Σάββατο 31 Μαΐου 2014

Το “Φροντιστήριο” ως παγκόσμιο φαινόμενο


Αν δεν ήταν οι τριπλές εκλογές, αυτή την περίοδο όλος ο κόσμος κι ο ντουνιάς θα ασχολιόταν με τις εισαγωγικές εξετάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ο αέρας θα πλημμύριζε για πολλοστή φορά με τη συνήθη γκρίνια για τα χάλια της δευτεροβάθμιας. Μαζί τα σκάγια θα έπιαναν, ως είθισται και τα πανεπιστήμια, που δεν ανταποκρίνονται, ούτε και ανταμοίβουν τον τεράστιο κόπο που καταβάλουν οι μαθητές για να περάσουν τις πύλες τους: στο τέλος της πορείας, για όσους την αντέξουν, δεν περιμένει παρά η ανεργία. Αν λοιπόν, τα δημόσια γίνονταν ιδιωτικά, ίσως τότε τα πράγματα να ήταν διαφορετικά.

Ο κυριότερος δείκτης που πιστοποιεί στην κοινή συνείδηση την ανεπάρκεια των δημόσιων Γυμνασίων και Λυκείων είναι η πανταχού παρουσία των φροντιστηρίων, η φοίτηση στα οποία αποτελεί και την αναγκαία συνθήκη για τη συμμετοχή στις πανελλήνιες εξετάσεις. Δεν νοείται μαθητής να συμμετάσχει στις εξετάσεις χωρίς να έχει περάσει τα περισσότερα απογεύματα ενός ή και τριών χρόνων στα θρανία τους.

Αυτό είναι εν ολίγοις το κοινό αίσθημα ενός λαού που έχει μάθει να συμπεριφέρεται όχι καλύτερα απ' ό,τι το σκυλί του Παβλώφ. Γιατί αν έκανε τον κόπο να δει και παραπέρα θα διαπίστωνε ότι η εξωσχολική ιδιωτική, συμπληρωματική του δημόσιου σχολείου εκπαίδευση, κοινώς τα “Ιδιαίτερα” και το “Φροντιστήριο” απαντώνται σε όλα τα μέρη του κόσμου, με επιταχυνόμενο μάλιστα ρυθμό, ακόμα και σε εκείνα για τα οποία δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι διαθέτουν ένα άρτιο εκπαιδευτικό σύστημα. Λίγοι για παράδειγμα γνωρίζουν ότι οι πολυπαινεμένοι μαθητές της Ν. Κορέας, οι οποίοι πρωτεύουν σε όλες τις εξετάσεις τύπου PISA κλπ, ξοδεύουν πολύ περισσότερο χρόνο σε ιδιωτικά φροντιστήρια, τα hagwons, απ' οτι στα σχολεία τους, κι απ' οτι όλα τ' άλλα παιδιά του κόσμου, ότι τα φροντιστήρια αποτελούν mega-επιχειρήσεις στις οποίες επενδύουν από την Goldman Sachs ως την Carlyle, και ότι ο πιο διάσημος φροντιστής της χώρας, που κερδίζει περί τα 4 εκατ. δολάρια το χρόνο φτάνει στο σημείο να τεμαχίσει το σώμα σε μετοχές και να το εισάγει στο χρηματιστήριο της Σεούλ για τα περαιτέρω.

Στα διάφορα ταξίδια μου δεν ήταν λίγες οι φορές που ο φακός έτυχε να πιάσει διαφημιστικές αφίσες φροντιστηρίων για τις εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια από την Ιταλία ως τη μακρινή Βολιβία. Το ότι η ζήτηση για πανεπιστημιακή εκπαίδευση αυξάνει με τα χρόνια δεν οφείλεται σε κάποια έκρηξη φιλομάθειας, αλλά στην αυξανόμενη σπάνη των λεγόμενων “καλών” θέσεων εργασίας. Η στόχευση σε ένα περιορισμένο αριθμό εξ αυτών έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του ανταγωνισμού για εκείνες τις πανεπιστημιακές σχολές οι οποίες έχουν και τις μεγαλύτερες πιθανότητες να τις εξασφαλίσουν.

Οι εισαγωγικές εξετάσεις δεν αντανακλούν την ποιότητα κανενός εκπαιδευτικού συστήματος ή σχολείου, καθ΄οτι τα παλούκια μπροστά στο τέρμα μπορούν να μετακινούνται άλλοτε πιο μπροστά κι άλλοτε πιο πίσω ώστε κάθε φορά να σκοράρει ένας συγκεκριμένος αριθμός μαθητών, κάθε φορά και μικρότερος όσον αφορά τις “καλές σχολές”.

Κι όσο οι θέσεις εργασίας που πληρώνουν σπανίζουν, τόσο αυξάνεται ο ανταγωνισμός, και τόσο αυγατίζουν τα φροντιστηρια. Η ανεργία που περιμένει στη γωνιά μια μεγάλη μερίδα αποφοίτων δεν οφείλεται τόσο στις όποιες ανεπάρκειες του εκπαιδευτικού συστήματος, όσο στις στρεβλώσεις της ίδιας της αγοράς εργασίας. Και η εκπαίδευση, όσο άριστη και να είναι, από μόνη της δεν φτιάχνει δουλειές.

Δεν είναι λοιπόν περίεργο που η βιομηχανία “Φροντιστήριο” γνωρίζει αλματώδη ανάπτυξη σε πολλές χώρες ανά την υφήλιο ανεξαρτήτως μεγέθους και οικονομικής κατάστασης. Σύμφωνα με το Forbes, ο τζίρος στην παραπαιδεία μέχρι το 2018 θα ξεπεράσει τα 102 δις δολάρια παγκοσμίως, με οδηγούς στην κούρσα τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και τις χώρες της Άπω Ανατολής, αλλά πάνω απ' ολες την τρελαμένη Ν. Κορέα, η οποία και καλύπτει το 15% του παγκόσμιου τζίρου. Το ποσό που ξοδεύουν οι Νοτιοκορεάτες γονείς στα ιδιωτικά μαθήματα ξεπερνάει το κόστος της δημόσιας εκπαίδευσης. Το ίδιο συμβαίνει και στην Τουρκία. Η μετάβαση στην οικονομία της αγοράς έχει παρασύρει και Κίνα, Βιετνάμ, ορισμένες Αφρικανικές χώρες, καθώς και τις χώρες του πρώην Σοβιετικού μπλοκ. Στο δε Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, την Καμπότζη, την Αίγυπτο και τη Λιβύη το μεγαλύτερο μέρος της σχολικής ύλης έχει ανεπισήμως “πουληθεί” στα φροντιστήρια.

Στη Γαλλία, όπου ο ανταγωνισμός για την εισαγωγή σε κάποια από τις École είναι ανελέητος, η ίδια η κυβέρνηση ενθαρρύνει τα φροντιστήρια με φοροαπαλλαγές επί των διδάκτρων. Ο τζίρος ξεπερνάει το $1δις ετησίως. Το ίδιο και στη Γερμανία. Η Μαλαισία και Σιγκαπούρη επιτρέπουν στους δασκάλους ορισμένες ώρες ιδιωτικής διδασκαλίας. Ενώ, προς το παρόν οι Σκανδιναβικές χώρες είναι εκτός χορού. 
 
Στη Μ. Βρετανία, όπου κι εκεί η ανεργία θερίζει, το 25% των μαθητών κάνει “ιδιαίτερα”. Στο Λονδίνο το 40%. Κάθε οικογένεια ξοδεύει κατά μέσο όρο 2,750 λίρες για κάθε παιδί το χρόνο, ενώ ο συνολικός τζίρος αγγίζει τα 6 δις. Το ωριαίο κόστος βρίσκεται ανάμεσα στις 25 και 40 λίρες. 
 
Στο Ισραήλ, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Σχεδόν, το 50% των μαθητών στο Γυμνάσιο και Λύκειο καταφεύγουν σε “ιδιαίτερα”, με το μέσο κόστος να ανέρχεται στα 5,120 δολάρια. Η αντίστοιχη αγορά εκτιμάται στα 300 εκατ. Και το ωριαίο κόστος κυμαίνεται ανάμεσα στα 25 με 50 δολάρια.

Συγκριτικά, στην Ελλάδα η εν λόγω αγορά αποτιμάται στο 1 δις ευρώ κατ' έτος.


Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Τι είναι τα Οικονομικά;





Σύμφωνα με τον Ha-Joon Chang, συγγραφέα του  "23 Αλήθειες που δεν μάς λένε για τον Καπιταλισμό", τα οικονομικά είναι 95% κοινή λογική και το υπόλοιπο 5%, μαθηματικά και τεχνική γλώσσα. 

Στο καινούργιο του βιβλίο "Economics: The User's Guide: A Pelican Introduction", ο Ha-Joon εξηγεί με απλό και κατανοητό τρόπο πώς δουλεύει η παγκόσμια οικονομία και γιατί ο καθένας μπορεί να την κατανοήσει. Σε αντίθεση με την τρέχουσα αντίληψη για τη λειτουργία της οικονομίας, ο συγγραφέας παραθέτει όλο το εύρος των οικονομικών θεωριών, με τα δυνατά και αδύναμά τους στοιχεία, κάνοντας τον αναγνώστη να συνειδητοποιήσει γιατί τελικά δεν υπάρχουν μονόδρομοι.
 

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

Ιδιωτικά Κολλέγια-ΑΤΜs


Ένα χρόνο πριν, ο υπουργός Πανεπιστημίων της Βρετανίας, David Willetts, υπέγραφε ένα υψιπετές άρθρο στην Telegraph στο οποίο εξυμνούσε τις δικής του έμπνευσης ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις που θα έφερναν τα πάνω-κάτω στην ανώτατη εκπαίδευση. Τα κύρια σημεία ήταν η ενσωμάτωση στο σύστημα κρατικής δανειοδότησης και φοιτητών σε ιδιωτικά κολλέγια και πανεπιστήμια, (κερδοσκοπικά ή μη-κερδοσκοπικά, αδιάφορο), καθώς και η άρση προϋπαρχόντων περιορισμών βάσει των οποίων ένα ίδρυμα δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πανεπιστήμιο, και συνεπώς να δανειοδοτηθεί ως τέτοιο, αν ο αριθμός των φοιτητών του ήταν κατώτερος των 4000. Το σκεπτικό της μεταρρύθμισης ήταν ότι η αύξηση του ανταγωνισμού εξ αιτίας της διεύρυνσης των παρόχων ανώτατης εκπαίδευσης, θα αποτυπωνόταν και στην ποιότητα του εκπαιδευτικού προϊόντος.

Ως ανεμένετο, τα “πάνω-κάτω” ήρθαν, και μάλιστα γρηγορότερα απ' ότι υπολόγιζε ο κύριος υπουργός, ο οποίος δεν παρέλειπε συνάμα, να λοιδωρεί ως “εύκολη κριτική” τις ανησυχίες πολλών για την ενδεχόμενη πτώση της ποιότητας. 

Πράγματι, πριν αλέκτωρ λαλήσαι, η ιδιωτική πρωτοβουλία, μη χάνοντας καιρό, ανταποκρίθηκε τάχιστα στην πρόσκληση ιδιοποίησης κρατικών πόρων, ιδρύοντας, μέσα σε μια νύχτα που λένε, 674 ιδιωτικά κολλέγια, προσελκύοντας ταυτόχρονα 160,000 φοιτητές. Μέσα δε, στον ίδιο χρόνο τα κρατικά ταμεία είδαν να φεύγουν προς αυτά πόροι £900 εκατ. για το 2013, από μόλις £40 εκατ. που ήταν το 2010. 

Οι λόγοι της ραγδαίας αυτής άνθισης ήταν αφ' ενός τα χαμηλότερα δίδακτρα, 5000 λίρες κατά μέσο όρο, σε σύγκριση με τις 8000 λίρες των δημοσίων και αφ' ετέρου αυτό πού έφερε σήμερα στο φως ο Guardian μετά από ενδελεχείς έρευνες αρκετών μηνών. 

...Κάποια από τα νεοπαγή ιδιωτικά κολλέγια λειτουργούσαν απλά ως ATMs!

To London School of Science and Technology (LSST) είναι ένα συμπαγές συγκρότημα γραφείων κάπου στο Wembley, το οποίο μέσα σε δυο χρόνια τριπλασίασε τον αριθμό των φοιτητών του, σε 1500 και θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει το πρότυπο που ο κ. Willetts ονειρευόταν. Το ίδιο και το London School of Business and Finance, το οποίο δεν πίστευε στα μάτια του, όταν από 50 μόλις φοιτητές, σε χρόνο ρεκόρ βρέθηκε να κουμαντάρει 6000. Κι όλοι αυτοί με τα δανειάκια τους στην τσέπη, ένεκα της ριζοσπαστικής μεταρρύθμισης, ντε, του κ. Υπουργού.

Κάθε νορμάλ φοιτητής στη Βρετανία δικαιούται μέχρι 11,000 λίρες δάνειο το χρόνο για δίδακτρα και έξοδα διαβίωσης. Το δάνειο αυτό υποχρεούται να το αποπληρώσει σε 30 χρόνια και εφ' όσον ο ετήσιος μισθός του ξεπερνάει τις 21,000 λίρες. Σήμερα, με τη στενότητα στην αγορά εργασίας και τη χαμηλή ποιότητα των προσφερόμενων θέσεων, πολλοί απόφοιτοι αδυνατούν είτε να βρουν δουλειά, είτε όσοι βρίσκουν είναι με μισθό λίγο πάνω από το όριο των 21,000, γεγονός που τους δυσκολεύει στην εξόφληση των δόσεων. Υπολογίζεται ότι το 45% των αποφοίτων δεν θα καταφέρουν να αποπληρώσουν το δάνειό τους, αλλά αυτό είναι μια μακριά κουβέντα, απλά την αναφερουμε μιας και ο δικός μας Σαμαράς, όπως παλιότερα κι ο ΓΑΠ, τα ανέσυρε στη διακαναλική ως τη λύση στο πρόβλημα της χρηματοδότησης των ΑΕΙ. Αλλά, να ήταν μόνο αυτή μια από τις ανοησίες που για ώρες ξεστόμιζε...

Τι συνέβη λοιπόν και τα ιδιωτικά κολλέγια άρχισαν να φυτρώνουν σαν μανιτάρια; Εντάξει, ήταν τα δάνεια των φοιτητών που έμπαιναν στον κορβανά των κολλεγίων, αλλά ήταν και κάτι άλλο που αύξανε τις ροές. Και προφανώς, δεν ήταν ο ανταγωνισμός και το καλύτερο εκπαιδευτικό προϊόν που προσέφεραν. 

Αυτό που στηνόταν από κάτω, ήταν μια ανομολόγητη συμφωνία σύμφωνα με την οποία, τα μεν κολλέγια έκαναν σκόντο στην ποιότητα των φοιτητών που εγγράφονταν, και τα στραβά μάτια ως προς την παρακολούθηση και την παρουσία τους στο ίδρυμα, οι δε φοιτητές εισέπρατταν το δάνειο και εξαφανίζονταν πίσω στις πατρίδες τους όπου τα χρήματα αυτά είχαν πολύ μεγαλύτερη αξία απ' ότι στη Βρετανία.

Και όλα φαίνονταν να κυλάνε ρολόι, ώσπου, προσέξτε, μια εφημερίδα άρχισε να μυρίζεται ότι κάτι πήγαινε στραβά.

Ο κ. Υπουργός περί άλλων ετύρβαζε απόλυτα σίγουρος ότι το αλάθητο δόγμα της αγοράς και πάλι θα θριάμβευε.


YΓ: Πριν από 2 ακριβώς χρόνια γράφαμε για τη Βόμβα των Φοιτητικών Δανείων στις ΗΠΑ.



Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

Και γιατί η ανισότητα ν' αποτελεί κοινωνικό πρόβλημα;




Το θεμα της ανισότητας στον καπιταλισμό ουδέποτε απασχόλησε στα σοβαρά τους policy makers, κι αν τους απασχολούσε βρισκόταν πάντα σε μια υποδεέστερη τέταρτη ή πέμπτη θέση, για λόγους face lifting πιο πολύ, παρά ουσίας. Άλλωστε η ανισότητα αποτελεί την πεμπτουσία της νεοφιλελεύθερης ιδεολογικής σχολής είτε ως στόχος είτε ως αποτέλεσμα. Ως στόχος, διότι σύμφωνα με αυτήν, αποτελεί την κινητήριο δύναμη της ανθρώπινης προσπάθειας και ευφερετικότητας στον αγώνα της κοινωνικής κινητικότητας και του πλουτισμού, και ως αποτέλεσμα, λόγω της φύσης του κεφαλαίου να συγκεντρώνεται σε όλο και λιγότερα χέρια.

Επιπλέον, ο καπιταλισμός ειδικά στις τελευταίες δεκαετίες του ξεσαλώματος φρόντιζε συνάμα να χτίζει και τ' άλλοθί του, αφ' ενος φυσικοποιώντας την, με το να αποδίδει την άνιση κατανομή του πλούτου στην άνιση κατανομή των χαρισμάτων από το χέρι ενός άδικου θεού, και αφ' ετέρου λανσάροντας ευφάνταστες θεωρίες του τύπου “trickling down”, σύμφωνα με την οποία μπορεί το χρήμα να πηγαίνει προς τους πάνω, αλλά κάτι περισσεύει και για τους κάτω ώστε να μένουν ευχαριστημένοι δοξάζοντες.

Το πρώτο βιβλίο στην αρχική περίοδο της κρίσης-συγκεκριμένα εκδόθηκε το 2009-, που ασχολήθηκε σοβαρά με την ανισότητα και τις κοινωνικές της επιπτώσεις ήταν το Spirit Level: Why More Equal Societies Almost Always Do Better των επιδημιολόγων Richard G. Wilkinson και Kate Pickett.

Το ρεζουμέ του βιβλίου, όπως δίνεται μέσα από πληθώρα στατιστικών στοιχείων είναι ότι στις αναπτυγμένες κοινωνίες υπάρχει ένα εντυπωσιακό κοντράστ ανάμεσα στην υλική ευημερία και την κοινωνική αποτυχία, η οποία αποτυπώνεται στην αυξημένη εγκληματικότητα, στα ναρκωτικά, στα ψυχικά νοσήματα, στη χειροτέρευση των επιπέδων περίθαλψης και παιδείας, και διαφόρων άλλων κοινωνικών δεικτών.

Οι ερευνητές συνέλεξαν στοιχεία κοινωνικής ευημερίας από τις 23 πλέον πλούσιες χώρες του κόσμου με πληθυσμό μεγαλύτερο των 3 εκατομμυρίων και τα συνέκριναν με το βαθμό ανισοκατανομής του εισοδήματος. Το αποτέλεσμα φαίνεται με εύγλωττο τρόπο στο παρακάτω διάγραμμα, όπου η χειροτέρευση των κοινωνικών δεικτών αυξάνεται γραμμικά με την ανισοκατανομή του εισοδήματος. Παρατηρούμε ότι η Ελλάδα εντοπίζεται στην περιοχή της μεγάλης ανισοκατανομής, ήδη πριν από την έναρξη της κρίσης, μαζί με την Ιταλία και Ιρλανδία. Η Πορτογαλία βρίσκεται σε ακόμα χειρότερη θέση. Το ότι οι χώρες αυτές βίωσαν την κρίση με τον πλέον οδυνηρό τρόπο ίσως να εξηγείται και έτσι. Για το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ δεν χρειάζεται να σχολιάσουμε ιδιαίτερα.



Το βιβλίο συνδέει με αδιαμφισβήτητο τρόπο την κοινωνική ευημερία σε μια χώρα με το βαθμό ισοκατανομής του εισοδήματος, αλλά δεν διερευνά τις αιτιακής σχέσεις και τη φύση αυτών. Πάντως, την περίοδο που εκδόθηκε ήταν σαν να χτυπούσε το πρώτο καμπανάκι.

Το δεύτερο ακούστηκε το 2012, την περίοδο των αραβικών εξεγέρσεων και του κινήματος Occupy με την έκδοση του βιβλίου του Joseph Stiglitz, “The Price of Inequality”. O Stiglitz, αντιθέτως, πιάνει το θέμα από πολιτική σκοπιά, περιγράφει και διερευνά τους μηχανισμούς, που επέτρεψαν τη γιγάντωση ενός παρασιτικού 1%, το οποίο όμως λόγω της οικονομικής του ισχύος, αποκτά και πολιτική, μέσω των άπειρων χρηματοδοτικών του ικανοτήτων ώστε να μανιπουλάρει τα εκλογικά αποτελέσματα, τις αποφάσεις του Κονγκρέσου και της Γερουσίας, καθώς και τις δικαστικές. Το βιβλίο αποκτά μεγάλη απήχηση, και πολλές από τις αναφορές του συμπυκνώνονται στα αιτήματα των πανταχού εξεγερμένων.

Ο Stiglitz μαζί με τον Krugman, - ο δεύτερος με την αδιάλειπτη καθημερινή αρθρογραφία του κυρίως στους Νew York Times-, έφεραν σιγά σιγά την εισοδηματική ανισότητα στο προσκήνιο, τόσο ώστε να αποτελέσει και το κεντρικό θέμα στην τελευταία μάζωξη του World Economic Forum Davos.

Το τρίτο καμπανάκι, και το πιο ηχηρό, χτύπησε μόλις πριν λίγο με την έκδοση ενός ογκωδέστατου βιβλίου, 700 σχεδόν σελίδων, του γάλλου ερευνητή Thomas Piketty με τίτλο “Capital in theTwenty-First Century”. Είναι αυτό που λέμε ότι “χτύπησε φλέβα”. Η έκδοση προκάλεσε μεγάλο σάλο και στις δυο όχθες του Ατλαντικού, ενώ κι εγώ δεν ξέρω για πόσες βδομάδες βρίσκεται σταθερά στις πρώτες θέσεις των best sellers, αποδεικνύοντας ότι το θέμα της υπερβολικής ανισότητας και αυτών των περίφημων κομματιών του 1%, του 0.1% και του 0.01% έχει ξεφύγει από τους κλειστούς πολιτικούς κύκλους και έχει διαχυθεί στο γενικό κοινό. Η μεγάλη ανακάλυψη του Piketty είναι ότι δεν πάμε απλώς στα επίπεδα της ανισότητας του 19ου αιώνα, αλλά ότι βρισκόμαστε ακόμα πιο πίσω, στην τροχιά του “πατριαρχικού καπιταλισμού” όπου οι κυρίαρχες ελίτ και οικονομικοί παράγοντες δεν βρίσκονται εκεί ελέω προσόντων και της περίφημης “αξιοκρατίας”, αλλά αποτελούν συνέχειες οικογενειακών δυναστειών. Κοντολογίς, αυτό που μάς λέει είναι ότι ο “Μητσοτακισμός” και ο “Καραμανλισμός” δεν αποτελούν τοπικό φαινόμενο μιας καθυστερημένης περιφεριακής χώρας, αλλά έκφανση του ύστερου καπιταλισμού.
 
Επίσης ότι η μεγάλη ανισότητα δεν προκύπτει τόσο από την ανισότητα στην κατανομή των μισθών και των κερδών, αλλά από την άνιση κατοχή κεφαλαίου και κληρονομημένων περιουσιακών στοιχείων τα οποία και περνούν από γενιά σε γενιά. Τα ντοκουμέντα που παρέχει ο Piketty είναι ανεκτίμητα από άποψη έκτασης και ιστορικού βάθους και δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για τα συμπεράσματα που εξάγονται.


Παρ' όλα αυτά όμως, το ερώτημα που τίθεται από τη μεριά των αμετανόητων κυνικών είναι και γιατί η ανισότητα να αποτελεί κοινωνικό πρόβλημα στο βαθμό που  τα κατώτερα στρώματα μπορεί να εξασφαλιστεί να απολαμβάνουν στην πλειονότητά τους ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο;

Αν αφήσουμε στην άκρη την ηθική πλευρά του ζητήματος, και την υπόθαλψη του εξεγερσιακού δυναμικού, μιας και από ένστικτο ακόμα και ο πιο ανυποψίαστος μπορεί να αντιληφθεί ότι ο μεγάλος πλούτος δεν απορρέει από ικανότητα και εργατικότητα μόνο ή από απλή τύχη, τα επιχειρήματα που μπορούμε να παραθέσουμε είναι τα εξής:

1. Ανατρέχοντας στην database που ο Piketty έχει δώσει στη δημοσιότητα μπορούμε να δούμε κατά πόσον το 'trickling down effect” έχει όντως λειτουργήσει στην πράξη.

Στα παρακάτω διαγράμματα βλέπουμε τη χρονική εξέλιξη του εισοδήματος του πιο πλούσιου 10% και του υπόλοιπου 90% ενδεικτικά για τη Γερμανία ΗΒ, ΗΠΑ και Γαλλία. Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι το εισόδημα του 90% από τη δεκαετία του '70 και μετά έχει ελάχιστα μεταβληθεί. 





2. Έννοιες όπως αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, φτώχεια κλπ δεν είναι απόλυτες, αλλά σχετικές. Αυτό που απολαμβάνει ο πλούσιος σε μια περίοδο, απολαμβάνει ο φτωχός σε μια μεταγενέστερη. Άρα, το πώς προσλαμβάνει τον εαυτό του κάποιος, εξαρτάται από την κλίμακα πλούτου που υφίσταται στην κοινωνία όπου ζει.

3. Όπως επισημαίνει ο Stiglitz στο βιβλίο του, οι οικονομικά ισχυροί μετατρέπονται πολύ εύκολα και σε πολιτικά ισχυρούς, οι αποφάσεις των οποίων, προφανώς και έχουν επίδραση στο σύνολο της κοινωνίας. Σε μια εισοδηματικά άνιση κοινωνία, υπάρχει επίσης άνιση μοιρασιά και της πολιτικής ισχύος.

4. Η εισοδηματική ανισότητα αντανακλάται άμεσα στους κοινωνικούς δείκτες, όπως οι 
Richard G. Wilkinson και Kate Pickett έδειξαν στο βιβλίο τους Spirit Level.

5. Η ανισότητα παρεμποδίζει τη ανάπτυξη με το να περιορίζει τη ζήτηση. Δείτε για παράδειγμα το "Inequality and its Perils".  Συνοπτικά, οι φτωχοί καταναλώνουν όλο τους το εισόδημα, ενώ οι πλούσιοι αποταμιεύουν και επενδύουν κυρίως σε άυλα προιόντα.




Σάββατο 10 Μαΐου 2014

Edu-topia: Η εκπαιδευτική δυστοπία της Ν. Κορέας





H τελευταία αξιολόγηση του εκδοτικού οίκου Pearson, με πρωτοβουλία του Economist για τα εκπαιδευτικά συστήματα διαφόρων χωρών πάνω σε βασικές δεξιότητες ανάγνωσης, γραφής, κατανόησης, μαθηματικών, συνεργασιμότητας κλπ, έφερε την Κορέα στην πρώτη θέση, (τη Νότια για να εξηγούμαστε), γεγονός που προκάλεσε μια ακόμα ταραχή στην κυβέρνηση και τα ΜΜΕ, μιας και η Ελλάδα κατέλαβε την τελευταία, ή σχεδόν την τελευταία.



Για την κυβέρνηση, η οποία τα τελευταία μνημονιακά χρόνια τελεί υπό αξιολογική φρενίδιτα, ανάγοντας τις διαδικασίες αξιολόγησης σε μοχλό αναδιοργάνωσης του κράτους και ανόρθωσης της οικονομίας, το συγκεκριμένο αποτέλεσμα ήταν αρκετά οδυνηρό. Αν η αξιολόγηση αφορούσε τα πανεπιστήμια, το χτύπημα θα ήταν ελαφρύτερο, καθότι η όποια κακή κατάσταση των πανεπιστημίων θα μπορούσε εύκολα ν' αποδοθεί στον ΣΥΡΙΖΑ. Για την πρωτοβάθμια όμως εκπαίδευση δύσκολα θα μπορούσε να πείσει την κοινή γνώμη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ για χρόνια εκπαίδευε μυστικά, ταξιαρχίες δεκάχρονων σαμποτέρ ενάντια στις κυβερνητικές εκπαιδευτικές πολιτικές.



Για την αξιολόγηση, ως κατ' εξοχήν νεοφιλελεύθερο ιδεολόγημα και για την εφαρμογή της στην κατάταξη των πανεπιστημίων έχουμε ασχοληθεί στο παρελθόν, ουκ ολίγες φορές. Δείτε για παράδειγμα "Το Ιδεολόγηματης Αξιοκρατίας", "Το Ιδεολόγημα της Αξιοκρατίας και η Αναπαραγωγή των Ελίτ", "Το Λυκόφως των Ελίτ", "Αξιολόγηση των Μηχανισμών Αξιολόγησης των Πανεπιστημίων" κ.ά. Επίσης, σε παλιότερα σημειώματα, αναλύοντας τις αιτιακές σχέσεις ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και την ποιότητα της εκπαίδευσης, είχαμε επισημάνει ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί προϋπόθεση για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού αποτελέσματος και όχι το ανάποδο. Επομένως, όσοι ελπίζουν ότι στην Ελλάδα θα χτυπήσουμε πρωτιές εν μέσω παρατεταμένης και βαθιάς ύφεσης, εν μέσω σήψης και παρακμής, απελπισίας και εθνικής κατάθλιψης, μάλλον δεν ξέρουν τι τους γίνεται.



Για να έρθουμε στην Κορέα, φαντάζομαι ότι πολλοί είναι αυτοί που λιγουρεύονται τις πρωτιές των μαθητών της. Κι άλλοι τόσοι ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους για να δουν από κοντά το θαύμα στη γέννησή του. Θα τους απαλλάξουμε και από τον κόπο και τα έξοδα. Το εκπαιδευτικό σύστημα της Κορέας είναι ένα από τα πιο αμείλικτα, ανταγωνιστικά και εξοντωτικά συστήματα στον κόσμο. Και δεν είναι δικό μου το συμπέρασμα, αλλά μεταξύ άλλων και του Economist, των Financial Times, της Wall Street Journal, κ.ά εφημερίδων, που το έχουν στηλιτεύσει αρκετές φορές μέσα από τις σελίδες τους και με τρόπο ιδιαίτερα αιχμηρό.



Πατάει δε σε δυο πυλώνες, αφ' ενός στην γονεϊκή ιδεοληψία με την ανώτατη εκπαίδευση σε ποσοστό 93%, και αφ΄ετέρου στη μονοπώληση των καλών θέσεων εργασίας από τα chaebol, τις τεράστιες δηλαδή οικογενειακές επιχειρήσεις του τύπου Hyundai, Samsung κ.ά. Τα chaebol προσφέρουν μόνιμες και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, προστατευτικό περιβάλλον, πολλές επιπλέον παροχές, όπως χρηματοδότηση των πανεπιστημιακών σπουδών των παιδιών των υπαλλήλων, μα πάνω απ' όλα prestige. Για τους παραπάνω λόγους ο ανταγωνισμός για μια τέτοια θέση είναι μεγάλος. Ένα υποψήφιος όμως, θα πρέπει προηγουμένως να έχει επιβιώσει ενός έτερου ανταγωνισμού για την εισαγωγή σε ένα καλό πανεπιστήμιο, η αποφοίτηση από το οποίο αποτελεί προϋπόθεση για να συμπεριληφθεί στις λίστες επιλογής του υπεύθυνου ανθρώπινου κεφαλαίου κάποιου chaebol.



Έτσι τα παιδιά από μικρές ηλικίες σπρώχνονται από τους φιλόδοξους γονείς τους, κυρίως τις μάνες, σε ένα δωδεκαετές σκληρό ράλι με μόνο στόχο να πετύχουν στις μια-και-έξω πανκορεατικές εξετάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια. Οι μέρες των εξετάσεων απαιτούν συστράτευση όλων των κορεατών. Για παράδειγμα, ματαιώνονται όλες οι πτήσεις, ώστε να μην αποσπάται η προσοχή όσων μαθητών δίνουν προφορικές εξετάσεις. Επίσης τα οχήματα της τροχαίας και τα ασθενοφόρα βρίσκονται σε επιφυλακή για να μεταφέρουν στα εξεταστικά κέντρα τους αργοπορημένους μαθητές.



Ένας τυπικός μαθητής μένει στο σχολείο από τις 8 το πρωί μέχρι τις 4 το απόγευμα. Οι βιβλιοθήκες μένουν ανοιχτές ως τις 11 το βράδυ και τα δημόσια σχολεία παρέχουν απογευματινή ενισχυτική διδασκαλία. Η μεγάλη πλειοψηφία όμως, μετά το πέρας των κανονικών μαθημάτων καταφεύγει αντί υψηλών διδάκτρων, σε ιδιωτικά σχολεία-φροντιστήρια, τα hagwons τα οποία παίζουν και τον κυριότερο ρόλο. Στην προσπάθειά τους οι κυβερνήσεις να κατεβάσουν τον πυρετό, είχαν απαγορεύσει το 2008 την ιδιωτική εξωσχολική εκπαίδευση, αλλά αυτό που κατάφεραν ήταν να την κάνουν ・μαύρη・ Ένα άλλο μέτρο στο οποίο είχαν καταφύγει ήταν να επιβάλλουν απαγόρευση της κυκλοφορίας των μαθητών μετά τις 10 το βράδυ, άλλα κι αυτό δεν κατέβασε τη θερμοκρασία. Το 2000 με δικαστική απόφαση, η απαγόρευση κηρύχτηκε αντισυνταγματική και τα hagwons ξαναβγήκαν στο φως της μέρας δικαιωμένα. Και ξαναγέμισαν με πιο πολλούς μαθητές αυτή τη φορά. Αν βγάλουμε τις υποχρεωτικές ώρες στο σχολείο και τις απαραίτητες ώρες στο φροντιστήριο μένουν άλλες 10 περίπου ώρες τις οποίες ο μαθητής αφιερώνει στο διάβασμα. Είναι τόσο δε ανταγωνιστική η κοινωνία, που αν ένας μαθητής πιαστεί να διαβάζει 10 ώρες ημερησίως, αυτομάτως το ίδιο θα κάνουν και οι υπόλοιποι για να μη μείνουν πίσω. Επιπλέον, το υπουργείο παιδείας καταστρώνει συμπληρωματικά προγράμματα και παραδόσεις οι οποίες μεταδίδονται από την τηλεόραση, για ακόμα ένα χεράκι ενίσχυσης, αν όλα τα προηγούμενα φανούν ανεπαρκή.

Φυσικό είναι ότι κάτω από τέτοια πίεση οι μαθητές στην Κορέα να παρουσιάζουν τα μεγαλύτερα ποσοστά αυτοκτονιών στον κόσμο. Σύμφωνα με μια δημοσκόπησα ένας στους τέσσερεις μαθητές σκέφτηκε κάποια στιγμή ν' αυτοκτονήσει. Κατ' άλλη, η αναλογία πέφτει στους ένας στους οκτώ. Αλλά κι αυτό το νούμερο μόνο παρηγοριά δεν φέρνει.

Πώς όμως θ' αξιολογούσε κάποιος σώφρων το εκπαιδευτικό σύστημα της Κορέας πέρα από το μετρίδι των εξετάσεων και των multiple choice tests; Κοινή πεποίθηση είναι ότι οι μαθητές γίνονται ξεφτέρια μεν, αλλά στην παπαγαλία και στη συλλογή βαθμών και πιστοποιητικών. Ό,τι μαθαίνουν, το μαθαίνουν επιδερμικά, δεν εμβαθύνουν, γιατί δεν είναι αυτός ο στόχος, δεν ασχολούνται με οποιαδήποτε άλλη γνώση που δεν μετράει στις εισαγωγικές εξετάσεις, και τελικά δεν αποκτούν δεξιότητες για να ανταγωνιστούν σε μια παγκόσμια αγορά.

Το πρόβλημα, όπως αναφέραμε και στην αρχή είναι η δυστοπική αγορά εργασίας, στην οποία και οφείλεται αυτός ο θανατηφόρος ανταγωνισμός. Πέρα από τα chaebol δεν υπάρχει μια ανταγωνιστική και διευρυμένη αγορά εργασίας για να απορροφήσει τους τεράστιους αριθμούς αυτών που αποφοιτούν από τα πανεπιστήμια. Παρεμπιπτόντως, το 80% περίπου των αποφοίτων της μέσης εκπαίδευσης εισάγεται σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή. Επιπλέον, η κοινωνία εμφανίζεται ιδιαίτερα σκληρή σε όσους επιλέγουν να σπουδάσουν με το δικό τους ρυθμό. Το συγχωροχάρτι έχει ημερομηνία λήξης τα 25. Όσοι βρουν δουλειά μέχρι αυτή την ηλικία, έχει καλώς, διαφορετικά τους τρώει η μαρμάγκα. Κανένα chaebol δεν θα γυρίσει να σε κοιτάξει.

Μια άλλη σοβαρή επίπτωση της φρενίτιδας των κορεατών γονέων με την εκπαίδευση είναι η μείωση των γεννήσεων, για το λόγο ότι η εκπαιδευση κοστίζει ακριβά και το οικογενειακό εισόδημα σπανίως φτάνει για περισσότερατου ενός παιδιά. Έχει βρεθεί ότι η υπογεννητικότητα είναι μεγαλύτερη σε περιοχές όπου οι γονείς ξοδεύουν και τα περισσότερα.

Αν βάλει κάποιος στην άκρη τον εξοντωτικό ανταγωνισμό στο εκπαιδευτικό σύστημα της Κορέας,το οποίο εν πολλοίς οφείλεται στη διάρθρωση της αγοράς εργασίας και στη ζήτηση από την κοινωνία ορισμένου τύπου απασχόλησης, αντιλαμβάνεται ότι έχει πολλά κοινά με το δικό μας. Κοινή συνισταμένη είναι οι γονικές φιλοδοξίες για κοινωνική ανέλιξη, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, η παραπαιδεία, τα φροντιστήρια, η παπαγαλία, η βαθμοθηρία, οι πανελλαδικές κ.λ.π. Το ερώτημα όμως που γεννάται είναι γιατί τότε τα νοτιοκορεατόπουλα έρχονται πρώτα και τα ελληνόπουλα τελευταία. Μια απάντηση είναι ότι τα νοτιοκορεατόπουλα είναι περισσότερο αφοσιωμένα, στοχοπροσηλωμένα, πειθαρχημένα και απερίσπαστα. Εδώ μεγάλο ρόλο παίζει και η περιρρέουσα ασιατική κουλτούρα που έρχεται σε αντίθεση με την πιο χαλαρή μεσογειακή. Μια άλλη είναι ότι υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός ανάμεσα στα ιδιωτικά φροντιστήρια όσον αφορά το κηνύγι δασκάλων με ιδιαίτερες διδακτικές ικανότητες, τους οποίους και ακριβοπληρώνουν. Για να πάρουμε μια γεύση του τζίρου και της έκτασης της ιδιωτικής παραπαιδείας, αρκεί να αναφέρουμε ότι επενδύσεις στον τομέα αυτό έχουν κάνει η Goldman Sachs, η   A.I.G. και η Carlyle.

Επιπλέον, ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον συμπέρασμα που βγαίνει από τα παραπάνω είναι ότι η αξιολόγηση  μέσω των εν  λόγω διεθνών tests δεν μπορεί να πιάσει τις ποιότητες της εκπαιδευτικής διαδικασίας, οι οποίες είναι και οι μόνες που έχουν και κοινωνικό όφελος. Όλα τ' άλλα είναι πουκάμισα αδειανά...

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Γιατί οι Γερμανοί αγαπούν τους Ρώσους;




Σχετικά με την Ουκρανική κρίση, η Μέρκελ βάζει τα δυνατά της για να δείξει ότι τόσο ενδοευρωπαικά όσο και διατλαντικά υπάρχει ένα μέτωπο αραγές, ενωμένο σαν γροθιά απέναντι στις κινήσεις των Ρώσων· τις de facto, όπως η προσάρτηση της Κριμαίας, και τις μελλοντικές, όπως μια επέμβαση στις ρωσόφωνες ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας.


Σ' αυτό άλλωστε στόχευε και το πρόσφατο ταξίδι της στις ΗΠΑ όπου με τον Ομπάμα παρέα συμφώνησαν να τραβήξουν από κοινού τις κόκκινες γραμμές. Πολύ λεπτές ακόμα, είναι αλήθεια, τόσο που να αγγίζουν μόνο κάποιους λίγους από το περιβάλλον Πούτιν και τόσο απαλές όσο το πάτημα της γάτας.



Για να τις χοντρύνουν, θα πρέπει πρώτα η Μέρκελ να ξεπεράσει κάποια προβληματάκια στο εσωτερικό. Προβληματάκια, τρόπος του λέγειν. Στην πραγματικότητα, προβληματάρες. Και δεν είναι οι γνωστοί επιχειρηματίες και τραπεζίτες που δυσανασχετούν από τις ενδεχόμενες κυρώσεις, μιας και το εμπόριο, οι γερμανικές επενδύσεις και οι τράπεζες έχουν ομολογουμένως τεράστια ανοίγματα σε Ρωσία και Ουκρανία. Και δεν είναι, ούτε η αριστερά, ούτε ο Gysi, ούτε η Sahra Wagenknecht που οργώνουν την επικράτεια σηκώνοντας την παντιέρα του αντι-αμερικανισμού και προπαγανδίζοντας κατά της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής και υπέρ του δημοψηφίσματος της Κριμαίας. Ούτε το ευρωσκεπτικιστικό, εναλλακτικό κόμμα AfD, που ταξίδεψε ως τον 19ο αιώνα για να ξεθάψει, στο όνομα του γερμανικού ρομαντισμού, το παραδοσιακό αντι-δυτικό πνεύμα και την έχθρα προς τις διεφθαρμένες δυτικές αξίες και τον αγοραίο καπιταλισμό.



Εδώ καλέ κουνήθηκε η ίδια η Καγκελαρία. Τόσο από τους ομοϊδεάτες της Μέρκελ, όσο και από τους όψιμους συμμάχους της στην κυβέρνηση, τους σοσιαλδημοκράτες. Το αίσθημα της συμπάθειας ξεκινάει από τον υπεύθυνο εξωτερικής πολιτικής της κοινοβουλευτικής ομάδας της Μέρκελ, ως τον αρχηγό του CDU στο πολυπληθές κρατίδιο του Βόρειου Ρήνου-Βεστφαλίας, ο οποίος μάλιστα κατηγόρησε για λαϊκισμό αυτούς που τολμούν και εναντιώνονται στον Πούτιν. Όσο για τους σοσιαλδημοκράτες, εδώ μιλάμε κυριολεκτικά για φιλο-ρωσικό ξεσάλωμα. Ο πρώην Καγκελάριος Schmidt πήγε τόσο μακριά ώστε να εκφράσει την κατανόησή του για την ενέργεια της προσάρτησης, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να την χαρακτηρίσει και νόμιμη. Και σα να μην έφτανε αυτός, ο επίσης πρώην Καγκελάριος Schroeder ευρισκόμενος αυτές τις μέρες στην Αγία Πετρούπολη, στο πάρτι γενεθλίων που παρέθεσε, όχι μόνο προσκάλεσε τον Βλαδίμηρο, αλλά και έσπευσε να τον σφιχταγκαλιάσει, όταν αυτός προσήλθε νύκτωρ για να εκφράσει τα σέβη του. Με τη φωτογραφία του εναγκαλισμού να κάνει το γύρο του κόσμου και με τη Μέρκελ να τρώει τα μουστάκια της πάνω-κάτω στη Καγκελαρία από θυμό, νάσου και το Spiegel την άλλη μέρα να βάζει στο στόχαστρο ολόκληρο το SPD και να διερωτάται για τις προθέσεις ως κι αυτού του ίδιου του υπουργού εξωτερικών, του σοσιαλδημοκράτη Steinmeier.



Αλλά ούτε κιαυτό φαίνεται αρκετό. Η διαμάχη θα μπορούσε να είχε περιοριστεί στα σαλόνια της ελίτ και τα πράγματα να τέλειωναν εκεί. Δυστυχώς όμως, είχαν την ατυχία να μπλεχτεί σ' αυτή κι ολόκληρος ο γερμανικός λαός· από τους διανοούμενους, τους καθηγητάδες και τους δημοσιογράφους, ώς τους απλούς πολίτες και τις νοικοκυρές. Τα social media και τα διάφορα for a, οι τηλεοπτικές εκπομπές και τα talk shows, οι εφημερίδες και τα περιοδικά, εδώ και ένα μήνα παίρνουν κυριολεκτικά φωτιά. Η Κριμαία ξαφνικά κι απ' το πουθενά, γίνεται κάτι πολύ παραπάνω από ένα αδιάφορο θέμα των εξωτερικών ειδήσεων, από μια χερσόνησος χίλια μίλια μακρυά. Στην πραγματικότητα αποτέλεσε το προσάναμμα για να φουντώσει μετά από χρόνια, ουσιαστικά από τα χρόνια του πολέμου, η συζήτηση για τη γερμανική ταυτότητα. Οι Γερμανοί ξανάρχισαν να ψάχνονται, ανακαλύπτοντας ότι η θέση που πάνω της εδώ και χρόνια κάθονταν στο κέντρο της Ευρώπης, με θέα προς τα δυτικά, ήτανε μάλλον άβολη!



Τέλη Μάρτη και αρχές Απρίλη εμφανίστηκαν στο Spiegel δυο μακροσκελή άρθρα με τους ενδεικτικούς τίτλους “Πόσο δυτική είναι η Γερμανία; Η Ρωσική κρίση πυροδοτεί κρίση ταυτότητας” και “Το πρόβλημα της συμπάθειας: Είναι η Γερμανία μια χώρα που υπερασπίζεται τη Ρωσία;”. Και δεν έφτανε αυτό. Την Τρίτη εμφανίστηκε ακόμα ένα άρθρο στους Times της Νέας Υόρκης αυτή τη φορά, με τον συντάκτη του, ανταποκριτή της Die Welt να διερωτάται με θυμό: “Γιατί οι Γερμανοί αγαπούν τη Ρωσία;” [4]. Έλα ντε!



Η Γερμανία, τσακισμένη ηθικά μετά από δυο ολέθριους πολέμους, κουβαλώντας ένα κάρο ενοχές και κάτω από την πίεση των συμμάχων νικητών, αποφάσισε ότι από δω και πέρα θα έπρεπε να ξεχάσει τα βουκολικά της οράματα, τους εθνικισμούς, τις ρομαντικές, αντι-φιλελύθερες και αντι-ορθολογικές της πλευρές, τo πολιτισμικό της υπόβαθρο εν γένει, που μπορεί να εξέθρεψε ωραίους ποιητές, μουσικούς και φιλοσόφους, αλλά συνάμα εξέθρεψε και τον Χίτλερ, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα λοιπά, και να κοιτάξει οριστικά και αμετάκλητα προς τη φιλελεύθερη Δύση. Και είναι αλήθεια ότι η δημοκρατία της στα μεταπολεμικά χρόνια ήταν υποδειγματική. Οι νέες γενιές που διαπαιδαγωγήθηκαν σε άλλες αξίες από αυτές των προγόνων τους και που υποχρεώθηκαν να επισκεφτούν δυο τουλάχιστον στρατόπεδα συγκέντρωσης, ήρθαν κι έβαλαν καινούργια ρούχα. Αλλά οι παλιές αγάπες δύσκολα ξεχνιούνται. Αγάπες, που ξεκινούν από τον Μπίσμαρκ και τη στήριξη των Ρώσων στο σχηματισμό του γερμανικού κράτους το 1871, από τις ανέκαθεν καλές σχέσεις με τους τσάρους, από τους κοινούς πολέμους ενάντια στον Ναπολέοντα, ως την Ostpolitik του Willy Brandt. Και για του Γερμανούς, οι Ρώσοι είναι φιλόξενοι, έχουν κουλτούρα, έχουν Τολστόι και Τσαϊκόφσκι, έχουν βαθιά ψυχή, μα πάνω απ' όλα δυο είναι οι κυριότεροι δεσμοί: ο ρομαντισμός και ο πόλεμος, δηλαδή η ενοχή για τις θηριωδίες που διέπραξαν εναντίον τους. A! Και ο αντι-αμερικανισμός.



Σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Spiegel, το 54% των ερωτηθέντων εκφράστηκε θετικά στην προσάρτηση της Κριμαίας. Αρνητικά απάντησε το 38%


ΥΓ. Για πρώτη φορά είχα ασχοληθεί με το θέμα τον Φεβρουάριο του 2008 στο ποστ

ΕΚΛΕΚΤΙΚΕΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΕΣ: Ρωσία-Γερμανία

 

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Χρηματιστικοποίηση του Καπιταλισμού και Κρίσεις


Χρηματιστηκοποίηση του καπιταλισμού λαμβάνει χώρα όταν το υπερβάλλον κεφάλαιο από τον τομέα της παραγωγής στρέφεται για επενδύσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα της οικονομίας από τον οποίο επιδιώκει να εξασφαλίσει μεγαλύτερες αποδόσεις. Αυτό μπορεί να συμβεί για διάφορους λόγους όπως:
λόγω πλεονάζοντος κεφαλαίου,
λόγω υπερ-παραγωγής,
λόγω χαμηλής αγοραστικής δύναμης και ζήτησης,
λόγω πτώσης του ποσοστού κέρδους στους παραγωγικούς τομείς
λόγω απορρύθμισης του χρηματοπιστωτικού κλάδου.

Κάθε ένας από τους παράγοντες αυτούς είτε μεμονομένος, είτε σε συνδιασμό και ανεξάρτητα από τις συνθήκες που τον προκαλούν, έχει σαν αποτέλεσμα την ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

Η ανάπτυξη και οι ελκυστικές αποδόσεις του άυλου αυτού τομέα της οικονομίας συνδέονται επίσης και με την ανάπτυξη των τεχνολογιών, ειδικά αυτών που σχετίζονται με την πληροφορική (software και hardware), καθώς καλύτεροι αλγόριθμοι και μεγαλύτερες ταχύτητες στις συναλλαγές αυξάνουν τις αποδόσεις. Ταυτόχρονα όμως συμβάλλουν και στο μέγεθος και τη βιαιότητα των booms και busts διότι παρακινούν σε μεγαλύτερους όγκους συναλλαγών, σε ανάληψη μεγαλύτερου ρίσκου και σε μεγαλύτερη δικτύωση, έτσι ώστε μια διαταραχή σε έναν από τους κόμβους του δικτύου να φτάνει ως τσουνάμι σε κάποιον άλλον χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.

Αν εξετάσουμε τα 3 μεγαλύτερα κραχ από το τέλος του 19ου αιώνα ως σήμερα, δηλαδή τη Long Depression της περιόδου1873-1896, τη Great Depression με επιστέγασμα το Κραχ του 1929 και την τωρινή κρίση του 2008, παρατηρούμε ότι σε ολες αυτές τις περιπτώσεις προηγήθηκε μια περίοδος έντονης κερδοσκοπίας και δανεισμού, κατά την οποία είχαμε ανατροπή της ισορροπίας μεταξύ finance και production, με την πρώτη να εμφανίζει απότομες αυξητικές τάσεις.

Στο παρακάτω διάγραμμα από τον Thomas Filippon, του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, απεικονίζεται η χρονική εξέλιξη του μεριδίου της χρηματοοικονομικής βιομηχανίας στο συνολικό ΑΕΠ των ΗΠΑ από το 1860 ως τις μέρες μας. Το μερίδιο αυτό από το 2% περίπου στα τέλη του 19ου αιώνα και από το 4.9% στο 1980, φτάνει σήμερα στο 8.3%, χωρίς να δείχνει τάσεις μετριασμού όπως θα περίμενε κανείς εξ αιτίας της κρίσης. Στο διάγραμμα αυτό έχω σημειώσει με μαύρες γραμμές τις περιόδους αλλαγής της κλίσης της καμπύλης, οι οποίες αλλαγές αντιστοιχούν σε επιτάχυνση, σε αύξηση δηλαδή του ρυθμού χρηματιστικοποίησης της οικονομίας, έχοντας ως κατάληξη τα αντίστοιχα κραχ. 

 
Η γραμμή 1 θέλει να τονίσει την απότομη αλλαγή της κλίσης γύρω στο 1880 που διαρκεί περίπου ως το 1895, η γραμμή 2, την αλλαγή που συμβαίνει περί το 1920 και συνεχίζει μέχρι το 1935 και η γραμμή 3 την αλλαγή που συμβαίνει το 1980 μέχρι σήμερα. Συγκρίνοντας τις κλίσεις των τριών γραμμών βλέπουμε ότι η μεγαλύτερη κλίση αντιστοιχεί στη γραμμή 2, γεγονός που μπορεί να εξηγήσει και τη βιαιότητα του κραχ του 1929 στην Αμερική, σε σχέση με τη βιαιότητα του σημερινού κραχ το οποίο συγκριτικά είχε μικρότερες επιπτώσεις. Επίσης η μικρή μεταβολή της κλίσης της γραμμής 1, σύμφωνα με το ίδιο σκεπτικό εξηγεί και τις μικρότερες επιπτώσεις της Long Depression στην οικονομία. Αν και ήταν μια μακρά περίοδος χαμηλής ανάπτυξης μετά το boom του 1873, δεν έμοιζε με τη βίαιη παλινδρόμηση της οικονομίας της περιόδου της Great Depression.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό που μπορεί να παρατηρήσει κανείς εξετάζοντας το εν λόγω διάγραμμα είναι ότι με την πάροδο του χρόνου η περιόδος που σηματοδοτείται από την αλλαγή της κλίσης, δηλαδή από την έναρξη της ξέφρενης χρηματιστικοποίησης της οικονομίας μέχρι την τελική εμφάνιση του κραχ, γίνεται όλο και μεγαλύτερη, γεγονός που θα μπορούσε να εξηγηθεί από την αξιοποίηση της προηγούμενης εμπειρίας και τη βελτίωση των τεχνικών αντιμετώπισης των κρίσεων. Έτσι, ενώ ως παράδειγμα, η πορεία προς τη χρηματιστικοποίηση της οικονομίας αρχίζει το 1980, (για λόγους που δεν είναι του παρόντος), το τελικό σκάσιμο της φούσκας συμβαίνει μετά από 35 χρόνια. Στο κραχ του 1929 αντιθέτως, η φούσκα σκάει μετά από μόλις 9 χρόνια.

Αν εξετάσει κανείς από κοντά τις τρεις αυτές εμβληματικές περιόδους διαπιστώνει ότι προέκυψαν από μια παρόμοια συμπεριφορά.

Όπως γράφει ο Özgür Orhangazi στο βιβλίο του Financialization and the US Economy,

Η σημασία του χρηματοπιστωτικού τομέα στη μετά το 1980 εποχή θέτει ερωτήματα για τις ομοιότητες που παρουσιάζει με την περίοδο από τα τέλη του 19ου μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, καθώς και σε αυτήν την περίοδο η χρηματιστικοποίηση θεωρήθηκε ως η κυρίαρχη δύναμη στην οικονομία. Όταν κοιτάξουμε την οικονομία των ΗΠΑ στα τέλη του 19ου αιώνα, βλέπουμε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από ένα μεγάλο και ισχυρό χρηματοπιστωτικό τομέα που συνοδεύεται από την κυριαρχία μονοπωλίων/ολιγοπωλίων. Λέγεται ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις του βιομηχανικού τομέα βρίσκονται υπό την επήρεια (ή υπό τον έλεγχο) του Money Trust - μια ένωση των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων υπό την ηγεσία της JP Morgan. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της απάντησης των επενδυτικών τραπεζών στον αδίστακτο ανταγωνισμό της δεκαετίας 1880 -1890, με το να στρέψουν την προσοχή τους στη χρηματοδότηση των καρτέλ, τραστ και στις συγχωνεύσεις”.

Η αλόγιστη πιστωτική επέκταση, το μέγεθος της οποίας φαίνεται στο επόμενο γράφημα, ήταν επίσης μια από τις κυριώτερες αιτίες του κραχ του 1929.

Ενθαρρυμένοι από την ευρωστία της οικονομίας οι καταναλωτές δανείζονταν για ν' αγοράσουν μετοχές το ίδιο και οι επιχειρήσεις για να επεκταθούν. Στα χρόνια που προηγήθηκαν του κραχ, το χρηματιστήριο θεωρούνταν ως το κατ' εξοχήν ίδρυμα όπου κάποιος μπορούσε να πετύχει μεγάλα κέρδη. Ήταν κάτι όπως το κυνήγι του χρυσού. Όσο οι μετοχές ανέβαιναν τόσο και περισσότεροι δανείζονταν όλο και μεγαλύτερα ποσά για να επενδύσουν σε μια ανατροφοδοτούμενη φούσκα. Ανάμεσα στο 1923 και 1929 μια μέση μετοχή είχε αυξηθεί κατά 400%, αύξηση που κατ' ουδένα λόγο αντιστοιχούσε στην ευρωστία των επιχειρήσεων.

Όσον αφορά την τελευταία κρίση όλοι δείκτες ανάγουν τις απαρχές της στο 1980, όταν η χρηματιστικοποίηση επιλέχθηκε ως ο προσφορότερος δρόμος για το ξεπέρασμα του στασιμοπληθωρισμού της δεκαετίας του '70.

Ως παράδειγμα είναι το επόμενο διάγραμμα, όπου κανείς παρατηρεί από το 1980 και μετά, την άνοδο του ποσοστού των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ως προς τα υλικά περιουσιακά στοιχεία των κυριώτερων παραγωγικών επιχειρήσεων. Το πιο γνωστό παράδειγμα αποτελεί η αυτοκινητοβιομηχανία General Motors η οποία με το να αποφεύγει τις επενδύσεις στις γραμμές παραγωγής, κατέληξε στη χρεοκοπία. 



Η αντίστιξη της πορείας του χρηματοπιστωτικού τομέα σε σχέση με τον παραγωγικό φαίνεται με τον πιο εύγλωττο τρόπο στο επόμενο διάγραμμα. Πάλι το 1980 αποτελεί σημείο αναστροφής.


Το γιατί οι επενδύσεις στράφηκαν τελικά στα χρηματιστήρια και στα ποικίλα άλλα χρηματοοικονομικά προιόντα φαίνεται και από τα κέρδη που εξασφάλιζαν. Όπως φαίνεται παρακάτω, πάλι από το 1980 και μετά το μερίδιο των κερδών του financial sector ως προς τα συνολικά κέρδη βαίνει αυξανόμενο φτάνοντας το 45%.


Η ασυδοσία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου οφείλεται εν πολλοίς στην παγκοσμιοποίηση και στην απορρύθμιση των κεφαλαιακών αγορών. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχει πολιτική διάθεση αναστροφής της τάσης. Τουναντίον το σκιώδες banking ζει και βασιλεύει ενώ με το High Frequency Trading οι συναλλαγές γίνονται όλο και πιο επικίνδυνες και επισφαλείς...

Τρίτη 15 Απριλίου 2014

Econophysics: Η Φυσική στην υπηρεσία των Αγορών


 (Το πάνω frame δείχνει την πραγματική διακύμανση των returns του S&P500. Το κάτω, αν η διακύμανση γινόταν με τυχαίο τρόπο)




Η κεντρική τράπεζα, το υπουργείο οικονομικών, οι πολιτικοί, αλλά και οι απλοί ανθρωποι που θέλουν να διαχειρίζονται τα αποθέματά τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, όλοι αυτοί επιδιώκουν να γνωρίζουν τη μελλοντική πορεία της οικονομίας με τον πιο αξιόπιστο τρόπο. Για να κάνεις προβλέψεις πρέπει να έχεις μια θεωρία η οποία να μπορεί να πιάνει τα θεμελιώδη συστατικά στοιχεία μιας οικονομίας και τις αλληλεπιδράσεις που τα γενούν με τρόπο όσο δυνατόν πλησιέστερο προς την πραγματικότητα. Μια τέτοια θεωρία φυσικά δεν μπορεί να αποτελείται από μια αράδα απλών εξισώσεων, οπότε χρειαζόμαστε περίπλοκα υπολογιστικά μοντέλα και μεγάλη υπολογιστική δύναμη. Ευτυχώς σήμερα, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο.

Τα περισσότερα μοντέλα στα οποία βασίζονται οι μακρο-οικονομικές προβλέψεις είναι μοντέλα χτισμένα γύρω από καταστάσεις ισορροπίας. Δηλαδή μπορούν να κάνουν σχετικά καλές προβλέψεις όταν η οικονομία τρέχει με ένα τεμπέλικο ρυθμό χωρίς εν γένει μεγάλες εκπλήξεις. Τότε, το αύριο μπορεί να προβλεφτεί από προηγούμενες πληροφορίες του παρελθόντος κάνοντας απλώς μια προέκταση στο μέλλον. Το πόσο κοντινό ή μακρινό θα είναι αυτό το αύριο εξαρτάται από τη ραθυμία της οικονομίας.

Αλλά οι άνθρωποι, οι κεντρικές τράπεζες, κλπ δεν καίγονται να γνωρίζουν ένα μέλλον που θα είναι λίγο πολύ το ίδιο με το παρόν. Αυτό για το οποίο καίγονται είναι να γνωρίζουν τις πιθανότητες μιας μεγάλης αλλαγής. Κι εδώ τα μοντέλα που έχουν δομηθεί γύρω από καταστάσεις ισορροπίας είναι εντελώς άχρηστα.

Ας πάρουμε κάποιον που παίζει στο χρηματιστήριο και επενδύει σε μετοχές. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να μάθει τι θα συμβεί σε 1-2-3 τέρμινα ώστε ανάλογα να αγοράσει ή να πουλήσει με κέρδος. Η κλασική ανακλαστική κίνηση είναι να κοιτάξει πίσω στο παρελθόν τη συμπεριφορά μιας μετοχής ή του συνολικού δείκτη ας πούμε του S&P500 και απο αυτή να σχηματίσει μια γνώμη για το μέλλον. Κι επειδή τα διάφορα ωριαία, ημερήσια, μηνιαία κλπ σκαμπανευάσματα δεν λένε και τίποτε συγκεκριμένο, επιστρατεύεται η θεωρία και το modeling.

Το ερώτημα που τίθεται είναι λοιπόν: 

Ποια είναι η κατανομή των διακυμάνσεων της τιμής του S&P500 σε ένα ικανό χρονικό διάστημα ας πούμε μιας δεκαετίας; Αντί της τιμής, καλύτερα είναι να πάρουμε την κατανομή των returns του δείκτη αυτού, δηλαδή την κατανομή της ποσότητας
τιμή(t)-τιμή(t-1). Όχι για λόγους ουσίας αλλά παρουσίασης.

Η κατανομή που προκύπτει είναι κάτι που μοιάζει αρκετά κοντά με γκαουσιανή κατανομή εκτός από κάποιες πολύ κρίσιμες λεπτομέρεις στις παρυφές της, στις οποίες και κρύβεται ο διάβολος, που είναι τα κράχ. Δηλαδή τα άκρα της, που αντιστοιχούν σε μεγάλες διακυμάνσεις των returns, δεν πιάνονται (βρίσκονται εκτός) από μια κανονική γκαουσιανή κατανομή, η οποία μηδενίζεται πολύ γρήγορα και επομένως αποκλείει γεγονότα με μεγάλες διακυμάνσεις, τα οποία όμως παρατηρούνται στην πράξη και είναι πιο συχνά απ' όσο νομίζουμε.

O Ibovespa είναι ο αντίστοιχος δείκτης του χρηματιστηρίου του Sao Paolo. Στο διάγραμμα αυτό τα διάσπαρτα σημεία (κύκλοι) αντιστοιχούν στην πραγματική κατανομή των τιμών μέσα σε μια μέρα, ενώ η μαύρη καμπύλη αντιστοιχεί στην καλύτερη γκαουσιανή. Βλέπουμε πώς η γκαουσιανή αδυνατεί να πιάσει τις μεγάλες διακυμάνσεις.

Η standard νεοκλασσική θεωρία (Black-Scholes-Merton), η οποία είναι θεωρία ισορροπίας, αφήνει απ' εξω το ζουμί, δηλαδή τις άκρες της κατανομής που δεν περιγράφονται από τη γκαουσιανή καμπύλη και υιοθετεί το πολύ απλό μοντέλο του Τυχαίου Περιπάτου, κατά το οποίο η διακύμαση του S&P500 είναι εντελώς τυχαία και επομένως μη προβλέψιμη. Ή μάλλον η πιο πιθανή τιμή στο μέλλον είναι η σημερινή η οποία και περικλείει όλη την πληροφορία που έχουν οι οικονομικοί δρώντες. Αν δηλαδή κάποιος πουλάει πολλές μετοχές σήμερα, με συνέπεια να πέσει η τιμή τους, αυτόματα θα εμφανιστούν άλλοι που θα τις αγοράσουν, οπότε και η τιμή θα επιστρέψει στα πρότερα επίπεδα. Συνεπώς, σύμφωνα με την αντίληψη αυτή κανείς δεν μπορεί (κατά μέσο όρο πάντα) να κερδίσει από την αγορά παρά μόνο μέσα σε ένα σύντομο χρονικό παράθυρο, πρίν συμβεί η διόρθωση της τιμής.

Τι γίνεται όμως αν ρίξουμε μια πιο κοντινή και χωρίς προκατάληψη ματιά στη χρονοσειρα των διακυμάνσεων της τιμής μια μετοχής ή του S&P500, ή του ΝΙΚΚΕΙ ή του DAX ή του NASDAQ ή όποιου άλλου θέλετε;

Αυτό που παρατηρεί το οξυδερκές μάτι είναι ένα πλούσιο υλικό από patterns. Χοντρικά τα εξής:

  1. Η κατανομή των διακυμάνσεων παρουσιάζει “fat tails”, αυτές δηλαδή που κόβει η γκαουσιανή κατανομή, πράγμα που σημαίνει ότι οι μεγάλες διακυμάνσεις (αυτές τελικά που ενδιαφέρουν) έχουν σημαντική πιθανότητα να συμβούν. Οι κατανομές αυτές είναι πολυωνυμικές (power laws).
  2. Οι διακυμάνσεις παρουσιάζουν έντονη ομαδοποίηση (clustering), δηλαδή μεγάλες αλλαγές στις τιμές ακολουθούνται χρονικά από εξίσου μεγάλες αλλαγές. Το ίδιο συμβαίνει και με τις μικρές αλλαγές. Μικρές αλλαγές ακολουθούνται από επίσης μικρές αλλαγές. Αν η διακύμανση ήταν απλώς τυχαία, τότε θα είχαμε μια ομοιόμορφη κατανομή στο χρόνο των μικρών και των μεγάλων διακυμάνσεων, πράγμα που δεν σημβαίνει.
  3. Οι διακυμάνσεις σε μια χρονική στιγμή δεν είναι ανεξάρτητες από τις διακυμάνσεις σε προθύστερο χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει συσχετισμός μεταξύ τους ή ότι οι τιμές έχουν “μνήμη”. (Στην πραγματικότητα για να ειμαστε ακριβείς αυτό που παρουσιάζει μνήμη, δηλαδή slow decay είναι η autocorrelation του τετραγώνου των τιμών).

Οι προηγούμενες εμπειρικές παρατηρήσεις παραπέμπουν στην εικόνα ότι οι Αγορές αποτελούν ένα complex φαινόμενο, χαρακτηριστικά του οποίου είναι η ύπαρξη μεγάλου αριθμού υποομάδων, οι οποίες δεν είναι ανεξάρτητες αλλά αλληλεπιδρούν και μάλιστα με μη γραμμικό τρόπο. Αν δούμε τα οικονομικά αποτελέσματα σαν απόρροια τέτοιων μη γραμμικών δυνάμεων με τα patterns τα οποία παράγουν, τότε μπορούμε με κατάλληλο modeling να αυξήσουμε την προβλεκτική μας ικανότητα.

Τα περισσότερα εν χρήσει μοντέλα είναι είτε απλώς γραμμικά ή γραμμικά με στοχαστικούς όρους και γιαυτό δεν μπορούν να πιάσουν επερχόμενα κραχ.

Η συμπεριφορά των Αγορών σε περιόδους κραχ ομοιάζει κατά πολύ με τη συμπεριφορά φυσικών συστημάτων πριν από μια μεταβολή φάσης, όπου κι εκεί παρατηρούνται έντονες διακυμάνσεις όλων των μεγεθών, η κατανομή πιθανοτήτων των οποίων ακολουθεί ένα power law της μορφής 1/|x|^α.
Η θεωρία και τα εννοιολογικά και μαθηματικά εργαλεία από το χώρο των κρίσιμων φαινομένων της Φυσικής μεταφερόμενα στην Οικονομία φτιάχνουν τον νέο και πολλά υποσχόμενο κλάδο του Econophysics για τον οποίο θα έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε σε κάποια άλλη στιγμή.