Είναι προφανές ότι η Διαμαντοπούλου δεν ξέρει που παν τα τέσσερα. Προσπαθεί να πάει «εκεί», τη στιγμή που οι άλλοι έχουν πάρει το δρόμο για «αλλού». Σαν την επαρχιώτισσα που νομίζει ότι είναι πρωτευουσιάνα, πάει να λανσάρει μια μόδα, που οι εμπνευστές της έχουν αρχίσει ήδη να εγκαταλείπουν. Δηλαδή, κάνει σαν τον έμπορα εκείνο που προωθεί στην αγορά, ως την τελευταία λέξη της μόδας, τα κοντά φουστάνια, τη στιγμή που στο Μανχάταν και το Παρίσι ο ποδόγυρος έχει προσγειωθεί στη γάμπα. Ευαγγελίζεται την προώθηση του ανταγωνισμού, σαν το τελευταίο trendy concept, στα πανεπιστήμια, τη στιγμή που ο κόσμος βοά ότι το concept αυτό έχει φάει τα ψωμιά του και έχει χρεοκοπήσει. Όταν πάει να προβάλει ως ζητούμενο την επιτάχυνση της επιστημονικής παραγωγής, στον άλλο κόσμο, έχουν ήδη αρχίσει να πυκνώνουν οι φωνές περί του αντιθέτου. Και είναι αυτονόητο με την ορατή πλέον παρακμή της επιστήμης και των επιστημόνων.
Δεν είναι πια μυστικό ότι η επιστημονική παραγωγή, στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών έχει αποκτήσει όλα τα χαρακτηριστικά της ξέφρενης βιομηχανικής παραγωγής. Τουτέστιν, παραγωγή ενός πληθωρισμού από «προϊόντα», εν πολλοίς πανομοιότυπα το ένα με το άλλο, όπου εδώ σαν προϊόντα θεωρούνται κυρίως οι επιστημονικές δημοσιεύσεις, υιοθέτηση τεχνικών marketing για τη διαφήμιση και την προώθησή τους, extra αμοιβές και bonus των ερευνητών-παραγωγών αναλόγως του αριθμού των παραγόμενων «προϊόντων-δημοσιεύσεων» στη μονάδα του χρόνου, πιστοποίηση των «προϊόντων» και των διαδικασιών από εξωτερικές εταιρίες πιστοποίησης, και εμπορική εκμετάλλευση αυτών.
Ο υπερπληθωρισμός δημοσιεύσεων από τους επιστήμονες στην προσπάθειά τους να ανταπεξέλθουν του ανταγωνισμού ώστε να κερδίσουν μια θέση, προαγωγή ή μονιμότητα, χρήματα και φήμη, δεν χρειάζεται και πολύ μυαλό κανείς για να προβλέψει ότι θα οδηγούσε σε δυο κυρίως αποτελέσματα: υπερβολές και πασαλείμματα στην καλύτερη περίπτωση ή απάτη και λανθασμένα αποτελέσματα, στην χειρότερη. Το γεγονός ότι η μπαγαμποντιά ήρθε φώλιασε και μόλυνε την επιστήμη και τους επιστήμονες δεν είναι επειδή είναι στη φύση τους, αλλά διότι αποτελεί απόρροια του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο τις τελευταίες δεκαετίες κλήθηκαν να λειτουργήσουν, ένα περιβάλλον με αξίες ξένες προς τις παραδοσιακές ακαδημαϊκές.
Όπως γράφει και ο καθηγητής του Stanford Γιάννης Ιωαννίδης σε άρθρο του στο Scientific American, με τίτλο «Επιδημία λανθασμένων ισχυρισμών», πολλοί, για να μην πούμε οι περισσότεροι από τους ισχυρισμούς των επιστημόνων έχουν αποδειχτεί λανθασμένοι. «Λανθασμένες μελέτες και διογκωμένα αποτελέσματα σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά έχουν λάβει τη μορφή επιδημίας. Το πρόβλημα έχει καταστεί ανεξέλεγκτο στα οικονομικά και τις κοινωνικές επιστήμες, ενώ απαντάται ακόμη και στις φυσικές και κυρίως στη βιοιατρική. Η πιθανότητα δε, ένα αποτέλεσμα να είναι σωστό είναι αντιστρόφως ανάλογη της δημοσιότητας που έχει λάβει. Μοντέρνα και hot πεδία, τα οποία υπόσχονται στους θεράποντες αυτών υψηλές οικονομικές απολαβές, τείνουν να παρουσιάζουν και το χειρότερο ιστορικό αξιοπιστίας».
Ως αντίδραση λοιπόν, και ως απάντηση στον εκφυλισμό της επιστημονικής δραστηριότητας, έχει ξεπηδήσει η κίνηση «Slow Science», κυρίως από γερμανούς ερευνητές, (και αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, μάλλον αναμενόμενο, εξ αιτίας της διακριτής επιστημονικής κουλτούρας της Γερμανίας σε σχέση με την αγγλοσαξονική), η οποία κίνηση κάνει έκκληση στον επιστημονικό κόσμο για μεγαλύτερη σύνεση.
«...Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο για να στοχάζεται», λέει το μανιφέστο που έχουν κυκλοφορήσει. «Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο για να διαβάσει και χρόνο για να αποτύχει. Η επιστήμη δεν γνωρίζει τι μπορεί να είναι σωστό τώρα. Η επιστήμη αναπτύσσεται ακανόνιστα, με νευρικές κινήσεις και απρόβλεπτα άλματα μπροστά. Την ίδια στιγμή, όμως, έρπει πάνω σε μια πολύ αργή κλίμακα χρόνου, όπου θα πρέπει να της δίνονται αρκετά περιθώρια.
Η «Αργή Επιστήμη», ήταν η μόνη δυνατότητα για εκατοντάδες χρόνια πριν. Σήμερα, αυτή η πρακτική χρειάζεται να ξαναγεννηθεί και να προστατευθεί. Η κοινωνία θα πρέπει να δώσει στους επιστήμονες το χρόνο που χρειάζονται. Χρειαζόμαστε χρόνο να σκεφτούμε, χρειαζόμαστε χρόνο για να χωνέψουμε. Χρειαζόμαστε χρόνο για να παρανοήσουμε ο ένας τον άλλον, κυρίως όταν διεξάγεται διάλογος ανάμεσα στις φυσικές και τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Δεν μπορούμε να σας λέμε όλη την ώρα τι σημαίνει η επιστήμη μας, για το που θα ήταν καλή και χρήσιμη, κι αυτό γιατί δεν γνωρίζουμε. Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο».
Άντε τώρα να καταλάβουν τα βλαχαδερά και οι ταλιμπάν των αγορών με τα μυωπικά μονοχρωματικά γυαλιά…
11 σχόλια:
Ευχαριστούμε για την ενημέρωση.
Το σημαντικό είναι ότι για την "γρήγορη" επιστήμη, εκτός από την έλλειψη ελέγχου ή ελέγξιμων αποτελεσμάτων, υπάρχει και το θέμα των μεθόδων μελέτης, οι οποίες είναι πρόσφορες για συνεχείς δημοσιεύσεις.
Δηλαδή, θεωρητική ανάλυση σε βάθος και συζήτηση με αντιπαρατιθέμενα επιχειρήματα σε δημοσιεύσεις δεν μπορεί να γίνει, εάν κανείς θέλει να δημοσιεύει κάθε δύο μήνες. Επίσης, συνδυασμός μεθόδων και χρήση ιδίως των ποιοτικών μεθόδων δεν είναι δυνατόν να δώσει στιβαρά ή τέλος πάντων ελέγξιμα αποτελέσματα μέσα σε ένα μήνα, αλλά χρειάζονται τουλάχιστον 6 μήνες για μια απλή ερώτηση, ή πάνω από έτος για ένα πρόγραμμα με κάποιες αξιώσεις σοβαρότητας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ποσοτικές μέθοδοι ή απλώς το "τρέξιμο μοντέλων" δίνουν πιο γρήγορα ελέγξιμα αποτελέσματα. Δίνουν πιο γρήγορα ελεγξιμοφανή αποτελέσματα, απλώς γιατί παραβλέπουν την πολυπλοκότητα του κόσμου, και βγάζουν αποτελέσματα με γραμμική σύνδεση ενός αποτελέσματος με μια μόνο αιτία.
Ακριβώς έτσι όπως τα λες είναι cynical. Μια απλή μελέτη της ιστορίας των επιστημών αποδεικνύει περίτρανα την αλήθεια του γραπτού σου. Ας θυμηθούμε πως λειτούργησε, και μεγαλούργησε, η επιστήμη στα πλέον δημιουργικά χρόνια της. Αυτά του 1880-1930. Χωρίς αξιολογήσεις, χωρίς οικονομικές δοσοληψίες με επιχειρήσεις, χωρίς ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Η επιστήμη έχει τους δικούς της εσωτερικούς ρυθμούς και κανόνες ανάπτυξης. Για να λειτουργήσουν όμως αυτή απαιτούνται και ευνοϊκές κοινωνικές συνθήκες, μια και η επιστήμη είναι μια κοινωνική διεργασία. Πολύ όμως φοβάμαι πως αυτές οι συνθήκες δεν πληρούνται σήμερα πλέον. Τουλάχιστο σε αυτό το συμπέρασμα έχω καταλήξει εγώ. Ας θυμηθούμε κι ας βάλουμε σε μια ζυγαριά τις επιστημονικές ανακαλύψεις του πρώτου μισού του 20ου αιώνα με αυτές των τελευταίων σαράντα χρόνων. Ας δούμε τη χρηματοδότηση της έρευνας και τις μεταβολές της. Ας δούμε τέλος την υπόληψη των επιστημόνων από τις κοινωνίες τότε και σήμερα. Τότε, ίσως, κατανοήσουμε καλύτερα τι κάνει αυτή η Διαμαντοπούλου που ανέφερες. Απαξιώνει κάτι άχρηστο γι αυτούς πλέον.
Πλαστικά όλα τελικά. Όσο για την Διαμαντοπούλου τί να καταλάβει; Επαρχιώτισα υπουργός, επαρχιακού υπουργείου, επαρχιακής χώρας...
Η μις Διαμαντόπολος επαρχιώτισσα που προσπαθεί να παραστήσει την παριζιάνα στις, δύστυχες, συχωριανές της! Πέτυχες διάνα!
Όταν εμείς τα χωριατόπουλα (chorics) αντιληφθούμε ότι οι μόδες που πλάσαρε βρίσκονται σε ΠΑΛΙΑ ΤΕΥΧΗ της βόνγκ, που μας έφερε η θεία από το εξωτερικό, τότε θα πάρουμε τα φτυάρια και θα γίνει του βουνού και του λόγγου (longines).
Ρε παιδιά για σιγά! Έχετε κάτι με εμάς τους χωριάτες; Με το συμπάθιο δηλαδή αλλά κι εγώ χωριάτης είμαι!
νομιζω πως κανεις πια δεν ασχολειται με αυτη τη λογικη που παραθετεις
η συζητηση εχει να κανει κυριως με το αυτοδιοικητο την αξιολογηση και το ασυλο
αυτα ειναι τα βασικα θεματα που προκαλουν διαφωνιες και οχι η παγκοσμια ταση του ανταγωνισμου και της προοδου
παρεπιπτοντως μερικα απο αυτα που γραφεις βγαζουν ματια
εαν συνθηκες δυσκολες και ανταγωνιστικες δεν κανουν καποιο να παραγει περισσοτερο και καλυτερα ποιος μπορει;;
ανωνυμε,
αυτα που περιγραφω είναι ηδη τασεις. Οι νεες μεταρρυθμισεις τις εδραιωνουν. Σε καθε νομο κοιταμε παντα τη φιλοσοφια που τον διεπει καθως και αυτα που απορρεουν. Ετσι κι εδω.
Ενώ βάζεις υπέροχα θέματα και τα αναλύεις σωστά συνεχώς βρίσκεσε μεσα στην αυταπάτη.
Οι αγορές και ο καπιταλισμός έδωσαν τεράστια ώθηση στην σύγχρονη επιστήμη τους περασμένους αιώνες έστω και άθελά τους και με τρομερό κόστος για τους εργαζόμενους.
Σήμερα που ο ρυθμός της ανταγωνιστικότητας συνεχώς αυξάνει δίνουν τέτιο ρυθμό στην Επιστήμη που πραγματικά τείνει να την καταστήσει αναξιόπιστη όπως σωστά επισημαίνεις.
Ομως αυτή η τάση , που λαθεμένα την οναμάζεις αγγλοσαξωνική,συνεχώς θα δυναμώνει και θα επικρατήσει παντού καταντώντας την Επιστήμη πλήρως αναξιόπιστη.
Μην έχεις αυταπάτες για αντιστροφή αυτής της τάσης μέσα στο παρόν σύστημα.
Το κείμενο είναι εξαιρετικό και τα ζητήματα που θέτει καίρια και καυτά. Θίγουν δε πραγματικά τον πυρήνα της επικείμενης μεταρρύθμισης. Αν άνοιγε ένας κανονικός διάλογος, στον οποίο πραγματικά να έχει κανείς το χρόνο να αναπτύξει τα επιχειρήματά του, χωρίς να προσπαθεί να τα συμπυκνώσει σε συνθηματική μορφή, αυτά ακριβώς τα ζητήματα θα έθετε. Γιατί η αξιολόγηση αυτόν ακριβώς τον προβληματισμό έχει προκαλέσει στους έλληνες πανεπιστημιακούς και αυτός είναι και ο λόγος που την απορρίπτουν. Απορρίπτουν τη συγκεκριμένη αξιολόγηση και τη ποσοτική και fast-track λογική που την υποτείνει και όχι την αξιολόγηση γενικά. Όταν όμως το στερεότυπο προβάλλεται προτού καν προλάβει να ανοίξει το στόμα του κανείς, είναι δύσκολο να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας. Οπότε πολλοί μπορούν να συμπεράνουν όπως ο δεύτερος ανώνυμος ότι η συζήτηση έχει να κάνει με το αυτοδιοίκητο, την αξιολόγηση και το άσυλο. Αν τους δινόταν η δυνατότητα να ακουστούν, πολλοί πανεπιστημιακοί θα έδειχναν τη σχέση μεταξύ των παραπάνω και του ανταγωνισμού. Η αυταρχική διοίκηση έχει στόχο να επιβάλει την καθυπόταξη του πανεπιστημίου στη λογική του αγοραίου ανταγωνισμού μέσα από την αξιολόγηση της ποσότητας της παραγωγής και όχι της ποιότητάς της.
Εδώ όμως υπεισέρχεται και άλλο ένα ζήτημα που ο cynical δεν έθιξε: με την υπαγωγή της στον ανταγωνισμό η επιστήμη, και άρα και το πανεπιστήμιο, πειθαρχείται και χειραγωγείται. Άλλοι επιλέγουν όχι μόνο τους ρυθμούς της έρευνας, αλλά και τις θεματικές και τα αντικείμενά της. Και αυτό μπορεί να είναι ολέθριο
@Ράνια Αστρινάκη,
Νομιζω οτι παντα υπηρχε ο χρονος για να αναπτυχθει ο διαλογος πανω στα θεματα της παιδειας γενικα και ειδικα της τριτοβαθμιας. Δεν αξιοποιηθηκε ομως με συνεχεις και ουσιαστικες παρεμβασεις, με αποτέλεσμα στο τελος η κοινη γνωμη να διαμορφωθει απο την κυριαρχη λογική, η οποια βλεπει τα ελληνικα πανεπιστημια ως τριτοκοσμικα, και τους διδασκοντες σαν βολεμενους, τεμπεληδες αχρηστους κλπ.
Δεν αναλυθηκαν οι ιδιοι οι μηχανισμοι αξιολογησης οπως δουλευουν στο εξωτερικο, και ο ρολος τους που ειναι να ενταξουν την παιδεια στο μηχανισμο της αγορας. Δεν αναλυθηκε επαρκως ο ορος αξιολογηση με τη σημασια που εχει στην καπιταλιστικη οικονομια.
Δεν συνδεθηκαν τα προβληματα της παιδειας με τα προβληματα της κοινωνιας, με την εννοια οτι εχουν την ιδια πηγη και αιτια. Αν υπάρχει "διαφθορα" στα ΑΕΙ, αυτο δεν ειναι ξεχωρο απο την "διαφθορα" σε ολα τα πεδια της κοινωνικης ζωης.
Δεν παρουσιαστηκαν οι εντονες συζητησεις στο εξωτερικο για τις αποτυχιες και τα προβληματα που δημιουργησε το αγγλοσαξωνικο μοντελο, ωστε η κοινη γνωμη να μην θεωρει ως λύση την εφαρμογή του στη χωρα μας.
Τελος παντων, ειναι πολλα που δεν εγιναν, τα οποια θα ειχαν διαφωτισει τον κοσμο για την πραγματικη εικονα του πανεπιστημιου, και για το τι μελλει γεννεσθαι με τον νεο νομο.
Η ερευνα στα ΑΕΙ ετσι κι αλλιως χειραγωγειται, εδω και μια δεκαετια τουλαχιστον, για το λογο οτι οι χρηματοδοτησεις γινονται μονο σε ορισμενα πεδια και κατω απο προυποθεσεις. Οι κρατικες επιχορηγιες ειναι ανυπαρκτες, κυριολεκτικα. Ολη η ερευνα διεξαγεται με ευρωπαικα προγραμματα, τις θεματικες των οποιων καθοριζουν τα λομπι των Βρυξελλών.
Η έρευνα σήμερα έχει καταντήσει ως η μόδα από το Παρίσι κάθε άνοιξη! Λέει π.χ. η μόδα ότι το επόμενο καλοκαίρι θα φορεθούν τα κίτρινα ... μπικίνι. Και έρχεται το καλοκαίρι και βλέπεις στις παραλίες λεπτές, χοντρές, ψηλές, κοντές κλπ. με κίτρινα μπικίνι. Και κρατάς την κοιλιά σου από γέλια!
Το ίδιο συμβαίνει και στην επιστήμη: τα τελευταία χρόνια είναι της μόδας η νανοτεχνολογία. Έχουν δοθεί τεράστια ποσά από την ΕΕ, όλοι στρέφονται προς τα εκεί μήπως και γλύψουν κανένα κοκκαλάκι, και χωρίς ιδιαίτερες γνωσεις και ικανότητες επιδίδονται στο σπορ!
Το ίδιο συμβαίνει και με την φωτονική, βιο-οτιδήποτε κλπ. Είναι γνωστό στον ερευνητικό χώρο ότι όποια πρόταση εμπεριέχει το πρόθεμα βιο-, νανο-, έκο- (από το οικολογία) έχει μεγαλύτερες πιθανότητες χρηματοδότησης. Γιατί εδώ είναι το κλειδί: από την στιγμή που δεν υπάρχει συνεχής και συστηματική χρηματοδότηση, ο κάθε ερευνητής γράφει οτιδήποτε στην πρότασή του για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του!
Αλλά όπως κάθε μόδα, έτσι και αυτή θα περάσει και μόνο οι σοβαροί ερευνητές θα επιζήσουν. Για παράδειγμα: η ανάλυση του DNA πριν λίγα χρόνια ήταν αποτέλεσμα ερευνών 10ετίας! Υπάρχει περίπτωση σήμερα, με το καθεστώς χρηματοδοτήσεων διετίας ή τριετίας χωρίς εξασφάλιση συνέχειας, να υπάρξουν αποτελέσματα αναλόγου σπουδαιότητας; Μόνο πασαλείματα βγαίνουν!
EEE
Δημοσίευση σχολίου