρέχεται σημαντική έκπτωση και ευκολίες πληρωμής. Όλες οι κάρτες δεκτές.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΝΤΟΣ: κα Verina (Chairman, CEO, CFO, UFO, PhD, MSc, BSc, ISO, AB+, 95-50-95).

Δευτέρα 21 Απριλίου 2008

Είναι η Οικονομική Επιστήμη;



Μιας και η Οικονομία ανακηρύσσεται σε πρωτεύουσα ρυθμιστική παράμετρο των κοινωνιών και κατ’ επέκταση και των ζωών μας, με τους οικονομολόγους-θεραπευτές να σκορπούν απλόχερα, δεξιά κι αριστερά, σοφίες και προφητείες, θεώρησα «καθήκον» μου να διερευνήσω τις πηγές της πρωτοφανούς αυτής αναβάθμισης και ει δυνατόν, να τις υποσκάψω.

Ποια είναι η αιτία, ώστε ολόκληρες κυβερνήσεις, διοικητές οργανισμών και εταιριών, όπως και απλοί ανίδεοι πολίτες να σκύβουν με δέος, να κρέμονται με θρησκευτική θα έλεγα ευλάβεια πάνω από τα λόγια, τα νούμερα και τα γραφήματα των οικονομολόγων, να βυθίζονται στις σωμόν ενδιάμεσες σελίδες των εφημερίδων, αρχής γενομένης από τον φιλόδοξο ανερχόμενο manager, ως την κυρά Σούλα του γωνιακού περιπτέρου, να παίρνουνε τα σοφίσματα στα σοβαρά, σαν τα νέα αδιαφιλονίκητα θέσφατα και να τα χρησιμοποιούν για τη χάραξη πολιτικών και στρατηγικών; Γιατί κανένα πλήθος δεν παραλήρησε στις αστρολογικές προβλέψεις ή στους χρησμούς μιας κάποιας καλά δικτυωμένης επιτήδειας, Σε ποιο λοιπόν υπόβαθρο στηρίζεται η παραπάνω δημοφιλία της οικονομίας;

Η απάντηση δεν βρίσκεται παρά στα πορφυρά ρούχα της Eπιστημοσύνης με τα οποία έχει περιβληθεί. Οι οικονομολόγοι πείθουν επικαλούμενοι την επιστημονικότητα των αποφάνσεων και προβλέψεών τους, η οποία στηρίζεται σε διάφορους μύθους και ναρκισσισμούς του στιλ,


1) η οικονομική είναι η κορωνίδα των κοινωνικών επιστημών,

2) η οικονομική έλκει την καταγωγή της από τις φυσικές επιστήμες, την μεθοδολογία των οποίων έχει καταφέρει επιτυχώς ν’ αφομοιώσει,

3) η οικονομική στηρίζεται σε μαθηματικά μοντέλα, περίτεχνα και περίπλοκα, οπότε δεν μπορεί παρά να είναι σοβαρή και αξιοσέβαστη.


Επομένως η απάντηση στο ερώτημα του κατά πόσον η Οικονομική είναι Επιστήμη ή όχι, είναι ουσιαστικού και όχι ρητορικού χαρακτήρα, καθότι σχετίζεται με την επισφράγιση ή αμφισβήτηση των αποφάνσεών της, που στη συγκεκριμένη συγκυρία δεν είναι παρά αποφάνσεις ενός και μόνον μοντέλου του επικρατούντος Νεοκλασσικού.

Πριν βιαστείτε ν’ απαντήσετε σας προειδοποιώ ότι το ερώτημα αυτό έχει διχάσει όπως λέμε κριτικούς και κοινό χωρίς να έχει δοθεί έως τώρα τελεσίδικη απάντηση, όχι γιατί η απάντηση δεν είναι προφανής αλλά γιατί η παραδοχή της προφάνειας θα επέφερε σοβαρούς κλυδωνισμούς αξιοπιστίας στις ελίτ εκείνες οι οποίες τρέφονται από τη διαιώνιση ακριβώς των ανωτέρω μύθων ώστε να μπορούν να επιβάλλουν τις γνωστές «σωτήριες» και πάντα νεοφιλελεύθερες πολιτικές τους.

Α. Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Ας δούμε εν συντομία ποια είναι τα επιχειρήματα αυτών που ισχυρίζονται ότι η Οικονομική είναι Επιστήμη, επιχειρήματα δανεισμένα από τη φιλολογία σχετικά με τα κριτήρια βάσει των οποίων μια γνώση ονομάζεται επιστημονική και τα οποία παρουσιάσαμε σε σειρά άρθρων σε αυτό εδώ το blog, [1], [2], [3].

Έτσι λέγεται ότι,
1) οι αποφάνσεις της βασίζονται σε εμπειρικά δεδομένα και σε ορισμένες περιπτώσεις και σε αποτελέσματα ελεγχόμενων πειραμάτων, με τα οποία ασχολείται ο τομέας των πειραματικών οικονομικών,
2) διατυπώνει καθολικούς νόμους, π.χ ο νόμος «Προσφοράς-Ζήτησης»,
3) διατυπώνει διαψεύσιμες θεωρίες,
4) επιχειρεί προβλέψεις.



Β. Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ


Τώρα ας δούμε γιατί η Οικονομική ΔΕΝ είναι Επιστήμη.
Η πιο σύντομη απάντηση είναι ότι ΤΙΠΟΤΕ από τα προηγούμενα ΔΕΝ ισχύουν. Πριν όμως εκθέσουμε τις αντιρρήσεις μας μια-μια, θα ήθελα να προβάλλω ΔΥΟ βασικούς λόγους για τους οποίους η Οικονομική δεν θα μπει ποτέ της στο περιβόλι των Φυσικών Επιστημών.


Ο πρώτος λόγος είναι ότι στην Οικονομική η ίδια η πρόβλεψη ΕΠΙΔΡΑ ευθέως πάνω στο αποτέλεσμα, πράγμα που δεν νοείται στις φυσικές επιστήμες. Για παράδειγμα στις δεύτερες η μέτρηση π.χ. της θερμοκρασίας δεν αλλάζει την τιμή της, ούτε υπάρχει περίπτωση ν’ αλλάξει γνώμη ο σεισμός άπαξ και επιβεβαιωθεί ότι θα εκδηλωθεί, (λέμε τώρα). Στην περίπτωση της Οικονομίας όμως, αν υποθέσουμε ότι υπάρχει πρόβλεψη για άνοδο του Χρηματιστηρίου, είναι σίγουρο ότι μετά κάποιο χρονικό διάστημα το Χρηματιστήριο θα πέσει, διότι θα είναι συμφέρον για τους μετόχους να πουλήσουν τις μετοχές τους, έχοντας σαν συνέπεια η κατάσταση να εξελιχθεί στην αντίθετη κατεύθυνση από την πρόβλεψη.

Ο δεύτερος λόγος, που συνδέεται με τον πρώτο είναι ότι οι οικονομικές δραστηριότητες, αποφάσεις και προβλέψεις βασίζονται περισσότερο σε ψυχολογικούς παράγοντες και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να θεωρήσουμε σοβαρούς τους ισχυρισμούς περί ορθολογικών και πλήρως πληροφορημένων δρώντων.

Άλλοι δευτερεύοντες λόγοι:
1) Η Οικονομική αδυνατεί να κάνει ποσοτικές προβλέψεις, που είναι το χαρακτηριστικό των φυσικών επιστημών. Στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να δώσει ποιοτικές εξηγήσεις ή να σκιαγραφήσει κάποιες τάσεις. Προς το παρόν αγνοώ αν κάποιος οικονομολόγος προέβλεψε ποτέ μια οικονομική κρίση και θα ήθελα όποιος έχει στη διάθεσή του στοιχεία να τα καταθέσει. Το ότι δεν μπορεί να είναι ποσοτική δεν έχει σχέση τόσο με την πολυπλοκότητα του συστήματος που εξετάζει (κοινωνία) όσο με την ατομική ψυχολογία η οποία παραμένει ένας ισχυρός αστάθμητος παράγων.

2) Η Οικονομική δεν έχει εξελιχθεί στο χρόνο, στο βαθμό που εξελίσσονται οι φυσικές επιστήμες.

3) Οι υποτιθέμενοι Νόμοι της δεν είναι παρά έκφραση ενός τρόπου σκέπτεσθαι βασισμένου στην κοινή λογική.

4) Υπάρχει έντονη κριτική για τη χρησιμότητα των μαθηματικών μοντέλων της πέρα από τον εντυπωσιασμό και την προώθηση της καριέρας αυτών που τα επινοούν.

5) Τα ίδια φαινόμενα «ερμηνεύονται» από διαφορετικές θεωρίες γεγονός που δεν συμβαίνει στις φυσικές επιστήμες.

6) Ο λόγος ότι δίνεται Νομπέλ Οικoνομικών δεν τα καθιστά αυτομάτως και επιστήμη, μιας και όπως μου επεσήμανε ένας φίλος υπάρχει και Νομπέλ Λογοτεχνίας.

Φυσικά δεν παραγνωρίζω την αξία των οικονομικών θεωριών και μοντέλων όταν λειτουργούν σαν μπούσουλας στην πραγματικότητα. Εκεί που εγείρω αντιρρήσεις είναι όταν σ’ αυτές τις κατασκευές αποδίδεται μεγαλύτερη αξία από την πρέπουσα.

Κυριακή 20 Απριλίου 2008

Το Άγχος της Κυβέρνησης για τη Μεσαία Τάξη


Κυριακή σήμερα, 20 Απριλίου του σωτηρίου έτους 2008, ξεφυλλίζοντας κατά το συνήθειο την έγκριτη εφημερίδα «Καθημερινή», σκοντάφτω ήδη από την τρίτη σελίδα σε μια ολοσέλιδη καταχώρηση της BMW, την προσπερνώ, καλά δεν είναι και τίποτε το σπουδαίο σκέφτομαι, ένα καλό, μπανάλ αυτοκίνητο για γκαραζίστες που γουστάρουν γκάζια έξω από καφενέδες τύπου πλατείας,

συνεχίζω το ξεφύλλισμα και λίγο παρακάτω, στην πέμπτη σελίδα πέφτω σ’ ένα βαρβάτο και νταβραντισμένο Hummer,

Α!, εδώ πέσαμε στα βαρέα και τα ανθυγιεινά σκέφτομαι, αυτοκίνητο για μεγάλη σεξουαλική ατροφία,

πάω παρακάτω, και στην έβδομη σελίδα βάζει τη σφραγίδα της η Jaguar, μόνο από 65,300 ευρώ το κομμάτι διαφημίζει. Τζάμπα πράμα. Τα 300 τι τάθελε;

Και αφού μπλέκομαι και δεν ξέρω σε ποια σελίδα, στην 3η, στην 5η, ή στην 7η να ακουμπήσω το πασχαλιάτικο δώρο μου,

Πάω λίγο παρακάτω, στην 10η σελίδα και ανακουφίζομαι που η Κυβέρνηση ευρισκόμενη πάντα ένα βήμα μπροστά, με προλαβαίνει εκφράζοντας το άγχος και τη συμπάθειά της για τα διλήμματα αυτά της μεσαίας τάξης.
Ευτυχώς που υπάρχει κάποιος πριν από μας, για μας!
Ευχαριστούμε Κυβέρνηση!

Παρασκευή 18 Απριλίου 2008

Ο Χάρος που Δεν Χαμπαρίζει από Στατιστικές


Όταν ο Γ. χτυπήθηκε απ’ τον καρκίνο, εκεί στα πενήντα του, κι όταν στα πενηνταδύο του το σαράκι πέρασε απ’ τα έντερα στην κοιλιά, κι απ’ εκεί στο συκώτι, όλοι ήταν σίγουροι, άλλος συνειδητά κι’ άλλος ασυνείδητα, ότι είχε ήδη βγάλει εισιτήριο για το επέκεινα. Και φυσικά κανένας απ’ τους τριγύρω του δεν αμφέβαλε, αν υποτεθεί ότι όλοι είμαστε στημένοι σε μια ουρά περιμένοντας να περάσει το τρένο για το παραπέρα, ότι το δικό του τρένο δεν θα έφτανε παρά αργότερα. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, σ’ αυτή τη ζωή μπορεί να μην υπάρχουν απόλυτες βεβαιότητες, υπάρχουν όμως πιθανότητες, τις οποίες, αν βάλουμε κάτω με τη λογική, μπορούμε σε ορισμένες περιπτώσεις να τις κάνουμε να μοιάζουν με βεβαιότητες. Αν, οι καθ’ όλα αξιοσέβαστες στατιστικές των γιατρών λένε ότι ο ένας στους πέντε προσβάλλεται από καρκίνο, τότε σε μια παρέα των πέντε όπου ο ένας έχει προσβληθεί, οι υπόλοιποι τέσσερις μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι με την ελπίδα ότι η στατιστική δεν θα τους κάνει κανένα περίεργο χουνέρι.



Το ίδιο πάνω-κάτω συμβαίνει και μ’ οποιασδήποτε άλλης αιτίας θανατικό. Λίγο αλήθεια, λίγο ψέματα, λίγο ένας τεχνητός και αδιόρατος εφησυχασμός, ο καθένας ηρεμεί με το να πιστεύει ότι άμα ο χάρος πιάσει το δρεπάνι του, δεν τους παίρνει όλους αμπάριζα με μιaς, αλλά, αφού έχει σημαδέψει ήδη τον έναν, τους άλλους τους υπόλοιπους στη γειτονιά, τούς αφήνει ανέπαφους για κάποιο καιρό. Ως εάν, το ίδιο το θανατικό να δημιουργεί μια ζώνη ανοσίας γύρω του ή αν το δούμε ακόμη πιo μεταφυσικά, ως εάν ο ίδιος ο πεθαμένος να μεταβιβάζει, εν είδη κληρονομιάς, τις ζωικές του δυνάμεις στους τριγύρω, κάνοντάς τους έτσι περισσότερο απρόσβλητους στα δεινά που παραμονεύουν.



Κι’ όμως υπάρχουν περιπτώσεις, όπου τόσο η στατιστική, όσο και η ψυχολογία πάνε κατά διαόλου. Τότε μιλάμε για παιχνίδια της μοίρας, για κακή τύχη, για τραγωδία, για κισμέτ, για θέλημα Θεού, για ξόρκια, για κατάρες, για μυστήρια. Όπως, π.χ. όταν πέφτει ένα αεροπλάνο. Δεν γίνεται, λέμε, τις αμέσως επόμενες μέρες να πέσει και το δικό μας. Δε γίνεται να χαλάσει η στατιστική. Έλα όμως που συμβαίνει, έλα όμως που χαλάει η στατιστική. Στατιστικές διακυμάνσεις τις ονομάζουν οι μαθηματικοί. Σου λένε π.χ. ότι η στατιστική ισχύει είτε ανά πάσα στιγμή για ένα άπειρα μεγάλο δείγμα, είτε για ένα μικρό δείγμα σε άπειρο όμως χρόνο. Για τον πεπερασμένο όμως χρόνο της ζωής μας, ή για το επίπεδο μιας παρέας, η στατιστική μπορεί να βγάλει ό,τι θέλει. Και τότε, όποιον πάρει ο χάρος.



Έτσι γίνηκε και στην παρέα του Γ. Ήταν τέσσερις, συνομήλικοι, συμμαθητές από το Δημοτικό. Μεγάλωσαν μαζί, παίξανε μαζί στις αλάνες και τα χωράφια, κλωτσήσανε την ίδια μπάλα, κλέψανε τα ίδια φρούτα, μαζί κάνανε τις κόντρες με τα μηχανάκια στις στροφές στην Άνω Πόλη. Μετά, ο καθένας τράβηξε τον δρόμο του. Οι δυo μείνανε στο χωριό, στα κτήματα, οι άλλοι δυo τραβήξανε για κάτω˙ Γιάννενα, Αθήνα, Γαλλία, για σπουδές, για καλλίτερη τύχη. Κάνανε οικογένειες, άλλοι τις κράτησαν, άλλοι τις διαλύσανε, τις ξανάφτιαξαν, τις ξαναδιαλύσανε, συνηθισμένα πράγματα˙ βόλτες δηλαδή στα δαιδαλώδη μονοπάτια της ζωής, γι’ αυτούς που δε χορταίνουν να ψάχνουν, να περπατούν, να ξεμακραίνουν και κάποιες φορές να χάνονται.



Ο Κ. έμεινε στο χωριό, αφού πρώτα μπάρκαρε στα καράβια και έφερε τη γη μερικούς γύρους. Για τα μάτια μιας Βραζιλιάνας κάποια στιγμή προτίμησε τη στεριά από τη θάλασσα. Ξώμεινε στη Βραζιλία για κάμποσο καιρό, κάνοντας, ούτε κανείς έμαθε ποτέ τι, και κάποια στιγμή εμφανίστηκε πίσω στο χωριό μαζί με μια σταράτη μιγάδα από την Κούβα. Το κλίμα φαίνεται δεν τη σήκωσε την Κουβανέζα, γιατί γρήγορα-γρήγορα μάζεψε τα ρούχα της και εξαφανίστηκε. Δεν πέρασε καιρός και τη θέση της την πήρε μια Κύπρια, νταβρατισμένη και άξια. Αυτή τα κατάφερε κι έμεινε. Με στεφάνι μάλιστα, με παπά και με κουμπάρο. Ανασκουμπώθηκε, σήκωσε ψηλά τα μανίκια, φόρεσε ποδιά και γαλότσες και στρώθηκε στη δουλειά. Στο σπίτι και στα κτήματα. Αχλαδιές, σανταρόζες, κερασιές και μαρούλια. Στρέμματα τα μαρούλια, μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι, κι ακόμα παραπέρα. Αράδιασε και μερικά κουτσούβελα και κάμποσα σκυλιά, ενώ ο Κ., όταν δεν γυρόφερνε τα μαρούλια στις λαχαναγορές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, καβάλαγε τα πιο θλιβερά σαράβαλα της περιοχής και ξημεροβραδιαζότανε κάνοντας μουχαμπέτι σε ταβερνεία, σε υπόγες και σε χαμαιτυπεία παρέα με ό,τι πιο αλλοπρόσαλλο αρσενικό ή θηλυκό τύχαινε να κυκλοφορήσει εκείνη την περίοδο. Ανοιχτόκαρδος άνθρωπος, μεγάλη, γελαστή καρδιά. Όση και το μουστάκι του, που παχύ-παχύ κάλυπτε ίσαμε το μισό του πρόσωπο˙ όση και η κοιλιά του που φάρδαινε και πλάταινε και στρογγύλευε απ’ τα χαχανητά, τους μεζέδες και τα τσίπουρα.



Και έτσι πέρναγαν σερί οι μέρες, κι οι εποχές, και τα χρόνια. Και τα παιδιά μεγάλωναν μαζί με τα σκυλιά και τα μαρούλια. Και το σπιτικό, με την αξιοσύνη της Κύπριας βαστιότανε καλά στα πόδια του. Καλά να ‘ναι βέβαια και τα παραθαλάσσια κτήματα, είκοσι τόσα στρέμματα, που τού ‘ρθαν δώρο εξ ουρανού, από μια θεια λησμονημένη από καιρό.



Ώσπου μια μέρα, εκεί στα πενηνταένα του, ο Κ. εξερράγη με τρόπο πιο θεαματικό κι από ένα αστέρι. Ένα ‘μπαμ’, που ακούστηκε μέχρι και τα διπλανά χωριά, μια χειροβομβίδα που την κράταγε σφιχτά, και της οποίας συνέχιζε να κρατά τα υπολείμματα ακόμα και όταν τα χέρια του στροβιλίζονταν μόνα τους στον αέρα, σαν πουλιά, και ένα πλήθος κόσμου στον συνεταιρισμό του χωριού, που προσπαθούσε να ξεδιαλύνει αν ο Κ. με την αυτοκτονία του σκόπευε να συμπαρασύρει και άλλους εκεί μέσα - ποιους άραγε και γιατί? - αλλά να που την τελευταία στιγμή τον κυρίεψαν οι τύψεις και το μετάνιωσε, ή σκόπευε απλώς να αυτοκτονήσει δημόσια - για χρέη μήπως? - μην αντέχοντας ν’ αντικρίσει τον θάνατο σ’ ένα μοναχικό δωμάτιο. Ή πάλι ελπίζοντας ότι κάποιος την ύστατη στιγμή θα τον απέτρεπε, κι όλα αυτά δεν θα ‘ταν παρά ένα κακό όνειρο, ένα θόλωμα του μυαλού. Αυτά κι εκείνα και τα πολλά ‘γιατί’ τα πήρε τελικά μαζί του. Το ζήτημα όμως είναι, ότι ήταν πενηνταενός και ότι το τρένο για το υπερπέραν ήρθε σε χρόνο άλλον απ’ αυτόν που λογάριαζε η στατιστική. Αυτή ήταν η πρώτη διακύμανση στην παρέα.



Η δεύτερη, ήρθε κάνα χρόνο αργότερα και πέτυχε τον Β. Στα πενηνταδυό του. Αυτός είχε ριζώσει για τα καλά στο χωριό. Ξεκίνησε από το τίποτε. Δεν ξέρω τι έκανε πριν. Όταν όμως τον γνώρισα, εκεί γύρω στα τριανταφεύγα του, είχε ήδη μια γυναίκα, τρία παιδιά και προσπαθούσε να στήσει απ’ το μηδέν κάτι αυτοματοποιημένα θερμοκήπια. Μέρα νύχτα στη δουλειά, τελικά τα θερμοκήπια σταθήκανε στα πόδια τους, τα λουλούδια και οι γλάστρες μεγάλωναν χωρίς πολλά-πολλά τερτίπια, οι νταλίκες πήγαιναν λουλούδια και φέρνανε βολβούς απ’ την Ολλανδία. Έχτισε μεγάλο σπίτι την εποχή που αλβανοί εργάτες πλημμύριζαν το χωριό, βρήκε καινούργια ενδιαφέροντα, έσμιξε με μια Γερμανίδα εναλλακτική που ξώμεινε στα μέρη του, χώρισε τη γυναίκα του, αγόρασε ένα καράβι με πανιά και αρμένιζε τα πελάγη, ορμώντας όταν χρειαζόταν ίσια πάνω στον καιρό και τα κύματα.



Κοντολογίς, είχε σμιλέψει τη ζωή του, σιγά-σιγά με την υπομονή, το κουράγιο και την έμπνευση ενός τεχνίτη, και είχε κατορθώσει, έτσι όπως τον έβλεπα απ’ έξω, να της δώσει μια άλλη, διαφορετική τροχιά, εκεί όπου οι περισσότεροι σκιαγμένοι μπρος το ρίσκο μιας αλλαγής, στυλώνουν τα πόδια και κάνουν πίσω μένοντας στο μονοπάτι το οικείο και το χιλιοπερπατημένο, αναμοχλεύοντας τα ίδια σκατά, κουβαλώντας στην πλάτη την ίδια γνώριμη δυστυχία με την οποία πορεύτηκαν για χρόνια, γιομάτοι θλίψη για την ανημποριά και τη δειλία τους.



Τι λέει όμως η λαϊκή σοφία για την ευτυχία που φτάνει στην κορυφή; Ότι τραβά τον κεραυνό! Έτσι και γίνηκε. Και το περίεργο είναι ότι όλα ξεκίνησαν από ‘κεί πάνω, απ’ το βουνό, απ’ την κορυφή. Ήταν ένα συνηθισμένο τσούλημα στις χιονισμένες πλαγιές με τα σκι και ένα συνηθισμένο σπάσιμο στο πόδι. Γύψος, πατερίτσες, ακινησία για λίγο καιρό, φάρμακα και αντιπηκτικά. Και ξαφνικά, ένας ασυνήθιστος θάνατος. Από εμβολή, στα γρήγορα, μια κι όξω. Τι πήγε στραβά, ούτε που το κατάλαβε κανένας, πόσο μάλλον ο ίδιος. Το ζήτημα όμως είναι ότι και γιαυτόν το τρένο πέρασε πολύ πιο γρήγορα, απ’ ό,τι θα το ‘χε λογαριάσει η στατιστική.



Υπάρχουν λογιών-λογιών θάνατοι, άλλοι βαρύγδουποι και θεαματικοί, για τους οποίους θα άξιζε να αφιερωθεί μια στήλη σε τοπική εφημερίδα, όπως π.χ. σε πεδία μαχών, σε αναρριχήσεις παγωμένων κορφών, σε καταδύσεις σε δύσκολα νερά, μετά από μια σπάνια αρρώστια κ.λ.π., άλλοι κοινότοποι και τετριμμένοι, όπως καρδιακά, καρκίνοι, εγκεφαλικά που περνάν απαρατήρητοι και αδιάφοροι από τις σελίδες των ‘Κοινωνικών’, και τέλος, άλλοι γελοίοι, που συνέβησαν μετά από ένα στιγμιαίο καπρίτσιο της τύχης, μετά από μια σπάνια σύμπτωση, μετά από μια τυχαία παρεμβολή της ουράς κάποιου διαβόλου που προς στιγμήν κατάφερε να ξεφύγει από τη επίβλεψη του Θεού. Όπως π.χ. το πέσιμο μιας γλάστρας που έτυχε να ταλαντεύεται στο σαπισμένο κάγκελο ενός υψηλού ορόφου˙ η πτώση του σώματος στο κράσπεδο με τον αυχένα να το σημαδεύει με το ζωτικότερό του νεύρο ακριβώς στην κόψη του˙ το πέσιμο στο κεφάλι μιας χελώνας απ’ τον ουρανό, την ώρα που ο αετός που την κράταγε σφιχτά με τα νύχια έκανε να φτερνιστεί και να χάσει προς στιγμήν την ισορροπία του˙ όπως το σπάσιμο ενός ποδιού. Και άλλα πολλά που ο καθένας θα ‘χε να διηγηθεί και ν’ απορήσει.



Οι πιο πολλοί κι οι ματαιόδοξοι φαντασιώνονται ένα φευγιό της πρώτης κατηγορίας, σαν αντιστάθμισμα ίσως μιας κοινής και ανούσιας ζωής που ποτέ δεν τόλμησαν να παραδεχτούν ότι έζησαν. Των ανθρώπων τους αρέσει να πιστεύουν ότι θα τους θυμούνται από το πως πέθαναν κι όχι από το κατά πως έζησαν. Έτσι, δεν αρέσκονται στην προοπτική ενός δευτεροκλασάτου θανάτου, μιας και θα υπενθυμίζει στους εναπομείναντες και κατιόντες την ποιότητα του βίου που διήγαν. Έλα όμως που ο χάρος είναι βαθύτατα δημοκρατικός. Δεν κάνει τέτοιους συσχετισμούς μεταξύ τρόπου ζωής και τρόπου θανάτου. Από δάγκωμα μαϊμούς μπορεί να πάει τόσο ο βασιλιάς της Ελλάδος, όσο και ο ιθαγενής του Αμαζονίου. Μοιράζει τα θανατικά στην τύχη, τραβώντας από μια συμμετρική, κωδωνοειδή καμπύλη, όπου οι θάνατοι της πρώτης και της τρίτης κατηγορίας καταλαμβάνουν τις παρυφές της κατανομής, σαν λιγότερο πιθανές εκδοχές, ενώ οι θάνατοι της δεύτερης κατηγορίες καταλαμβάνουν το κεντρικό της τμήμα, σαν και οι περισσότερο πιθανές περιπτώσεις. Κοντολογίς, το πως θα πεθάνεις, λαχείο είναι κι αυτό. Λαχείο, που μπορεί να κληρωθεί ανά πάσα στιγμή, χωρίς προτεραιότητες και χωρίς σειρά.



Οι διακυμάνσεις της στατιστικής στην παρέα των τεσσάρων σταμάτησαν στις δυο. Ένας σίγουρος θάνατος από χέρι, δύο στατιστικές διακυμάνσεις από απρόβλεπτους θανάτους, και ένας παρ’ ολίγον θάνατος από κακιά αρρώστια που όμως τελεσίδικα ξεπεράστηκε στα νιάτα του για τον τέταρτο, σε μια παρέα τεσσάρων όντως πάει πολύ. Πάρα πολύ. Είναι πως να το πούμε, σαν να φέρνει κάποιος εξάρες στη σειρά με τις ώρες˙ είναι σαν να πεθαίνει κάποιος από ασφυξία επειδή έτυχε να μαζευτεί όλος ο αέρας στην άλλη μεριά του δωματίου απ’ όπου βρισκόταν.



Κι ενώ όλα αυτά τα προηγούμενα μας φαίνονται παράλογα κι απίθανα, οι καταστάσεις μηδαμινής πιθανότητας δεν είναι κάπου αλλού, αλλά εδώ και παραμονεύουν. Μήπως και το σύμπαν, κι ο κόσμος όλος, δεν φτιάχτηκαν παρά από μια τυχαία διακύμανση της ενέργειας του κενού, που κάποτε έτυχε να μαζευτεί σε ένα και μόνο σημείο και που στη συνέχεια έδωσε το έναυσμα για τη ‘Μεγάλη Έκρηξη’; Πώς λοιπόν να εξορίσουμε το απίθανο απ’ τη ζωή μας, όταν κι αυτή η ίδια προϊόν του πιο απίθανου γεγονότος είναι; Κι όσοι ακόμη ψάχνουν για σχέδιο και σκοπό, τάξη κι αρμονία, προβλεψιμότητα και κανονικότητα στη ζωή, μάλλον ματαιοπονούν. Τόσο η τάξη όσο και η κανονικότητα δεν είναι παρά μεταμφιέσεις που επινόησαν οι άνθρωποι για να αισθάνονται λιγότερο άβολα μπροστά στο απρόβλεπτο και απίθανο, που όπως και να το κάνουμε μας κλείνει πονηρά το μάτι πίσω απ’ τις κουρτίνες όπου θελήσαμε να το κρύψουμε.

Τετάρτη 16 Απριλίου 2008

Άντε να Παίξουμε και μεις, (αφού μας έλαχε), Το Παιχνίδι των 40 Ερωτήσεων


Τη σκυτάλη για το συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο μου την προσέφερε ο κ. Νomad, όχι ευφρόσυνα όπως θα ήταν το φυσικό και το αναμενόμενο, αλλά αφού προηγουμένως φρόντισε να με παγιδεύσει με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορώ, για λόγους αξιοπρέπειας να αρνηθώ την “προσφορά”.

Για την ιστορία, αφορμή στάθηκε ένα λίαν κακεντρεχές δικό μου σχόλιο στο blog του, σχετικά με την αξία ενός τέτοιου παιγνίου, μιας και από τις απαντήσεις που ο ίδιος έδωσε, αφ’ ενός ουδέν νεώτερον και ουσιαστικό προέκυψε για την προσωπικότητά του, όπως ήλπιζαν τα πλήθη των αναγνωστών του, που για το λόγο αυτό αισθάνθηκαν προδομένα, αφ’ ετέρου ουδεμία ωφέλεια είχε και αυτός ο ίδιος σχετικά με την διεύρυνση της αυτογνωσίας του, εξ αιτίας του στερεότυπου και παιγνιώδη χαρακτήρα των ερωτήσεων.

Η φυσιολογική και ευφυής τολμώ να ειπώ αντίδραση του κ. Nomad, αντί άλλης απάντησης, ήταν να μου μηνύσει ένα χαιρέκακο: «Ορίστε, κυρία μου. Ήρθε η σειρά σας», πρόταση την οποία απεδέχθην για να περισώσω κάτι από την Ήττα μου. Κοινώς: πήγα για μαλλί και βγήκα κουρεμένη. Ή όποιος σκάβει τον λάκκο του αλλουνού πέφτει ο ίδιος μέσα.

Το όνομά μου, λυπάμαι, δεν μπορώ να σας το αποκαλύψω, για να μην εγείρει άστοχους συνειρμούς με συγκεκριμένους αριστοκρατικούς κύκλους παλαιότερων εποχών, με τους οποίους έπαψα να διατηρώ πλέον σχέσεις.
Στην ημερομηνία γέννησης υπάρχει ένα μικρό λαθάκι, το οποίο πιστεύω θα αντιληφθείτε με κάποια μικρή προσπάθεια,
Κατά τα άλλα, τα στοιχεία που παραθέτω είναι απολύτως ειλικρινή και θα σας βοηθήσουν να με εκλέξετε όταν θέσω υποψηφιότητα στην Επιτροπή Εκπροσώπησης της ελληνικής μπλογκόσφαιρας στο 1ο Διαγαλακτικό Συνέδριο.



ΠΡΟΦΙΛ

1. Όνομα(τα): Α.Β. (Όχι, δεν είμαι η χρυσή κληρονόμος του Βασιλόπουλου)

2. Γενέθλια: 01/11/1011

3. Ζώδιο: Γαλέος

4. Χρώμα μαλλιών: Όπως το χρώμα των αγγέλων και ακόμα καλύτερο.

5. Χρώμα ματιών: Απροσδιόριστο, μαγικό, μοναδικό, μυστηριακό, χαοτικό, μενεξεδένιο, με ξανθές ανταύγειες.

6. Έχεις ερωτευτεί ποτέ; Και μόνο λόγω πιθανοτήτων, εξ αιτίας του χρόνου παραμονής μου επί της γης, αυτό έτυχε να συμβεί κάποιες φορές.

7. Είδος μουσικής που ακούς; Ό,τι παίζει ο Μάριος ο Blackman.

8. Χαρακτήρας Disney/Warner Bross : Άβερελ, (ή ήταν από άλλη εταιρία; Μπορεί όμως και να εξαγοράστηκε. Τσέκαρέ το!)

9. Ποιος φίλος/φίλη σου μένει πιο μακριά; Για να μην περιπέσω σε σφάλμα, θα πρέπει να συμβουλευτώ τον πίνακα με τις καινούργιες χιλιομετρικές αποστάσεις, ο οποίος θα εκδοθεί όμως στο τέλος του έτους.

10. Πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι μόλις ξυπνήσεις: Πάλι ξέχασα ν’ αγοράσω γάλα και το παιδί θα πάει νηστικό στο σχολείο, αν πάει φυσικά, γιατί κι αυτό παίζεται.

11. Κάτι που έχεις πάντα μαζί σου και δεν το αποχωρίζεσαι: το 45 lt σακίδιο με όλα τα χρειώδη, για την αντιμετώπιση όλων των απρόβλεπτων καταστάσεων της ημέρας, π.χ. πιθανή απαγωγή μου.

12. Τι έχεις στον τοίχο σου; Τις φωτογραφίες μου.

13. Τι έχεις κάτω απ’ το κρεβάτι σου; Ένα άλλο κρεβάτι, το οποίο επίσης έχει από κάτω του ένα άλλο κρεβάτι, ad infinitum.

14. Αν ήσουν μόνος/η στο σπίτι και άκουγες ένα βάζο να σπάει τι θα έκανες; Ευχέλαιο για τα φαντάσματα.

15. Αγαπημένος αριθμός: Ef(X) = P(X _ a) = PX((−1, a]) = Z f(x)PX(dx).

16. Αγαπημένο όνομα:
Μπιμπίκος

17. Τα χόμπι σου: Να οργώνω βουνά, κοιλάδες, ποτάμια, ρουμάνια, ραχούλες. Καμιά φορά και να διαβάζω.

18. Πού θα ήθελες να ήσουν τώρα; Αυτό δεν λέγεται, γιατί θα με κόψει το Ε.Σ.Ρ.

19. Μια ευχή για το μέλλον:
Να γαληνέψω επιτέλους. Μεγάλωσα πια. Και μα τον Μανιτού, κουράστηκα!

20. Αν μπορούσες να ταξιδέψεις στο χρόνο και να γυρίσεις πίσω, σε ποια εποχή θα πήγαινες; Έχω ελλιπή στοιχεία και δεν μπορώ να βγάλω πορεία εκ του ασφαλούς.

21. Φωτιά! Πάρε κάτι μαζί σου: Τα χάπια μου, τη γούνα μου...

22. Αγαπημένο λουλούδι:
Νεραγκούλες.

23. Αγαπημένη σειρά: Πάντα την πρώτη και την καλύτερη!

24. Αγαπημένη ταινία: Amarcord

25. Αγαπημένο τραγούδι: «Θα τα βροντήξω όλα κάτω και θα φύγω». Ρίτα

26. Aγαπημένο βιβλίο: «Το κατά Ιησού Ευαγγέλιο» και όλα του Σαραμάγκο.

27. Αγαπημένο ζώο: Άντρες

28. Αγαπημένο ρούχο: Αρβύλες

29. Αγαπημένος καλλιτέχνης/ιδα: Cezanne


30. Αγαπημένο χρώμα: Ώχρα


31. Αγαπημένο φαγητό: Ντολμαδάκια γιαλαντζί. (Τα δικά μου).

32. Με ποιόν χαρακτήρα από cartoon ταυτίζεσαι;
Μπαγκς Μπάνυ

33. Κακή συνήθεια: Ενοχές

34. Χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου που σου αρέσει: Σαρκασμός, Με (αυτο) και σκέτο.

35. Χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου που δεν σου αρέσει: Επιείκεια

36. Συνηθισμένη ατάκα:
Άντε και γαμήσου

37. Δουλειά που θα ήθελες να κάνεις: Κληρονόμος

38. Μεγαλύτερος φόβος: Να γίνει το παιδί χλιδάνεργος

39. Η καλύτερη pizza:
Αυτή που φτιάχνω εγώ.

40. Πιστεύεις ότι τα κατοικίδια ζώα είναι: για να σε γηροκομούν



Και τώρα, για ποιούς χτυπάει η Καμπάνα;
Μήπως για την κυρία Νέλλη μας;

Μήπως για τον κ. Κ.Κ.Μοίρη μας;
Μήπως για τον κ. Αerostatik μας;

Δευτέρα 14 Απριλίου 2008

Η Αναπαραγωγή των Κονίκλων και ο Δρόμος προς το ΧΑΟΣ


-ΕΙΔΙΚΗ ΠΑΣΧΑΛΙΝΗ ΕΚΔΟΣΗ-

Το Χάος, έχει εισχωρήσει για τα καλά στο καθημερινό λεξιλόγιο εσχάτως, όχι όμως με τον τρόπο που γινόταν ανέκαθεν, δηλαδή σαν ένδειξη μιας καθολικής ακαταστασίας, αλλά έχοντας φιλοδοξίες σαφώς μεγαλύτερες, εισβάλλει σαν έννοια πλέον, που με υπερτονισμένο το μαθηματικό/φυσικό της υπόβαθρο διεκδικεί ταυτόχρονα και την ερμηνεία, πέρα από την απλή ονομασία ή περιγραφή, μιας οποιασδήποτε πολύπλοκης πραγματικότητας. Φυσικά κουτσή.

Δε λέω, είναι μια πολύ πιασάρικη λέξη που, [μιας και την ουσία της, από αυτούς που την κακοποιούν στα γενικά ακροατήρια, ουδείς σχεδόν κατανοεί], αποτελεί ένα βολικό super-duper πασπαρτού για την εξήγηση των πιο αλλόκοτων και δυσνόητων φαινομένων, δια της εφαρμογής της ομοιοπαθητικής μεθόδου: ερμηνεία του ακατανόητου μέσω μιας εξ ίσου ακατανόητης μεθόδου.

Σήμερα όμως σκοπεύω να διαλύσω αυτές τις τόσο βολικές ομίχλες και να αφηγηθώ ένα πολύ απλό σενάριο το οποίο περιέχει αρκετά από τα βασικά συστατικά στοιχεία της θεωρίας του Χάους, και το οποίο προέρχεται από την ζωή των κουνελιών, δηλαδή από τον θαυμαστό και πολύ περίεργο τρόπο με τον οποίον αναπαράγονται.


Η Δημογραφική Εξίσωση (LOGISTIC MAP)

Ας ξεκινήσουμε από την παρακάτω πολύ απλή εξίσωση

όπου οι μεταβλητές


xn και xn+1
δηλώνουν τους κουνελο-πληθυσμούς κατά τους χρόνους n και n+1, αντίστοιχα, και τους οποίους για χάριν ευκολίας, ας υποθέσουμε ότι παίρνουν τιμές μόνο μεταξύ 0 και 1.

r
είναι ένα θετικός πραγματικός αριθμός που αντιπροσωπεύει τον ρυθμό αναπαραγωγής τους, δηλαδή, τον αριθμό κουνελιών ανά έτος.

Η εξίσωση αυτή, (γνωστή και σαν δημογραφική εξίσωση), μας δείχνει ότι ο πληθυσμός των κουνελιών κατά τον χρόνο (n+1), που αναπαρίσταται στο αριστερό μέλος της εξίσωσης ως (xn+1), εξαρτάται


1) από τον πληθυσμό κατά τον προηγούμενο χρόνο (xn),

2) από τον ρυθμό αναπαραγωγής τους, (r), αλλά και

3) από έναν παράγοντα (1-xn), που δηλώνει την ελάττωση που επέρχεται στον optimum αριθμό των κουνελιών που μπορεί να εκθρέψει το δεδομένο περιβάλλον, (και είναι ίσος με 1), λόγω προκύπτοντος υπερπληθυσμού.

Έτσι,
για να βρούμε τον αριθμό των κουνελιών τον πρώτο χρόνο n=1, δίνουμε μια αυθαίρετη τιμή (πάντα ανάμεσα στο 0 και το 1) στον αρχικό πληθυσμό, (x0), κατά τον χρόνο n=0. Έστω 0.3. Υποθέτουμε, επίσης, μια τιμή θετική για τον ρυθμό αναπαραγωγής r, (ανάμεσα στο 0 και το 4 όπως θα δούμε παρακάτω) και υπολογίζουμε με ένα pocket calculator την παράσταση που βρίσκεται στο δεξί μέλος της εξίσωσης. Ό,τι προκύψει για τον πληθυσμό στον πρώτο χρόνο, το αντικαθιστούμε πίσω στο δεξί μέλος, στο xn, και κάνοντας τις πράξεις με το ίδιο r, παίρνουμε τον πληθυσμό κατά τον δεύτερο χρόνο. Αυτό επαναλαμβάνεται αρκετές φορές μέχρι ότου ο τελικός πληθυσμός σταθεροποιηθεί σε μια τιμή, έτσι ώστε με μια επί πλέον επανάληψη, δηλαδή την επόμενη χρονιά, ο πληθυσμός να μην αλλάζει. Ή να σταθεροποιείται σε ένα σύνολο τιμών που τις επόμενες χρονιές να παραμένουν οι ίδιες.


Η έκπληξη είναι ότι, (και εδώ μπαίνουμε στα χωράφια του Χάους), ο πληθυσμός των κουνελιών μετά από πολλές επαναλήψεις, μπορεί να σταθεροποιηθεί σε μια τιμή, μπορεί σε 2, μπορεί σε 4 , ή σε 1024 ή σε οποιαδήποτε απρόβλεπτη τιμή ανάλογα με την τιμή της μεταβλητής r, δηλαδή ανάλογα με τον ρυθμό αναπαραγωγής και μόνο, και ανεξάρτητα από την υπόθεση που κάναμε για τον αρχικό πληθυσμό εκκίνησης, x0.


ΟΛΑ ΕΞΑΡΤΩΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΤΟΥ r, ΤΟΥ ΡΥΘΜΟΥ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ


Αν τοποθετήσουμε σε ένα διάγραμμα τις τιμές του r στον άξονα των x και τους τελικούς πληθυσμούς στον άξονα των y, τότε προκύπτει το πολύ πολύπλοκο διάγραμμα της επόμενης εικόνας, που ονομάζεται BIFURCATION diagram και το οποίο είναι ένα ακριβές αποτύπωμα της αναπαραγωγικής ή και σεξουαλικής συμπεριφοράς των συμπαθών τετραπόδων.




Έτσι, αν ο ρυθμός αναπαραγωγής r, είναι


1. ανάμεσα στο 0 και το 1, τότε μετά από μερικά χρόνια δεν θα έχει μείνει κανένα κουνέλι στο κοτέτσι.

2. ανάμεσα στο 1 και το 2, τότε ο πληθυσμός γρήγορα θα σταθεροποιηθεί σε μια τιμή, την (r-1)/r, ανεξάρτητα πάντα από τον αρχικό πληθυσμό. Δηλαδή ο κουνελοπληθυσμός είναι προβλέψιμος.

3. ανάμεσα στο 2 και το 3 τότε ο πληθυσμός θα σταθεροποιηθεί μετά από κάποιες αρχικές ταλαντώσεις στην τιμή (r-1)/r, όπως και προηγουμένως, ενώ για το r=3 η σύγκλιση είναι πάρα πολύ αργή.


Ως εδώ ΔΕΝ παρατηρούμε κάποια ένδειξη Χάους. Οι πληθυσμοί είναι προβλέψιμοι. Τα πράγματα αρχίζουν να γίνονται ενδιαφέροντα όταν ο ρυθμός αναπαραγωγής αρχίσει να παίρνει τιμές μεγαλύτερες του 3.


4. ανάμεσα στο 3 και το 3.449489 (στο περίπου), τότε μετά από κάμποσα χρόνια ο πληθυσμός των κουνελιών ταλαντώνεται σταθερά και προβλέψιμα ανάμεσα σε δύο τιμές, A και Β, εναλλάξ.

5. ανάμεσα στο 3.449489 και το 3.54 (στο περίπου), ο κουνελο-πληθυσμός μετά από χρόνια ταλαντώνεται ανάμεσα σε τέσσερεις διαδοχικές τιμές.

6. μεγαλύτερος του 3.54 ο πληθυσμός μπορεί να παίρνει μια από 8 πιθανές τιμές, για λίγο μεγαλύτερο r μπορεί να σταθεροποιείται σε μια από 16, ή 32, κ.ο.κ. τιμές. Το μήκος των διαστημάτων μεταβολής του r που δίνει τον ίδιο αριθμό πιθανών πληθυσμών, μικραίνει δραματικά, αλλά ο λόγος δυο διαδοχικών διαστημάτων είναι σταθερός, ίσος με δ=4.669, ονομάζεται σταθερά του Feigenbaum και θεωρείται μια από τις παγκόσμιες σταθερές.


Όλα αυτά συμβαίνουν εφ' όσον το r παίρνει τιμές μικρότερες του 3.57 (στο περίπου).



Η κατάσταση που μόλις περιγράψαμε και όπου για κάθε νέο διάστημα τιμών του r, διπλασιάζεται ο αριθμός των πιθανών τιμών στις οποίες μπορεί να σταθεροποιηθεί ο κουνελο-πληθυσμός, ονομάζεται period doubling cascade, και όταν παρατηρείται σε ένα δυναμικό σύστημα είναι σίγουρο ότι αυτό γρήγορα θα βρεί το δρόμο για το Χάος.

7. Το ΧΑΟΣ αρχίζει για r μεγαλύτερο του 3.57 όπου μια απειροελάχιστη μεταβολή του σε κάποιο δεκαδικό ψηφίο, επιφέρει δραματικές αλλαγές. Δηλαδή, το σύστημα μπορεί να κάτσει σε οποιαδήποτε τιμή, (ο αριθμός των κουνελιών μπορεί να πάρει οποιαδήποτε τιμή), η οποία θα είναι τελείως διαφορετική αν ο ρυθμός αναπαραγωγής μεταβληθεί κατά μια απειροελάχιστη ποσότητα, δηλαδή έστω και στο 15ο δεκαδικό ψηφίο, για παράδειγμα.


Εδώ φαίνεται αυτό που λέγεται για το Χάος, ότι δηλαδή, είναι πολύ ευαίσθητο στις αρχικές συνθήκες.

8. Οι περισσότερες τιμές πέρα από το r=3.57 δίνουν απρόβλεπτη, ΧΑΟΤΙΚΗ συμπεριφορά, δηλαδή κάθε επόμενη χρονιά ο πληθυσμός μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε. Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν ακόμα κάποιες περιοχές τιμών όπου το σύστημα εμφανίζει ΜΗ-ΧΑΟΤΙΚΗ συμπεριφορά. Αυτές οι περιοχές αντιστοιχούν στις λευκές ταινίες στο διάγραμμα της προηγούμενης εικόνας και ονομάζονται νησίδες σταθερότητας (islands of stability).


Οι περιοχές αυτές δείχνουν καθαρά πώς μπορεί ένα σύστημα που συμπεριφέρεται εντελώς χαοτικά, για μια μικρή αλλαγή των αρχικών συνθηκών του να γίνει και πάλι κανονικό και εύτακτο. Δηλαδή οι πληθυσμοί να ταλαντώνονται ανάμεσα σε δυο, ή τρεις ή πέντε τιμές και να είναι προβλέψιμοι από χρονιά σε χρονιά.


Το μοντέλο σταματάει μέχρι το r=4. Για μεγαλύτερες τιμές το σύστημα αποκλίνει. Και δεν ασχολούμαστε πλέον.


Όλα όσα είπαμε από το 1-7, μπορείτε να τα αναγνωρίσετε στην παραπάνω εικόνα, η οποία παρεμπιπτόντως είναι fractal, διότι με αυτά που είπαμε σε μια προηγούμενη ανάρτηση αν κάνετε μια μεγέθυνση ενός κομματιού του διαγράμματος, η εικόνα που θα προκύψει θα είναι ακριβώς ίδια με αυτή που βλέπετε τώρα. Την ιδιότητα αυτή την ονομάσαμε Αυτο-ομοιότητα και όπως βλέπουμε εδώ χαρακτηρίζει όλα τα Χαοτικά συστήματα.


Τι μάθαμε λοιπόν ως εδώ;

Α) Η χαοτική συμπεριφορά, δηλαδή η παντελής έλλειψη προβλεψιμότητας στον τελικό πληθυσμό συμβαίνει μετά από έναν καταιγιστικό ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΜΟ των πιθανών αποτελεσμάτων, period doubling). Δηλαδή από μια προβλέψιμη τιμή του πληθυσμού, πηγαίνουμε σε 2 δυνατές τιμές του πληθυσμού, μετά σε 4, μετά σε 16, 32, κ.ο.κ, όσο αυξάνει ο ρυθμός αναπαραγωγής.

Β) Υπάρχουν περιοχές τάξης (δηλαδή προβλεψιμότητας) μέσα σε καθαρά χαοτικές περιοχές,

Γ) Το bifurcation διάγραμμα που παίρνουμε έχει φρακταλική δομή (αυτο-ομοιότητα).

Δ) Το χάος είναι πολύ ευαίσθητο στις αρχικές συνθήκες, (ειδικά για r ανάμεσα στο 3.57 και το 4).



ΥΓ. Όλα τα παραπάνω μπορείτε να τα βρείτε στο:http://en.wikipedia.org/wiki/Logistic_map

Σάββατο 12 Απριλίου 2008

Φυλακής Εγκώμιον....


Δεν χωρά αμφιβολία ότι οι ευρέως διαδεδομένες ρήσεις «της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες» και «όσο βαριά είναι τα σίδερα, είναι η καρδιά μου σήμερα», (για να πάρουμε μόνο ένα χαρακτηριστικό δείγμα), στοχεύουν στο να καταδείξουν, άμεσα ή έμμεσα, το αβάσταχτο βάρος του εγκλεισμού σε σιδηρόφρακτα δωμάτια. Είναι όμως ο εγκλεισμός τόσο βαρύς όσο φημολογείται;

Απ’ όσα έχω καταλάβει μέχρι σήμερα, μπορώ να πω με βεβαιότητα σχεδόν, ότι για ένα οποιοδήποτε γεγονός δεν υπάρχει μια και μόνη αλήθεια, μια και μόνη οπτική. Όπως και ότι δεν υπάρχουν μοναδικές εξηγήσεις, μοναδικές αιτίες και μοναδικές αξιολογήσεις για ο,τιδήποτε υπάρχει ή συμβαίνει. Έτσι κάθε γεγονός μπορεί να ερμηνευτεί με διαφορετικούς τρόπους και η αλήθεια να αποδοθεί με διαφορετικές εκδοχές. Σύμφωνα, λοιπόν, μ’ αυτή τη στέρεη συλλογιστική, κάθε κατάσταση δεν μπορεί να είναι μόνο καλή ή μόνο κακή, και τούτο ανεξάρτητα από το αξιολογικό περιεχόμενο που αποδίδεται στις έννοιες Καλό-Κακό.

Αν εφαρμόσουμε όλα τα ανωτέρω στην περίπτωση στέρησης της ατομικής ελευθερίας παραβάτη τινός, δια της φυλακίσεώς του σε θεσμοθετημένο σωφρονιστικό ίδρυμα, τότε μπορούμε, με όχι πολύπλοκη σκέψη, να απαριθμήσουμε ικανό αριθμό όχι μόνον μειονεκτημάτων που είναι το σύνηθες και το τετριμμένο, αλλά και ένα πλήθος πλεονεκτημάτων.

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν!

1. Και μόνον ο επιθετικός προσδιορισμός «λεβέντης», όπως φαίνεται από την πρώτη ρήση που παρέθεσα στην αρχή του σημειώματος αυτού, καθώς και το κλέος που τον συνοδεύει, μπορούν να σταθούν ικανά ώστε να κάνουν κάποιο να επιζητήσει τον εγκλεισμό. Άλλωστε είναι πάμπολλα τα παραδείγματα εξύμνησης των παραβατών και των κοινωνικώς αποκλινόντων, τόσο στην εγχώρια όσο και στην παγκόσμια υψηλή λογοτεχνία. Να είστε σίγουροι ότι κανείς φτασμένος λογοτέχνης δεν θα διακινδύνευε τη φήμη του για να καταπιαστεί και να εξυμνήσει κάτι τις το ασήμαντο.


2. Η φυλακή κάθε άλλο παρά συνυφασμένη με την απομόνωση είναι. Αντιθέτως αποτελεί έναν ιδιαίτερο κοινωνικό χώρο πολύ πιο πλούσιο σε εμπειρίες και πολύ πιο ενδιαφέροντα από αυτούς τους ανιαρούς και προβλέψιμους χώρους όπου έχουμε συνηθίσει να περιφερόμαστε και οι οποίοι ενίοτε μας φέρνουν σε κατάσταση ναυτίας με την αφόρητη κοινοτοπία τους, την καθηλωτική τους επίδραση, την έλλειψη δράσης, την ομοιομορφία τους, την ελαφρότητά τους, την ομφαλοσκόπηση και την ύπνωση που προκαλούν.

Ο συγχρωτισμός με κάθε λογής συνεγκλείστους αποτελεί δίχως άλλο, πολύτιμη ευκαιρία για συλλογή και καταγραφή μοναδικών εμπειριών από ανθρώπους που τόλμησαν, (άλλο αν τελικά έχασαν), να δώσουν πρωτότυπες λύσεις σε προβλήματα που αντιμετώπιζαν. Ο παραχαράκτης, ο ληστής, ο κλέφτης, ο φονιάς αποτελούν περιπτώσεις ατρόμητων και ευφάνταστων ανθρώπων που κατάφεραν να περάσουν τη διαχωριστική γραμμή, (αυτήν της νομιμότητας), πράξη που ούτε στ’ όνειρό τους δεν θα τολμούσαν να κάνουν τα πλήθη των φοβισμένων μικροαστών. Εξ’ ου και ο χαρακτηρισμός «λεβέντης» που τους απέδωσε, σα φόρο τιμής, η γνήσια λαϊκή λαλιά.

3. Το πλούσιο και καινοφανές αυτό περιβάλλον δεν θα μπορούσε παρά να πυροδοτήσει τη φαντασία και το δημιουργικό οίστρο κάποιου επίδοξου συγγραφέα, περίπτωση που θα την ζήλευαν πολλοί άλλοι με παρόμοιες φιλοδοξίες, καταδικασμένοι όμως να παραμένουν έγκλειστοι σε υπνωτικά προάστια.

4. Η φυλακή δίνει τη δυνατότητα στον έγκλειστο να αποδώσει νέα περιεχόμενα στις έννοιες του χώρου και του χρόνου. Ο μεν χώρος αναγκαστικά συστέλλεται, ο χρόνος όμως από την άλλη διαστέλλεται σημαντικά, γεγονός που αποτελεί μείζον πλεονέκτημα, αρκεί κανείς να αναλογιστεί την πλειοψηφία των εργαζομένων που μονίμως κατατρέχονται από έλλειψη ελεύθερου χρόνου.

5. Ο χρόνος αυτός μπορεί να αξιοποιηθεί ποικιλοτρόπως, είτε με αθλοπαιδιές, είτε με την ενασχόληση με ευγενείς (π.χ. ζωγραφική), είτε με πρακτικές (π.χ. καλαθοπλεκτική), τέχνες.

6. Η μοναξιά ενός κελιού μπορεί να προκαλέσει την εμβάθυνση και τη διεύρυνση της συνείδησης, τη διαύγεια του μυαλού, τη διαμόρφωση της ερωτικής παρόρμησης, την ανάδυση του ασίγαστου πάθους και της ατέρμονης επιθυμίας, καταστάσεις οι οποίες αποτελούν το υπόστρωμα μιας περιεκτικής ζωής και που θα ήταν δύσκολο να πραγματοποιηθούν σε συνθήκες ελευθερίας. Διότι, η δυνατότητα που παρέχει η ελευθερία στον καθένα να ικανοποιήσει και να σιγάσει το πάθος του με μικρές κινήσεις καθημερινής εκτόνωσης μόλις αυτό αρχίσει να σχηματίζεται, αποστερεί από τα άτομα τη βαθιά ενόραση και δημιουργικότητα που θα προέκυπτε όταν το πάθος αυτό αφηνόταν να συσσωρευτεί και να λιμνάσει. Ο έγκλειστος είναι όπως ο τυφλός ο οποίος με το να οξύνει εξ ανάγκης όλες τις υπόλοιπες αισθήσεις ανακαλύπτει μια διάσταση του κόσμου πρωτότυπη και μοναδική.

Τα προηγούμενα αποτελούν μερικές μόνο σκέψεις για τα πλεονεκτήματα που παρέχει ο εγκλεισμός, παρά την κοινή και σαφώς λανθασμένη αντίληψη περί του αντιθέτου. Σίγουρα θα υπάρχουν και πολλά άλλα τα οποία, όμως προς το παρόν, δυστυχώς, μου διαφεύγουν.

Παρασκευή 11 Απριλίου 2008

Η Φρακταλική Φύση του Ατέρμονος Στοχασμού (!)


Όχι, σήμερα δεν σκοπεύω να σας τρελάνω και να σας αναγκάσω να προβείτε σε ανόσιες σκέψεις του τύπου: «Γιαζίκ, γιαζίκ, πάει το κορίτσι, με τόσο μεταμοντέρνο την ψώνισε το καημένο και το χάνουμε!».

Τίποτε από όλα αυτά. Παρ’ όλο που η Cynical παραμένει ακοίμητος φρουρός του ορθού Λόγου, της αρέσει πού και πού να παίζει με παραδοξότητες, (Δείτε για παράδειγμα, «Η Κβαντική Φύση του Κειμένου»), στην ουσία όμως, μόνο φαινομενικά, γιατί με μια πιο προσεκτική ματιά διακρίνονται κάποια ίχνη σοβαρότητας πίσω από τις φανφάρες και τα καραγκιοζλίκια της.

Αφορμή στάθηκε η κουβέντα που ξεκίνησε πριν λίγο απ’ εδώ, συγκεκριμένα από τα σχόλια περί Ελευθερίας στην ανάρτηση της «Σεχραζάτ». Δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος που να νομίζει ότι δεν καταλαβαίνει με την πρώτη τί σημαίνει η έννοια αυτή. Φυσικά, μόνο νομίζει. Διότι, αν η κουβέντα πάει να τσουλήσει λίγο παραπέρα κι αρχίσουν τα λουριά να σφίγγουν για τα «πώς και τα γιατί», τότε οι πιο πολλοί θα σηκώσουμε τα χέρια ψηλά από απελπισιά και θα είμαστε έτοιμοι να εγκαταλείψουμε τον αγώνα του προσδιορισμού της. Μετά ξαφνικά θα θυμηθούμε ότι η κουβέντα αυτή έχει αρχίσει ήδη από αρχαιοτάτων χρόνων, ότι γράφτηκαν τόμοι επί τόμων για πάρτη της και ότι σήμερα βρισκόμαστε πάλι σ’ ένα νέο σημείο μηδέν, χωρίς να έχουμε καταφέρει ούτε ένα μονοσήμαντο και περιεκτικό ορισμό να της δώσουμε, αλλά και ούτε να την κάνουμε πράξη με τρόπο ικανοποιητικό για τους περισσότερους.

Και για να μην μείνουμε μόνο στο παράδειγμα της συγκεκριμένης έννοιας, ας πάμε και σε άλλες, όπως της «Ισότητα» και της «Φιλίας», και της «Αρετής», και του «Καλού», και του «Κακού» και σε όλες τις αδερφές τους που πέρασαν από τα χέρια των απανταχού φιλοσόφων και φιλοσοφούντων. Μήπως και έτσι όμως δεν βρισκόμαστε μπροστά στο ίδιο αδιέξοδο, στην ίδια αδυναμία σύλληψης με μια μόνο στροφή του μυαλού του περιεχομένου τους; Μήπως δεν πέφτουμε και πάλι στην παγίδα της αυτοαναφορικότητας, με το να προσπαθούμε να τις ορίσουμε σε ένα επόμενο επίπεδο με εργαλεία και έννοιες που αφήσαμε να κρέμονται απροσδιόριστα σε κάποιο προηγούμενο;

Δεν ξέρω πως, αλλά όλος αυτός ο ατέρμονος στοχασμός γύρω από τα ίδια και τα ίδια, από μια χούφτα έννοιες δηλαδή, αιώνες τώρα, μου φέρνει στο νου, πέρα από τους στίχους και το φευγιό των ποιητών και κάτι από τον κόσμο των φράκταλς.

ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ,

την αυτοαναφορικότητα ιδωμένη σαν αυτοομοιότητα και τον εγκλωβισμό της σκέψης στα απύθμενα φιλοσοφικά βάθη ιδωμένο σαν την παγίδευση της κίνησης της σκέψης σε μια φρακταλική separatrix, (που μπορούμε να την ονομάσουμε φρακταλική διαχωριστική γραμμή).


Ας μείνουμε για λίγο στα προκαταρκτικά και μετά ας πάμε και στα επόμενα.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Φράκταλ είναι οποιοδήποτε σχήμα που έχει κλασματική διάσταση, (fractional dimension), δηλαδή διάσταση που δεν είναι ακέραιος αριθμός, όπως μαθαίνουμε στο σχολείο. Αυτός είναι ένας κλασικός ορισμός του φράκταλ. Το σημείο έχει διάσταση μηδέν, η γραμμή διάσταση ένα, οποιοδήποτε επίπεδο σχήμα, διάσταση δύο, ενώ όλα τα αντικείμενα που έχουν όγκο και καταλαμβάνουν χώρο έχουν διάσταση τρία. Για παράδειγμα φράκταλ είναι οι ακτές με την πολυσχιδή ακτογραμμή τους και έχουν διάσταση κάπου ανάμεσα στο 1 και το 2. Όπως και άλλα γνωστά σχήματα όπως οι μαθηματικές κατασκευές “Sierpinski Gasket” και νιφάδα Koch, αλλά και τα σύννεφα, οι κορυφογραμμές, οι χιονονιφάδες, οι πνεύμονες, το σύστημα των αιμοφόρων αγγείων, οι πίνακες του Jackson Pollock, τα κλαδιά της φτέρης.

Μια άλλη βασική ιδιότητα των φρακταλικών δομών είναι η αυτοομοιότητά τους, δηλαδή η αναπαραγωγή του ιδίου, με το αρχικό, σχήματος ύστερα από κάθε μεγέθυνση, με την διαδικασία να επαναλαμβάνεται εις το διηνεκές. Δηλαδή το αρχικό σχήμα να φαίνεται το ίδιο σε όλες τις κλίμακες αναπαραγωγής του.




1. ΑΥΤΟ-ΑΝΑΦΟΡΙΚΟΤΗΤΑ = ΑΥΤΟ-ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ
(Προσοχή Δαγκώνει!)

Σύμφωνα με όσα εξέθεσα προηγουμένως λοιπόν, νομίζω ότι δεν είναι και πολύ άστοχο να παρομοιάσω την αυτοαναφορικότητα, δηλαδή την προσπάθεια επεξήγησης εννοιών με ορισμούς και εργαλεία που να περιέχουν, (να έχουν ενσωματωμένη ήδη), την έννοια που επιδιώκουν να διασαφηνίσουν, με την αυτοομοιότητα, που όπως είδαμε είναι η αναπαραγωγή του ιδίου αντικειμένου σε κάθε επόμενο επίπεδο μεγέθυνσης, (ή εμβάθυνσης θα έλεγα μιας και μιλάμε για στοχασμό).

Εδώ θα κάνω μια μικρή παράκαμψη για να μεταμοντερνίσω λιγάκι, όπως είθισται στους κύκλους της academia των πολιτισμικών σπουδών και να αυθαιρετήσω παιχνιδιάρικα, ονομάζοντας τα διάφορα επίπεδα στοχασμού σαν «στοχαστικά επίπεδα», με το «στοχαστικό» (random) και την «στοχαστικότητα» (randomness) να έχουν φυσικά εντελώς συγκεκριμένη λειτουργία στα φυσικά φαινόμενα, αλλά για λόγους γενναιοδωρίας και μόνον θα τα αφήσω σαν ιδέα σε άλλους επίδοξους "συναδέλφους", για να την αναπτύξουν, να πρωτοπορήσουν και να προαχθούν.

2. ΒΥΘΙΣΗ ΣΚΕΨΗΣ = ΠΑΓΙΔΕΥΣΗ ΣΕ ΦΡΑΚΤΑΛΙΚΕΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ.
(Προσοχή δαγκώνει!)

Τώρα βέβαια, θα πρέπει να εξηγήσω γιατί θεωρώ την παγίδευση της σκέψης στα ερέβη του εγκεφάλου προσπαθώντας να συλλάβει τις έννοιες της φιλοσοφίας, σαν κίνηση σε μια φρακταλική separatrix. Τι είναι τέλος πάντων αυτό το τέρας;


3. Η ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΚΡΕΜΟΥΣ
(Μπορείτε να με εμπιστευτείτε)

Για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με δυναμικά συστήματα (και πώς να είναι), θα φέρω σαν παράδειγμα το απλό εκκρεμές. Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι μπορεί να εκτελεί δύο τύπους κινήσεων, μια ταλαντωτική, όπως το κλασικό ρολόι που είχανε στις σάλες τα παλιά αστικά σπίτια των εμπόρων και των καπεταναίων, και μια περιστροφική, δηλαδή με το εκκρεμές να διαγράφει πλήρεις περιστροφές, τέτοιες ακριβώς που διέγραφε στα μικράτα μας και η ταλαίπωρη η χρυσόμυγα που δέναμε στο ποδάρι με μια κλωστή και που με την άλλη άκρη κρατημένη σφιχτά στο χέρι την περιστρέφαμε ανελέητα μέχρι να πλαντάξει από το πολύ τζιτζίρισμα.


[Στο παραπάνω σχήμα, ο άξονας των x δείχνει την γωνία απομάκρυνσης του εκκρεμούς από τη θέση ισορροπίας και ο άξονας των y την ταχύτητα απομάκρυνσης. Η κόκκινη γραμμή είναι η separatrix. Δεν θα εξηγήσω παραπάνω γιατί δεν κάνουμε εδώ φυσική αλλά φιλοσοφία].

Τώρα, στο συγκεκριμένο παράδειγμα υπάρχει και μια δεύτερη θέση ισορροπίας, πέρα από την κλασσική, αυτή με το μπαλάκι να ισορροπεί, να έχει δηλαδή μηδενική ταχύτητα, στην κατακόρυφη θέση, θέση που όπως καταλαβαίνετε είναι πολύ ασταθής αλλά στα μαθηματικά υπάρχει σαν δυνατότητα. Όταν λοιπόν για κάποιες αρχικές και ιδεατές συνθήκες το εκκρεμές βρεθεί εκεί, δεν είναι και πολύ σίγουρο τι είδους κίνηση θα εκτελέσει: μπορεί να ξεφύγει αριστερά και να κάνει ταλάντωση, ή μπορεί να πάει δεξιά και να κάνει περιστροφή. Θεωρητικά, αν όλα πάνε κατ’ ευχή, το θέλει η Παναγιά και οι ανέμοι είναι μαζεμένοι στα σακιά τους, το εκκρεμές μπορεί να κάτσει εκεί όλη του ζωή περιμένοντας να πάρει μια απόφαση, η οποία ποτέ δεν θα παρθεί. Δηλαδή, λέμε τότε ότι το εκκρεμές έχει παγιδευτεί σε μια separatrix. Separatrix είναι μια καμπύλη ή κάτι πολυπλοκότερο το οποίο διαχωρίζει δύο τύπους κινήσεων του υπό εξέταση δυναμικού συστήματος .

Σκεφτείτε, τι γίνεται σε πιο πολύπλοκα συστήματα. Εκεί οι separatrices, δηλαδή οι περιοχές που χωρίζουν κινήσεις διαφορετικών τύπων, είναι πολύ πιο πολύπλοκες οντότητες και οι ειδικοί έχουν δείξει ότι η δομή τους είναι φρακταλική με ιδιότητες που περιγράψαμε λίγο παραπάνω.

Άρα, αυτό που θα πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι όταν το σύστημα βρεθεί στην περιοχή τους, προσβάλλεται από την χρόνια ασθένεια της αναποφασιστικότητας από την οποία αδυνατεί να ξεφύγει και να καταλήξει κάπου, να κάνει κάποια κίνηση επί τέλους.

Δεδομένου και του χαοτικού τρόπου λειτουργίας του εγκεφάλου, δεν θα ήταν λοιπόν παράλογο να τολμήσουμε να συσχετίσουμε την διαδικασία της ατέρμονης και αδιέξοδης σκέψης με μια κατάσταση εγκλωβισμού σε φρακταλικές διαχωριστικές γραμμές.

ΥΓ. Νομίζω, ότι το παραπάνω κείμενο είναι ό,τι πιο μεταμοντέρνο έγραψα ως τώρα και ότι θα εκτιμηθεί δεόντως! Γιά όποιες απορίες είμαι στη διάθεσή σας.



Τετάρτη 9 Απριλίου 2008

Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία


Μιας και τον τελευταίο καιρό έχω κολλήσει με κάποια δόση ψυχαναγκασμού είναι αλήθεια, στο νεοφιλελεύθερο μίασμα και τα παραλειπόμενα του, θεώρησα ότι θα ήταν καλό και χρήσιμο να έπαιρνα μια γεύση, πρώτα εγώ και μετά εσείς, (δεν είμαι μοναχοφάϊσσα) για τις πρόσφατες επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και τη διερεύνηση των πηγών της ευμάρειας που νομίζουμε ότι αντικρίζουμε, μέσα από αριθμούς πλέον. Σε προηγούμενο άρθρο ασχολήθηκα με το αμερικάνικο νεοφιλελεύθερο «θαύμα» οπότε για λόγους ευταξίας θεώρησα ότι θα έπρεπε να επιχειρήσω κάτι παρόμοιο και για τα καθ’ ημάς. Μιας και οι πηγές που ανέτρεξα δεν είναι οι ίδιες, δεν υπάρχει ακριβής αντιστοίχηση στους δείκτες που εξετάζω για τις δυο αυτές χώρες. Άλλά έστω και έτσι η εικόνα που αποκομίζουμε είναι ενδεικτική.

Τα στοιχεία που παραθέτω τα συνέλεξα από την πρόσφατη ετήσια έκθεση για το 2007, του Ινστιτούτου Εργασίας, (ΙΝΕ), της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ για την ελληνική οικονομία και απασχόληση.


ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

[1]. Κατά τη διετία 2006-2007 η οικονομία διατήρησε υψηλούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, στο επίπεδο του 3.7%, όπου όμως σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή έπαιξε η σημαντική επέκταση του τραπεζικού ΔΑΝΕΙΣΜΟΥ στα νοικοκυριά, η οποία αποτελεί και το χαρακτηριστικό στοιχείο του προτύπου ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Η έκθεση το λέει καθαρά ότι το περίπου μισό ΑΕΠ της χώρας, συγκεκριμένα το 46% οφείλεται σ’ αυτήν ακριβώς την οικονομική δραστηριότητα. Φυσικά δεν πιστεύω να υπάρχει κανείς που να νομίζει ότι αυτό συνιστά ανάπτυξη!

Όπως πολλοί ήδη γνωρίζετε, το ΑΕΠ είναι ένας δείκτης όπου όλα αθροίζονται. Ένα τσουβάλι όπου χωρούν αδιάκριτα όλες οι οικονομικές δραστηριότητες μιας χώρας. Αν για παράδειγμα σε μια χώρα ενσκήψει επιδημία και ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού χρειάζεται σοβαρή ιατρική περίθαλψη αυτή θα εγγράφεται στο ΑΕΠ σαν μεγέθυνση και η χώρα θα φαίνεται προς τα έξω ότι ευημερεί. Για το λόγο αυτό, το ΑΕΠ σαν αξιόπιστος δείκτης αμφισβητείται από πάρα πολλούς σοβαρούς οικονομολόγους. Σχετική συζήτηση δείτε για παράδειγμα, στο βιβλίο του J. Rifkin, «Ευρωπαϊκό Μοντέλο».

[2]. Το 2006 σημειώθηκε αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου η οποία όμως στο μεγάλο της μέρος αφορούσε σε επενδύσεις σε κατοικίες και κατασκευές και όχι σε μηχανολογικό εξοπλισμό, που κανονικά αποτελεί μοχλό αύξησης της παραγωγικότητας.

[3]. Σχετικά με την παραγωγικότητα της εργασίας κατά τη δεκαετία 1997-2006, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης το 3.1%, η έκθεση συμπεραίνει ότι εξάσκησε σημαντική επίδραση στο κόστος της εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Ο τρόπος που συνέβη αυτό ήταν αντί να μεταφραστεί σε ΑΥΞΗΣΗ ΜΙΣΘΩΝ, να μετατραπεί σε ΜΕΙΩΣΗ του κόστους ΕΡΓΑΣΙΑΣ.
Ας το δούμε πιο αναλυτικά. Κατά το 2006 η αύξηση της παραγωγικότητας μειώθηκε στο 2.8%, αλλά πάλι παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα, κρατώντας τη δεύτερη θέση στην ΕΕ μετά τη Φιλανδία. Την ίδια χρονιά η μέση αύξηση των πραγματικών αμοιβών ήταν 2.4%. Επομένως το υπολοίπον 0.4% πήγε στη μείωση του ΚΟΣΤΟΥΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ.

Δεν γνωρίζω πόσο μειώθηκε το αντίστοιχο κόστος σε άλλες χώρες της ευρωζώνης ή αλλού, πάντως η προσπάθεια συρρίκνωσής του αποτελεί πρωτεύουσα νεοφιλελεύθερη τακτική, χωρίς φυσικά να μπορεί να ανταγωνιστεί τα επίπεδα κόστους στις γειτονικές βαλκανικές χώρες, για να μην πάμε πιο μακριά στην Ασία.

Τί θα περίμενε όμως κανείς με τη μείωση αυτή; Μείωση μάλλον των τιμών. Αμ δε! Αντ’ αυτού, η μείωση αυτή μετακυλύστηκε σε αύξηση των κερδών. Από τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης (ΕΕ-27) η Ελλάδα κατέχει την ΠΡΩΤΗ θέση με κριτήριο το μερίδιο κερδών στον επιχειρηματικό τομέα.

Οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων τους περισσότερο από την εξέλιξη του κόστους εργασίας διευρύνοντας τα περιθώρια κέρδους τους και συμβάλλοντας στην αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων.
Τί είπε ο Αντώναρος; Ότι ο πληθωρισμός είναι εισαγόμενος; Χα, χα, χα...

[4]. Η ανάλυση της φορολογικής επιβάρυνσης διαπιστώνει ότι στην Ελλάδα υπάρχει φορολογική ανισότητα σε βάρος των μισθωτών και συνταξιούχων.

ΑΠΟΔΟΧΕΣ

[5]. Οι μέσες μηνιαίες ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ αποδοχές το 2006 ανέρχονταν σε 1500 ευρώ έναντι 2391 ευρώ κατά μέσο όρο στην ΕΕ-15. Έτσι το μηνιαίο κόστος εργασίας στη Ελλάδα αντιστοιχεί στο 72% του μέσου όρου της ΕΕ-15 και η παραγωγικότητα στο 91% αυτού. Τέλος η αγοραστική δύναμη αντιστοιχεί στο 72% του μέσου όρου της ΕΕ-15.

[6]. Οι ΚΑΘΑΡΕΣ μηνιαίες αποδοχές από ΜΙΣΘΩΤΕΣ υπηρεσίες στον ΙΔΙΩΤΙΚΟ τομέα κυμαίνονται για τους 2 στους 3 από 500 – 1000 ευρώ.

[7]. Οι 2 στους 3 μισθωτούς σε καθεστώς ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ έχουν καθαρό μηνιαίο εισόδημα που δεν υπερβαίνει τα 500 ευρώ και στην πλειοψηφία τους είναι γυναίκες (8/10).
Σε σύνολο 4.461.200 εργαζομένων, οι μερικώς απασχολούμενοι ανέρχονται σε 258.600, δηλαδή μόλις το 5.8%, εκ των οποίων αυτοί που θα επιθυμούσαν πλήρη απασχόληση αποτελούν το 43.6%.

[8]. Το 50% των εργαζομένων στον ευρύτερο ΔΗΜΟΣΙΟ τομέα έχει ΚΑΘΑΡΟ εισόδημα ανάμεσα στα 1000-1500 ευρώ, ενώ στον ιδιωτικό τομέα μόνο το 20% απ’ αυτούς έχει τέτοιες αποδοχές.
Το οποίο σημαίνει ότι όσοι είχαν ελπίσει σε καλύτερα αμειβόμενες εργασίες στον πολυδιαφημισμένο ιδιωτικό τομέα, κοινώς την πατήσανε, διότι τα πράγματα έχουν πια μεταστραφεί.

[9]. Σχετικά με την οικονομικά ανισότητα: ο λόγος του εισοδήματος του 20% πλέον εύπορου κομματιού προς το εισόδημα του 20% λιγότερο εύπορου είναι 6:1.


ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ


[10]. Σχετικά με την απασχόληση: Ο αριθμός των ανέργων κατά το 2006 μειώθηκε κατά 39,450 άτομα, όμως το 70% της αύξησης του αριθμού των απασχολουμένων αφορά σε ευέλικτες μορφές εργασίας, με το 20% να πηγαίνει στην μερική και το 50% των νέων θέσεων εργασίας στην προσωρινή απασχόληση. Το ευρύτερο δημόσιο απασχολεί μόνο το 25% των προσωρινώς εργαζομένων. Το υπόλοιπο χρεώνεται στον ιδιωτικό τομέα.

[11]. Η τεχνολογική υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας αντανακλάται στο επίπεδο εκπαίδευσης των εργαζομένων στη χώρα μας. Οι επιχειρήσεις ζητούν μεσαίου εκπαιδευτικού και τεχνικού επιπέδου γνώσεις και δεξιότητες. Κατά συνέπεια 7/10 θέσεις εργασίας κατέχουν απόφοιτοι δημοτικού και λυκείου.
Βέβαια με την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου τις ίδιες υποβαθμισμένες θέσεις θα τις κατέχουν απόφοιτοι πανεπιστημίων, χωρίς προφανώς αυτό να συνιστά και πρόοδο.

[12]. Η δια βίου εκπαίδευση συστήνεται σαν πανάκεια από τους συντάκτες της έκθεσης. Σε αυτό όμως δεν έχω παρά να αντιπαραθέσω σαν αντίλογο, το άρθρο του Ν. Μουζέλη, "Ο τρίτος δρόμος για την απασχόληση", Νέες Εποχές, ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2004.

[13]. Το χρέος των νοικοκυριών στις τράπεζες υπό μορφή κυρίως στεγαστικών δανείων όπως είπαμε και στο [1] αντιπροσωπεύει το 46% του ΑΕΠ.

[14]. Η αδήλωτη εργασία ανέρχεται στο 25% του όγκου της συνολικής απασχόλησης, ενώ στην ΕΕ-27 στο 7-19% του όγκου της δηλωμένης απασχόλησης.
YΓ. Επιβάλεται να δείτε και ΑΥΤΟ:
"Εργασία στα χρόνια της ΟΝΕ", Iospress, Ελευθεροτυπία, 16/6/2002.

Τρίτη 8 Απριλίου 2008

ΤΑ ΝΕΑ ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ


Όταν καμιά φορά τυχαίνει να αξιολογούμε και να αναλύουμε συμπεριφορές και καταστάσεις, πολύ συχνά συμβαίνει να ξεχνούμε να αναστοχαστούμε πάνω στο είδος των συλλογισμών και επιχειρημάτων που επιστρατεύουμε γι’ αυτή τη δουλειά, διότι, εφ’ όσον δεν καταπατούμε τους νόμους της Λογικής, θεωρούμε δεδομένο πως ό,τι εκφράζουμε, αυτόματα νομιμοποιείται από το κύρος και την αδιαμφισβήτητη Αλήθεια που κομίζει ο «κοινός νους» και η «κοινή λογική». Αυτή η βεβαιότητα δεν κατεβαίνει βέβαια από τον ουρανό, αλλά ενισχύεται και παγιώνεται από τη διαπίστωση ότι και οι περισσότεροι από τους πλησίον μας διαθέτουν το ίδιο οπλοστάσιο κοινών αληθειών, οπότε βάσει της αρχής της πλειοψηφίας συμπεραίνουμε ότι δεν μπορεί παρά κι εμείς να έχουμε δίκαιο στον τρόπο που κατανοούμε και ερμηνεύουμε τα πράγματα.


Το «Αυτονόητο» όμως εμπεριέχει παγίδες, με την έννοια ότι δεν εκφράζει αμετάκλητες και αιώνιες Αλήθειες αλλά μόνον τις τρέχουσες, οι οποίες και αποτελούν τους κοινούς τόπους της συγκεκριμένης εποχής με τις ιδιαίτερες κοινωνικο-πολιτικές συνιστώσες. Οι τρόποι σκέψης, οι ιδέες, οι νοοτροπίες οι αξίες, η ηθική, ακόμη και το τι νοείται ως ορθολογικό έχουν ιστορική και όχι υπερ-ιστορική ή υπερ-τοπική ισχύ και υπόσταση.


Η εποχή μας, που εν πολλοίς χαρακτηρίζεται ως Μετανεωτερική, έχει την αξιοζήλευτη ιδιαιτερότητα να μας καθιστά μάρτυρες ενός νέου τρόπου σκέψης που άρχισε να εξυφαίνεται και να εγκαθίσταται σχετικά πρόσφατα, τις τελευταίες μόλις δεκαετίες, και που παλεύει ν’ αντικαταστήσει έναν προηγούμενο τρόπο σκέψης, γέννημα και θρέμμα της Νεωτερικότητας, μιας εποχής δηλαδή που άρχισε χοντρικά με τον Διαφωτισμό και συνεχίστηκε μέχρι, ας πούμε, τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο. Μιας και οι κοινωνίες βρίσκονται στο μεταίχμιο σημαντικών αλλαγών, είναι ενδιαφέρον να εντοπίσουμε τους χώρους όπου ο καινούργιος τρόπος σκέψης φαίνεται να κερδίζει έδαφος.


Ένας τέτοιος χώρος σχετίζεται με την μετάθεση υπαιτιοτήτων και αρμοδιοτήτων από την κοινωνία στο άτομο, δηλαδή, με την βαθμιαία υποβάθμιση στις συνειδήσεις, της δυνατότητας που έχει ο κοινωνικο-πολιτικός παράγοντας να καθορίζει τις ατομικές διαδρομές και συμπεριφορές. Προς τούτο, ας δώσω δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα.


Το ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, που σχετίζεται με την μεταβίβαση υπαιτιοτήτων και ενοχών, αφορά στην πρόσληψη της φτώχειας και του φτωχού. Τόσο στην Ελληνική όσο και στην πρόσφατη Ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη η φτώχεια αποτελούσε δυσάρεστο κοινωνικό φαινόμενο, επειδή αντανακλούσε την αποτυχία της κοινωνίας να εξασφαλίζει όχι μόνο ίσες ευκαιρίες αλλά και ίσα αποτελέσματα στα μέλη της. Εξ ου και η εγκαθίδρυση στην μεταπολεμική Ευρώπη του κοινωνικού κράτους πρόνοιας, του αναδιανεμητικού ασφαλιστικού συστήματος αλλά και της υψηλής φορολογίας των φυσικών προσώπων, τρόποι με τους οποίους η κοινωνία συναινούσε στη μεταφορά πόρων από τους ισχυρότερους προς τους οικονομικά ασθενέστερους.
Σύμφωνα όμως με το νέο «Αυτονόητο», δεν είναι οι κοινωνίες υπεύθυνες για την φτώχεια που παράγουν, αλλά τα ίδια τα άτομα. Οι κοινωνίες τώρα δεν υποχρεούνται να παρέχουν ίσα αποτελέσματα, αλλά μόνον ίσες ευκαιρίες. Η ευθύνη για το αν κάποιος, που γεννήθηκε στο Harlem δεν κατάφερε να γίνει κάτι εξ ίσου σπουδαίο με αυτόν που γεννήθηκε στο Beverly Hills, εφ’ όσον αμφότεροι έχουν πρόσβαση στη ίδια εκπαίδευση, δεν αποδίδεται πλέον στην ύπαρξη του Harlem αλλά στην ανικανότητα του ιδίου και μόνον ατόμου.


Το ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ που σχετίζεται με τη μετάθεση αρμοδιοτήτων, αφορά στην υπερβολική έμφαση που αποδίδεται εσχάτως στη δύναμη του νου και την ατομική θέληση, σαν τις κυρίαρχες συνιστώσες για την επίτευξη στόχων, επίλυση προβλημάτων έως και τον τηλεπαθητικό επηρεασμό εκβάσεων προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Η τρέχουσα κουλτούρα με το να βρίθει από προτρεπτικά συνθήματα, όπως «Μπορείς να...», δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας έωλης τελικά παντοδυναμίας στα άτομα, απαιτεί δυσανάλογη ανάληψη ευθυνών από αυτά, ευθύνες που προηγουμένως αποδίδονταν στην κοινωνία, τα εξατομικεύει, τα αποκόβει από τον κοινωνικό ιστό, και έχει σαν αποτέλεσμα την απενοχοποίηση των δημόσιων πολιτικών για τις κοινωνικές επιπτώσεις που επιφέρουν, την παράκαμψη της Πολιτικής και τη διατήρηση του status quo.


Τα προηγούμενα παραδείγματα, πέρα από το κοινωνικό τους περιεχόμενο, δείχνουν ότι ο εκάστοτε τρόπος σκέψης που κυριαρχεί, ούτε αναλλοίωτος είναι, ούτε αποτελεί θέσφατο, αλλά είναι προϊόν συγκεκριμένων συνθηκών, ίσως και οικονομικών ή συγκεκριμένων τρόπων παραγωγής, όπως θα έλεγε και ο θείος Κάρολος.