Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

Το μπιρ παρά ξεπούλημα της Τουρκίας


Επ' ευκαιρία της χθεσινής συνάντησης Σαμαρά-Ερντογάν στο Κατάρ, ο εγχώριος συρφετός των καναλιών θυμήθηκε τις εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις στην Τουρκία, και άρχισε, αν μη τι άλλο να τις δοξολογεί, και με τη χαζοχαρούμενη βεβαιότητα που τον διακρίνει, να τις καθιστά εξ ολοκλήρου υπεύθυνες για τους όντως εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης της γείτονος φίλης χώρας.
    
Η Τουρκία από το 1985 μέχρι σήμερα έχει ιδιωτικοποιήσει σχεδόν τα πάντα, από τσιμέντα, αγωγούς, δίκτυα, ηλεκτρισμό, νερό, φυσικό αέριο, μαρίνες, λιμάνια, αεροδρόμια, γέφυρες, δρόμους και ό,τι βάλει ο νους. Από την σαρωτική αυτή εκποίηση, όταν στις 31 Δεκεμβρίου 2011 έκαναν ταμείο, βγήκαν καθαρά 32.4 δις δολάρια, (τα "ακάθαρτα" ήταν 43.1 δις και η διαφορά των 11 δις πήγε σε δικηγόρους, μεσάζοντες, συμβούλους και σε μίζες), τα οποία πάραυτα παρέδωσαν στο ΔΝΤ, ως όφειλαν. Όπως αντιλαμβάνεστε, στο ταμείο της Άγκυρας δεν έμεινε ούτε ένα γρόσι. 

Το παρακάτω γράφημα δείχνει ότι ουσιαστικά η μεγαλύτερη μπάζα έγινε μεταξύ 2005-2010.

Αν διαιρέσουμε τα 29 δις των τελευταίων 5 χρόνων δια 5, έρχεται περίπου 6 δις το χρόνο. Αν το ΑΕΠ της Τουρκίας τα τελευταία χρόνια πλησιάζει το 1 τρις, δηλαδή τα 1000 δις, αντιλαμβάνεστε ότι τα ετήσια έσοδα των ιδιωτικοποιήσεων δεν αποτελούσαν κατά μέσο όρο, παρά το 0.006 του ΑΕΠ! Κι όμως με το ευτελές αυτό ποσό πουλήθηκε σχεδόν ολόκληρη η Τουρκία.

Έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις σε εκατομμύρια δολάρια την περίοδο 1985-2009





Εδώ, βλέπουμε το ρυθμό ανάπτυξης, ο οποίος λαμβάνει τις υψηλότερες τιμές την περίοδο 2004-2007, περίοδο δηλαδή, η οποία ΔΕΝ συμπίπτει με τις μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις. Την περίοδο 2008-2009 αντίθετα,παρατηρούμε σημαντική κάμψη του ρυθμού και μεγάλη ύφεση. 


Ρυθμός ανάπτυξης ανά τρίμηνο την περίοδο 2001-2010 




Συνήθως, στο δημόσιο διάλογο η κουβέντα περιστρέφεται γύρω από μακρο-οικονομικά μεγέθη, ΑΕΠ κλπ, από τα οποία και εξάγονται συμπεράσματα για το πόσο καλά ή κακά πάει μια χώρα. Όταν ανεβαίνει το ΑΕΠ λέμε ότι η αντίστοιχη χώρα πάει καλά και όλοι χαίρονται για την πρόοδο αυτή, ως εάν η χώρα να μην κατοικείται από ανθρώπους διαφορετικών τάξεων και εισοδημάτων. Δυστυχώς και η Αριστερά εμφανίζεται στις πλείστες των περιπτώσεων με μειωμένα αντανακλαστικά, ώστε σπανίως να αντιγυρίζει τα επιχειρήματα με τη μοναδική δηλητηριώδη ερώτηση: Ανάπτυξη ναι, αλλά για ποιόν;

Ανάπτυξη η οποία δεν φέρνει δουλειές και εισοδήματα δεν είναι η ανάπτυξη που μάς ενδιαφέρει. και στην Τουρκία παρατηρείται ακριβώς αυτό. Η Τουρκία κατοικείται τόσο από Τούρκους του Βαν, όσο και από Τούρκους της Κωνσταντινούπολης, από Τούρκους στις καλύβες της ενδοχώρας και από Τούρκους στα γυαλιά του Βοσπόρου. Γεγονός που αντικατοπτρίζεται στον δείκτη Gini, ο οποίος βρίσκεται στο 40, και είναι από τους μεγαλύτερους παγκοσμίως. Άρα, η Τουρκία είναι μια χώρα με ανισότητες, δηλαδή, με μεγάλη ανισοκατανομή εισοδημάτων. Ή να το πούμε ακόμα πιο λιανά, η όποια ανάπτυξη δεν καταμερίζεται ισοδύναμα, αλλά κάποιοι λίγοι δρέπουν όλους τους καρπούς της, και οι υπόλοιποι παίρνουν τον πούλο. 

Αυτό, φαίνεται καθαρά και στο επόμενο διάγραμμα, το οποίο δείχνει τη χρονική εξέλιξη της ανεργίας από το 2002 ως το 2010. Η ανεργία, όπως είναι εμφανές παραμένει γύρω στο 10%, εκτός από την μεγάλη ύφεση του 2009 οπότε και εκτοξεύεται, για να προσγειωθεί ξανά στο 10%. Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι καμιά ιδιωτικοποίηση δεν έφερε δουλειές.  Αν και ο πληθυσμός σε παραγωγική ηλικία αυξήθηκε την περίοδο αυτή κατά 23 εκ., οι νέες θέσεις εργασίας που προστέθηκαν ανέρχονταν μόλις στα 6 εκ. Άρα η ανάπτυξη της Τουρκίας ήταν/είναι αυτό που λέμε JOBLESS GROWTH.

Ποσοστό Ανεργίας την περίοδο 2002-2010




Μήπως όμως αυξήθηκαν οι μισθοί; Ούτε καν! Αν παρατηρήσετε το επόμενο διάγραμμα, θα δείτε να επαναλαμβάνεται το ίδιο pattern, σήμα κατατεθέν του νεοφιλελευθερισμού: αύξηση της παραγωγικότητας (πράσινη καμπύλη), και καθήλωση των μισθών (μπλε καμπύλη). Το ίδιο είχαμε δει και στην Αμερική σε προηγούμενο κείμενο (Μόνη της η Ανάπτυξη δεν αρκεί), εδώ




Προς τι λοιπόν ο γύρος θριάμβου των καναλιών από τους συνήθεις μωρούς για τα καλά των ιδιωτικοποιήσεων;



Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Ο αργόσυρτος θάνατος της καινοτομίας



Το εξώφυλλο πρόσφατου τεύχους του Economist (12-18 Ιανουαρίου 2013) με τον σκεπτόμενο του Ροντέν να στοχάζεται καθήμενος σε μια σύγχρονη χέστρα, θα μπορούσε να εκληφθεί σαν μια μεταμοντέρνα μετεγγραφή στον 21ο αιώνα του ανάποδου ουρητήρα του Ντυσάμ, εικόνα, που θα παρέπεμπε στην εμφάνιση κάποιου νέου προκλητικού παριζιάνικου ή νεοϋορκέζικου καλλιτεχνικού ρεύματος. 

Λάθος, όμως, ανάγνωση. Όπως μαρτυράει η φούσκα πάνω από το κεφάλι του γλυπτού, αυτό που αναρωτιέται ο σκεπτόμενος είναι αν θα υπάρξει ποτέ κάτι τόσο χρήσιμο όσο μια κοινή κοινότατη χέστρα. Μια ενδιαφέρουσα, λοιπόν, εισαγωγή στο θέμα που πραγματεύεται στις μέσα σελίδες και το οποίο δεν είναι άλλο από την φτώχεια της καινοτομίας τις τελευταίες δεκαετίες στο δυτικό κόσμο.

Παρά τη βαβούρα από την πρόσφατη αναζωογόνηση της Silicon Valley, αρκετοί, ακόμα κι  ανάμεσα στους ανυπόμονους νέους ενοίκους της, εκφράζουν την άποψη ότι ο ρυθμός των καινοτόμων ανακαλύψεων στην Αμερική εδώ και δεκαετίες ακολουθεί την κατιούσα. Την ίδια άποψη έχει κι ο Peter Thiel, ιδρυτής του PayPal, καθώς κι ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός οικονομολόγων και μηχανικών. Κάποιοι δε, εκφράζουν την άποψη ότι μια από τις αιτίες της πρόσφατης κρίσης μπορεί να εδράζεται και στην μακρόχρονη τεχνολογική στάση. 

Με μια πρώτη ματιά τέτοιες σκέψεις φαντάζουν αιρετικές, μιας και οι περισσότεροι βομβαρδιζόμαστε καθημερινά για τα μύρια θαύματα που επιφύλαξε στον πρόσφατο πολιτισμό μας η εξέλιξη και η τεχνολογική πρόοδος. Τίποτε πιο μακριά απ’ αυτό. Τίποτε πιο μακριά απ’ την πραγματικότητα των αριθμών και της αδιαμεσολάβητης εμπειρίας. Παρ’ όλες τις επίπεδες οθόνες, τα λεπτά σαν τσιγαρόχαρτα τηλέφωνα και το σαματά της ευρυζωνικότητας, πάρτε το χαμπάρι: ο κόσμος στέρεψε από ιδέες!

Αν εξετάσει κανείς τη χρονική εξέλιξη των κερδών στον κλάδο της μεταποίησης στην Αμερική, διαπιστώνει ότι από το 1970 και μετά η καμπύλη παραμένει σχεδόν οριζόντια. Σύμφωνα με τον Economist για το φαινόμενο αυτό υπάρχουν τρεις ερμηνείες, οι οποίες στο σύνολό τους δεν είναι άσχετες με το φρενάρισμα της τεχνολογικής εξέλιξης.

Η πρώτη ερμηνεία έχει να κάνει με την αλληλεπίδραση ανάμεσα στον «εκτατικό» και «εντατικό» τρόπο ανάπτυξης. Ο δυτικός κόσμος, ό,τι είχε να πάρει από τον πρώτο, με την προσθήκη περισσότερης εργασίας, κεφαλαίου και πρώτων υλών, το πήρε. Το επιπλέον, το οποίο παρέχει μόνο η «εντατική» ανάπτυξη, και η οποία πυροδοτείται από το τεχνολογικό πλεονέκτημα, όπως δείχνουν τα στοιχεία, είτε είναι πενιχρό, είτε δεν μπορεί πλέον να αποσπασθεί. 

Όλον τον 19ο αιώνα η παραγωγικότητα στη Βρετανία αυξανόταν συστηματικά, κατά 1% το χρόνο. Αντίστοιχα στην Αμερική, μέχρι το μέσον του 20ου, η αύξηση βρισκόταν στο 2.5% ετησίως. Από το 1970 όμως και μετά αρχίζει να φλερτάρει με ρυθμούς κάτω του 2%, ενώ στη δεκαετία του 2000, η πτώση είναι δραματική, κάτω του 1%.

Ο Robert Gordon, οικονομολόγος στο πανεπιστήμιο Northwestern των ΗΠΑ θεωρεί ότι οι δυο προηγούμενοι αιώνες έδωσαν ένα μεγάλο κύμα ανακαλύψεων, το οποίο πλέον έχει σβήσει, κι ότι τώρα επιστρέφουμε σ’ ένα καθεστώς όπου η ανάπτυξη θα πορεύεται, όπως και παλιά, με τρόπο «εκτατικό». Αν το καλοσκεφτείς, συνεχίζει ο Gordon, οι θεμελιακές καινοτομίες, όπως η ικανότητα να χρησιμοποιείς ενέργεια σε μεγάλη κλίμακα, να μετακινείσαι από το σημείο Α στο Β, να ζεις σε άνετα σπίτια, και να συνομιλείς με όσους χρειάζεσαι, ήταν ελάχιστες. Στην πραγματικότητα, όλα αυτά έχουν πραγματοποιηθεί. Το να πάει η ανθρωπότητα σε μια άλλη γενιά, εξ ίσου βασικών ανακαλύψεων, χρειάζεται ακόμα πολύς δρόμος, ο οποίος ούτε ορατός είναι, ούτε εύκολος. Το να μετατρέψεις τα terabytes της γνώσης του γονιδιόματος σε κάποιο ιατρικό όφελος είναι πολύ πιο δύσκολο από το να ανακαλύψεις τα αντιβιοτικά. 

Μια δεύτερη εξήγηση της τεχνολογικής στάσης, είναι ότι παρά τον αυξανόμενο αριθμό των πατεντών, των ερευνητών και των χρημάτων που ξοδεύονται στην έρευνα και την ανάπτυξη, στην πραγματικότητα, τα αποτελέσματα είναι κι εδώ πενιχρά. Για παράδειγμα ένα ερευνητής της δεκαετίας του 1950 στην Αμερική συνέβαλλε 7 φορές περισσότερο στην οικονομία απ’ ότι ένας ομόλογός του, τη δεκαετία του 2000. Αν αφήσουμε απ’ έξω το γεγονός ότι οι περισσότερες πατέντες στερούνται πραγματικής αξίας, μιας και το μόνο που εξυπηρετούν είναι ο εμπλουτισμός των βιογραφικών για μια θέση στην ακαδημαϊκή ιεραρχία, και ότι επιπλέον, οι ερευνητικές εργασίες είναι το ίδιο αυτοαναφορικές όπως και οι πατέντες, τότε μένει ένας άλλος παράγοντας (κατά Economist): το βάρος της γνώσης. Καθώς με τα χρόνια έχουμε φυσιολογικά μεγαλύτερη συσσώρευση γνώσης, ένας νέος επιστήμονας χρειάζεται όλο και περισσότερο χρόνο για να γίνει κύριος του γνωστικού του πεδίου, και να γεννήσει νέες ιδέες. Αν και υπάρχει κάποια βάση, η άποψή μου είναι ότι η εξήγηση αυτή δεν έχει βάρος. Για την αδυναμία ειδικά της έρευνας να παράξει αποτελέσματα ανάλογα με τους πόρους που διατίθενται για το σκοπό αυτό, θ’ ασχοληθούμε σε επόμενο κείμενο.  

Η τρίτη εξήγηση βασίζεται σ’ αυτό που ο καθένας προσλαμβάνει εμπειρικά. Ενώ το πέρασμα από τον πάγο και τη σκάφη στις αρχές του αιώνα, στο ψυγείο και το πλυντήριο γύρω στο ‘70 ήταν ένα μεγάλο βήμα, από τότε μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει κάτι θεμελιακά διαφορετικό. Ό,τι υπήρχε σε ένα σπιτικό τότε, υπάρχει και σήμερα, 40 χρόνια μετά. Το ίδιο συμβαίνει και με το προσδόκιμο ζωής. Στις αρχές του 20ου  αιώνα στην Αμερική ήταν 49 χρόνια, για να αυξηθεί το 1980 στα 74. Από τότε μέχρι σήμερα η αύξηση είναι μόνο κατά 4.7 χρόνια, παρά τα δισεκατομμύρια που δαπανήθηκαν εν τω μεταξύ για τη θεραπεία κοινών ασθενειών, όπως ο καρκίνος και τα καρδιακά νοσήματα. 

Αλλά σκεπτικισμός επικρατεί και ως προς την πολυθρυλούμενη επίδραση της πληροφορικής, των υπολογιστών και του ιντερνετ στην αύξηση της παραγωγικότητας. Αν οι υπολογιστές μετρούσαν, τότε το αποτέλεσμά τους θα καθρεφτιζόταν και στους διάφορους δείκτες. Αλλά, δεν καθρεφτίζεται. Παρ’ όλο το Googling και Skypeing, η παραγωγικότητα δεν λέει να σηκώσει κεφάλι. 

«Τι κατορθώσαμε;», αναλογίζεται ο Peter Thiel. «Θελήσαμε ιπτάμενα αυτοκίνητα, κι αντί γιαυτό πήραμε 140 χαρακτήρες!». 

Αναμφίβολα, ο καπιταλισμός έχει από καιρό περιέλθει σε δεινή θέση, απόδειξη της οποίας είναι και η πρόσφατη οικονομική κρίση. Έχοντας εξαντλήσει τα τεχνολογικά πλεονεκτήματα των προηγούμενων αιώνων, από το ’70 και μετά για να μπορέσει να πάρει παράταση στράφηκε στον κούφιο τομέα των χρηματοπιστωτικών. Ο χρόνος ζωής όμως της πλαστής αυτής αναγέννησης αποδείχτηκε μικρός. Και δικαιολογημένα. Είναι φανερή, ακόμα και στον πλέον αδαή, η αγωνία του να εύρει μια νέα διέξοδο, ένα νέο πεδίο για να βάλει και πάλι μπροστά τις μηχανές της ανάπτυξης, της εκμετάλλευσης και του κέρδους. Γιαυτό και ο παρατηρούμενος παροξυσμός, η επιτακτική επίκληση της καινοτομίας απ’ όλες τις μεριές.

«Μουλάρι, όμως ο Αστραχάν». Όσο και να την επικαλούνται, όσο και να την ψάχνουν, όσο και να προσπαθούν να την εκμαιεύσουν, αυτή δεν φαίνεται να τους κάνει το χατίρι. Ψήγματά της μόνο εμφανίζονται εδώ και κει, άπνοα όμως, κι εφήμερα, με ημερομηνία λήξης στο πρώτο φως της επόμενης ημέρας. Κι όσο αυτή δεν έρχεται, κι όσο ο καπιταλισμός δεν βρίσκει διέξοδο, τόσο θα λυσσομανά και θα τρώει τις σάρκες του και τις δικές μας, βεβαίως, βεβαίως.

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Από το φάσμα του χρέους, στο φάσμα της επανάστασης




«Η Ευρώπη αυτό τον καιρό έχει στοιχειωθεί από το φάντασμα του χρέους. Όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες λιποψυχούν μπροστά του. Και για να το εξορκίσουν, στύβουν τις οικονομίες τους». Αυτά γράφει ο Robert Skidelsky σε πρόσφατο άρθρο του στο Project Syndicate

«Παρά ταύτα», συνεχίζει, «οι οικονομίες τους ακόμα παραπαίουν και το χρέος συνεχίζει να μεγαλώνει. Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν υποβαθμίσει εννέα χώρες της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης και της Γαλλίας. Είναι πολύ πιθανόν, ν’ ακολουθήσει και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η εξήγηση είναι προφανής. Αν προσπαθείς εσκεμμένα να συρρικνώσεις το ΑΕΠ, τότε ο λόγος χρέος προς ΑΕΠ δεν μπορεί παρά να μεγαλώνει. Ο μόνος τρόπος για να μειώσεις το χρέος είναι να βάλεις την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης».

Κι όμως, παρά το προφανές της συλλογιστικής αυτής και την καταγεγραμμένη αξιοθρήνητη πραγματικότητα, η ΕΖ συνεχίζει αμείλικτα να καταβαραθρώνει τις οικονομίες των περισσοτέρων χωρών που την απαρτίζουν, μέσω περιοριστικών πολιτικών, οι οποίες δεν θα εφαρμόζονταν αν, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν πατούσαν στην αποδοχή των μαζών των χωρών αυτών.

Η συναίνεση αυτή οφείλεται στην προσεκτική καλλιέργεια και διασπορά από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς ενός αφελούς, αλλά αληθοφανούς αφηγήματος, το οποίο εκμεταλλευόμενο την ατομική εμπειρία του νοικοκυριού, όσον αφορά τη διαχείριση του οικογενειακού χρέους, κατορθώνει να το βάζει στο ίδιο πλαίσιο με το κρατικό και κατά συνέπεια να εξομοιώνει τις κρατικές με τις ατομικές πολιτικές αντιμετώπισής του.

Τα διάφορα προπαγανδιστικά σλόγκαν του τύπου «Ξοδεύαμε περισσότερα απ΄ όσα παράγαμε» ανήκουν στην προηγούμενη παραπλανητική, και θα δούμε το γιατί, συλλογιστική. Παρόμοιο προπαγανδιστικό υλικό, με διάφορες παραλλαγές, διακινείται και στις άλλες χρεο-χτυπημένες χώρες από τον διεθνή συνασπισμό προστασίας των ελίτ. Για παράδειγμα ο Κάμερον, όταν απευθύνεται στις μάζες, απαιτώντας απ’ αυτές συμμόρφωση στο κόψιμο των κοινωνικών παροχών, χρησιμοποιεί το παράδειγμα της πιστωτικής κάρτας: «το κρατικό χρέος είναι όπως το χρέος της πιστωτικής σας κάρτας: πρέπει να πληρωθεί». 

Φυσικά, ο καθένας, την μόνη εμπειρία που έχει με το χρέος είναι η δική του, κι ο μόνος τρόπος που ξέρει για να το περιορίσει είναι το σφίξιμο του ζωναριού. Επομένως, κάθε κίνηση που κάνει η κυβέρνηση για να τού το σφίξει, φαντάζει στα μάτια του νοικοκύρη αναγκαία και φυσιολογική. 

Από δω και πέρα είναι πολύ εύκολο να πατήσει ο καθένας την πεπονόφλουδα:  εφ’ όσον το χρέος πρέπει να πληρωθεί στο ακέραιο, κι εφόσον το χρέος δημιουργείται απ’ τα ελλείμματα, άρα η κυβέρνηση δεν έχει άλλο δρόμο παρά να κόψει παροχές, μισθούς, συντάξεις, επενδύσεις και τα λοιπά. Ειδικά, αν η πεπονόφλουδα σχετίζεται και με το τσίγκλισμα των τύψεων του νοικοκύρη όσον αφορά το μέγεθος του χρέους που θα αφήσει κληρονομιά στους απογόνους του, τότε είναι πολύ εύκολο να τον κάνεις να σκύψει το κεφάλι ακόμα πιο χαμηλά.

Δυστυχώς όμως, το άψογα φιλοτεχνημένο αφήγημα παρουσιάζει πέντε βαθιές ρωγμές.

Ρωγμή Πρώτη:
Οι κυβερνήσεις, σε αντίθετα με τα άτομα δεν είναι υποχρεωμένες να ξεπληρώσουν τα χρέη τους. Μια χώρα, μπορεί να συνεχίζει να δανείζεται κόβοντας χρήμα. Αυτό συμβαίνει σε όσες χώρες έχουν αυτό το προνόμιο. Εμείς, που δεν το έχουμε, μπορούμε κάλλιστα να κηρύξουμε στάση πληρωμών. Η στάση είναι κακό πράγμα, αλλά δεν είναι και το τέλος του κόσμου, όπως μας πληροφορεί ο Skidelsky. Η ζωή μετά την πτώχευση συνεχίζει λίγο πολύ όπως και πριν.

Ρωγμή Δεύτερη:
Η μείωση των ελλειμμάτων σε μια οικονομία σε ύφεση, πόσο μάλλον σε βαθιά ύφεση όπως η δική μας, δεν είναι και η εξυπνότερη κίνηση, διότι ταυτόχρονα μειώνονται και τα έσοδα με τέτοιο ρυθμό, ώστε το έλλειμμα να ακολουθεί την αντίθετη από την επιδιωκόμενη πορεία. 
Αυτό το βλέπουμε στο επόμενο διάγραμμα, το οποίο παριστά την ελάττωση του πρωτογενούς ελλείμματος από χρονιά σε χρονιά. Το 2010 σε σχέση με το 2009 το έλλειμμα μειώθηκε κατά 6%. Το 2011 σε σχέση με το 2010, μειώθηκε κατά 2.5%, ενώ ανάμεσα στο 2012-2011 κατά 1% κ.ο.κ. Τα νούμερα είναι από τον προϋπολογισμό.



Ρωγμή Τρίτη:
Το χρέος per se δεν αποτελεί βάρος στις επόμενες γενιές, εφ’ όσον θα μπορεί να εξυπηρετείται. Τουναντίον, μια εξαθλιωμένη κοινωνία με διαλυμένη την παιδεία και την υγεία, αποτελεί δυσβάσταχτο βάρος στις επόμενες γενιές. Το βλέπουμε, άλλωστε!

Ρωγμή Τέταρτη:
Δεν υπάρχει σχέση μεταξύ του ύψους του χρέους και του κόστους εξυπηρέτησής του. Μια άρρωστη οικονομία όσο και μικρό έλλειμμα και να έχει θα το πληρώνει εσαεί ακριβά. Πάρτε για παράδειγμα την Γερμανία. Με υψηλό χρέος, δανείζεται με αρνητικά επιτόκια. 

Ρωγμή Πέμπτη:
Χαμηλό κόστος δανεισμού για μια χώρα δεν συνεπάγεται χαμηλό κόστος δανεισμού για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Η τάση είναι μάλλον η αντίθετη. Ο λόγος που τα επιτόκια δανεισμού της βρετανικής κυβέρνησης είναι χαμηλά, είναι ότι τα επιτόκια δανεισμού των ιδιωτών είναι υψηλά.

Και καταλήγει ο Skidelsky:
«Όπως και με το φάντασμα του Κομμουνισμού που είχε στοιχειώσει την Ευρώπη, στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο του Μαρξ, έτσι και σήμερα όλες οι δυνάμεις της παλιάς Ευρώπης έχουν εισέλθει σε μια Άγια Συμμαχία για να εξορκίσουν το φάντασμα του χρέους. Αλλά οι κυβερνώντες που σκοπεύουν στην εξαφάνισή του, θα πρέπει να ανακαλέσουν στη μνήμη τους κι ένα άλλο διάσημο φάντασμα: το φάντασμα της Επανάστασης!».

Ο Skidelsky είναι επίτιμος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Γουόρικ, ΗΒ και συγγραφέας της βιογραφίας του Κέινς  την οποία μπορείτε ένα βρείτε και στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Κριτική».


Υ.Γ. Διαβάστε επίσης: The Myth of Living Beyond Our Means, By Robert Reich


Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Με κομμένη την ανάσα



Η ανεπαίσθητη διαφορά, της μιας έδρας, μεταξύ του συνασπισμού του Στάινμπρικ, και του συνασπισμού της Μέρκελ στις εκλογές της 20ης Ιανουαρίου που έλαβαν χώρα στο γερμανικό κρατίδιο της Κάτω Σαξωνίας, θα μπορούσε να σημαίνει ότι η νίκη του τελευταίου ήταν απλή τύχη, μιας και η εκλογή κρίθηκε στο φτερό. Κυρίως, αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι η Μερκελ, για μεγάλο διάστημα παραμένει μακρόθεν η βασίλισσα των δημοσκοπήσεων σε παγγερμανικό επίπεδο, οι οποίες μόλις την προηγούμενη βδομάδα της έδιναν, προσωπικά, ένα 59%, σε σύγκριση με το φειδωλό 18% του αντιπάλου της Στάινμπρικ, ο οποίος, σημειωτέον, έχει επιλεγεί να ηγηθεί του ψηφοδελτίου των σοσιαλδημοκρατών (SPD), στις επικείμενες εκλογές του Σεπτεμβρίου. Αλλά και σε επίπεδο κομμάτων, οι σοσιαλδημοκράτες δεν φαίνεται να τα πηγαίνουν καλύτερα. Πάλι σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το κόμμα της Μέρκελ (CDU) προηγείται με 43%, έναντι 23% του SPD. 

Παρ’ όλα αυτά, όταν πρόκειται για εκλογές στα κρατίδια, είτε το CDU από μόνο του, είτε ως συνασπισμός με τους φιλελεύθερους FDP, τα καταφέρνει και πατώνει. Η τελευταία ήττα ήταν η δωδέκατη στις αντίστοιχες εκλογικές αναμετρήσεις. Για παράδειγμα, στις εκλογές της Βάδης-Βυρτεμβέργης, τον Μάρτιο του 2011, ενώ το CDU πήρε ένα 39%, οι σοσιαλδημοκράτες, αν και με σαφώς λιγότερο ποσοστό, στο 23%, συμμάχησαν με τους Πράσινους, (24.2%) και πήραν την πλειοψηφία. Μετά από 58 συναπτά έτη, οι συντηρητικοί υποχρεώνονταν να παραδώσουν τα ηνία. 

Στο Βερολίνο, (το οποίο αντιμετωπίζεται σαν κρατίδιο), στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2011, το CDU πήρε μικρότερο ποσοστό από το SPD, ενώ οι φιλελεύθεροι καταποντίστηκαν. Στις εκλογές του Σλέσβικ-Χόλσταιν, τον Μάιο του 2012, CDU και SPD ισοψήφησαν, αλλά λόγω της κακής επίδοσης των φιλελευθέρων, και της καλής των Πρασίνων, το κόμμα της Μέρκελ έμεινε στην αντιπολίτευση. Τον ίδιο μήνα, οι εκλογές στο πολυπληθές κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, με πληθυσμό 17 εκατομμύρια, εξασφάλισαν συντριπτική νίκη για τους σοσιαλδημοκράτες, με 39.1% και εξίσου συντριπτική ήττα για τη Μέρκελ, με 26.3%.  

Συνεπώς, η προχθεσινή ήττα, (μικρή μεν, ήττα δε), φαίνεται να ισχυροποιεί μια τάση, όπως την είδαμε να εξελίσσεται στις περισσότερες εκλογικές αναμετρήσεις των κρατιδίων, εκπέμποντας συνάμα ανησυχητικά σήματα ότι οι εκλογές του Σεπτεμβρίου μπορεί και να μην αποτελούν για τη Μέρκελ έναν απλό περίπατο.  Πιθανόν, όχι για την ίδια, η οποία παραμένει μακράν δημοφιλής, αλλά για τις παρέες της, ειδικά του φιλελεύθερους του FDP, οι οποίοι βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση. Σε εθνικό επίπεδο το ποσοστό τους κυμαίνεται ανάμεσα στο 3% και το 4%, το οποίο είναι κατώτερο του απαιτούμενου για την είσοδο στη Βουλή.

Δυστυχώς όμως για τη Μέρκελ, αυτοί αποτελούν και τη μοναδική της επιλογή, μιας και οι Πράσινοι, οι οποίοι έχουν εκλογική ρέντα, αυτή τη φορά είναι πιασμένοι από τους σοσιαλδημοκράτες. Το αριστερό κόμμα, Die Linke, όπως θα έχετε παρατηρήσει, εκτός του Βερολίνου, τείνει να εξαφανιστεί από προσώπου γης, για λόγους που δεν είναι του παρόντος. Ο εκλογικός χάρτης της Γερμανίας σπανίως κατοικήθηκε από μονοκομματικές κυβερνήσεις. Εκτός από τον μεγάλο συνασπισμό μεταξύ συντηρητικών και σοσιαλδημοκρατών κατά την πρώτη θητεία της Μέρκελ, την περίοδο 2005-2009, στον οποίο ο Στάινμπρικ διετέλεσε υπουργός οικονομικών, τις υπόλοιπες φορές τα δυο μεγάλα κόμματα αναγκάζονταν να κυβερνήσουν έχοντας σαν μπαλαντέρ είτε τους Πράσινους είτε του φιλελεύθερους. Υπενθυμίζουμε ότι οι Πράσινοι κατά καιρούς συνέπραξαν και με το CDU και με το SPD. 

Στις εκλογές της προηγούμενης Κυριακής στην Κάτω Σαξωνία το CDU εξασφάλισε ποσοστό 36%, 6.5 όμως μονάδες λιγότερο από την προηγούμενη αναμέτρηση, το SPD, ήρθε λίγο παρακάτω, στο 32.6%, οι πράσινοι εκτοξεύτηκαν κατά 5.7 μονάδες στο 13.7%, ενώ οι φιλελεύθεροι έπιασαν ένα αναπάντεχο 9.9%, το οποίο όμως δεν προήλθε από κάποια έξαρση της δημοφιλίας τους, αλλά από κατευθυνόμενη πριμοδότηση εκ μέρους των συντηρητικών, οι οποίοι δεν θα ήθελαν σε καμιά περίπτωση να δουν τον μοναδικό τους πολύτιμο εταίρο να εξαφανίζεται.        

Με το αποτέλεσμα αυτό και με τα προηγούμενα, ο συνασπισμός της Μέρκελ χάνει την πλειοψηφία στην πάνω Βουλή, (Bundesrat), όπου κατοικοεδρεύουν αντιπροσωπείες των κρατιδίων, γεγονός που προβλέπεται να δυσχεράνει το νομοθετικό της έργο, με τα νομοσχέδια να πηγαινοέρχονται από την κάτω στην πάνω και τούμπαλιν, σε ένα μακρύ ταξίδι καθυστερήσεων και πυγμής.

Θα έχουμε Μέρκελ από Σεπτέμβριο και μετά; Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Σύμφωνα με τα προγνωστικά, όπως και τώρα, όλα θα παιχτούν στο φτερό. Πιθανόν και στη μια ψήφο, που λέει ο λόγος.

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Η τυχαιότητα στην Οικονομία και τη Φυσική



Χοντρικά οι επιστήμες θα μπορούσαν να χωριστούν σε δυο μεγάλες κατηγορίες: στις κοινωνικές που ασχολούνται με τον άνθρωπο και στις θετικές που ασχολούνται με τη φύση. Αμφότερες διαθέτουν μεθόδους περιγραφής και ερμηνείας παροντικών και παρελθοντικών καταστάσεων, συμβαίνει όμως μόνο οι δεύτερες να μπορούν να προβαίνουν σε ανακαλύψεις ή/και να προβλέπουν στο χρόνο.

Η Οικονομική βρίσκεται κάπου στο ενδιάμεσο, γι αυτό και η ατέρμονη φιλολογία για το κατά πόσον είναι Επιστήμη ή όχι. Είναι, όσον αφορά τη μέθοδο, δεν είναι όσον αφορά την προβλεπτική ικανότητα. Αλλά σ’ αυτό δεν φταίει η ίδια, όσο το ίδιο το αντικείμενο, η περιγραφή δηλαδή των συμπεριφορών και διαθέσεων ενός μεγάλου συνόλου ατόμων, τα οποία και βούληση διαθέτουν και αλληλεπιδρούν. Το πρόβλημα των πολλών σωμάτων παραμένει άλυτο ακόμα και στη Φυσική, παρά το γεγονός ότι τα πράγματα εδώ είναι πολύ πιο εύκολα· τα άτομα δεν διαθέτουν βούληση, οι δυνάμεις αλληλεπίδρασης είναι δυνατόν να υπολογιστούν στις πλείστες των περιπτώσεων με αρκετή ακρίβεια, και επιπλέον οι συμπεριφορές δεν αλλάζουν λόγω της παρουσίας του παρατηρητή, πράγμα που συμβαίνει σ’ ένα οικονομικό σύστημα όπου ο παρατηρητής είναι συνάμα και παίκτης.

Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, ακόμα και σε φυσικά συστήματα με περισσότερα των δυο σωμάτων,  αναλυτικές λύσεις δεν είναι δυνατόν να παραχθούν, παρά μόνο κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις.  Όταν έχουμε ένα μεγάλο αριθμό σωματιδίων, δουλειά πιάνει η στατιστική, η οποία αναλόγως της φύσης του προβλήματος μπορεί, κι αυτό όχι πάντα, να δώσει κατανομές πιθανοτήτων για τις τιμές κάποιων μικροσκοπικών μεταβλητών, κάποιες μέσες τιμές, καθώς και πιθανότητες αποκλίσεων από αυτές. 

Στην οικονομία η πρόβλεψη είναι περισσότερο από παντού επιθυμητή, διότι έχοντας τη δυνατότητα να γνωρίζουμε, για παράδειγμα, την πορεία μιας μετοχής στο μέλλον, θα μπορούμε, (έτσι νομίζουμε), να πάρουμε μια σωστή απόφαση στο παρόν, αν θα την αγοράσουμε, δηλαδή, ή όχι. Κάτι τέτοιο όμως θα κατέστρεφε την ίδια την έννοια της αγοράς, διότι κανένας δεν θα πουλούσε, εφ’ όσον γνώριζε ότι η τιμή θα ανέβαινε στο μέλλον, ή κανένας δεν θα αγόραζε, για τον αντίθετο λόγο.  Επομένως, (και εδώ βρίσκεται η ιδιορρυθμία του οικονομικού συστήματος), το αλισβερίσι που λαμβάνει χώρα σε μια αγορά είναι αντιστρόφως ανάλογο της προβλεπτικής ικανότητας των οικονομικών αναλυτών. Μπορούμε να πούμε ότι οι τιμές αντανακλούν πλήρως την πραγματικότητα, όταν τα οικονομικά υποκείμενα δρουν τυχαία, εντελώς ανεξάρτητα, και χωρίς να διαθέτουν το μαντικό χάρισμα.

Αυτό ακριβώς αποτελεί και την κεντρική ιδέα της Efficient Market Hypothesis στη νεοκλασική οικονομική θεωρία. Το ζουμί εδώ είναι ότι αφ’ ενός αποκλείονται οι μεγάλες διακυμάνσεις τιμών, καθ’ ότι έχουν μηδαμινή πιθανότητα να συμβούν, αφ’ ετέρου, η πιο πιθανή διακύμανση της τιμής μιας μετοχής είναι η μηδενική. Τουτέστιν, αποκλείεται κάποιος συστηματικός επενδυτής να βγει κερδισμένος κατά μέσο όρο. Τα κέρδη και οι χασούρες είναι μοιρασμένα με την ίδια πιθανότητα.    

Τα χαρακτηριστικά αυτά, όλως παραδόξως απαντώνται στο μοντέλο του τυχαίου περίπατου (Random Walk Model, RWM), από τα πλέον θεμελιώδη στη στατιστική φυσική, όπου περιγράφεται η τροχιά ενός σωματιδίου μέσα από τη διαδοχή τυχαίων, ασυσχέτιστων βημάτων. Η λύση του RWM δίνει την κατανομή πιθανοτήτων όλων των δυνατών αποκλίσεων του σωματιδίου από την αρχική του θέση. Η κατανομή αυτή, η οποία αναπαρίσταται από τη γνωστή μας κωδωνοειδή καμπύλη (Bell Curve) δείχνει ότι η πιο πιθανή απόκλιση είναι η μηδενική, και ότι οι μεγάλες αποκλίσεις από τη μέση τιμή έχουν μηδαμινή πιθανότητα να συμβούν. Αν τώρα, στη θέση του σωματιδίου βάλουμε την τιμή μιας μετοχής, το φυσικό μοντέλο συμπίπτει απόλυτα με το οικονομικό. 

Η μαθηματική διατύπωση, το 1905, του «τυχαίου περιπάτου» οφείλεται στον Αϊνστάιν, στην προσπάθειά του να εξηγήσει την κίνηση Μπράουν, την τυχαία δηλαδή κίνηση σωματιδίων αιωρούμενων στην επιφάνεια ενός υγρού. Ο πρώτος που συνέδεσε την τυχαιότητα με τα οικονομικά ήταν το 1900 ο Γάλλος μαθηματικός  Μπασελιέ, στη διατριβή του «Η θεωρία της κερδοσκοπίας», η οποία όμως παρέμεινε στην αφάνεια για μισό περίπου αιώνα.  

Τόσο η Efficient Market Hypothesis, όσο και το RWM λειτουργούν κάτω από συνθήκες ισορροπίας και σηκώνουν τα χέρια ψηλά όταν καλούνται να αντιμετωπίσουν πραγματικές καταστάσεις, όπως για παράδειγμα οικονομικά κραχ, ή περιπτώσεις ανώμαλης διάχυσης. Υπάρχουν εργαλεία γιαυτές τις περιπτώσεις; Υπάρχουν, αλλά όσον αφορά την Οικονομική δεν έχουν να της προσφέρουν κάτι το ουσιαστικό και χρήσιμο.

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Ελλάδα, copy-paste από Βαϊμάρη



Όσοι έχουν ακόμα αμφιβολίες ότι η Ελλάδα όχι μόνο βαδίζει, αλλά ξεπέρασε κιόλας τη Βαϊμάρη σε καταστροφή, ας ρίξουν μια ματιά στο άρθρο του Γερμανού οικονομολόγου και πολιτικού επιστήμονα Fabian Lindner του ΙΜΚ, "Greece is like Germany's Weimar Republic", το οποίο δημοσιεύτηκε πριν από δυο μέρες στο "Social Europe Journal".

Ο συγγραφέας αρχίζει το άρθρο του δηλώνοντας σοκαρισμένος που σε πρόσφατο συνέδριο που παρακολούθησε στη Γερμανία, οι παρευρισκόμενοι οικονομολόγοι τάχθηκαν σχεδόν ομόφωνα υπέρ της αναγκαιότητας συνέχισης της ύφεσης και των μέτρων λιτότητας, ειδικά στην Ελλάδα, επικαλούμενοι τις φιλοσοφίες του Andrew Mellon, ΥΠΟΙΚ του Herbert Hoover, ο οποίος κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης διακήρυττε ότι η λύση για τον τερματισμό της κρίσης ήταν η λήψη μέτρων τα οποία θα την επέτειναν, όπως η "εκκαθάριση της εργασίας, η εκκαθάριση των μετοχών, η εκκαθάριση των επιχειρήσεων, η εκκαθάριση των ακινήτων, η εκκαθάριση της αγροτικής οικονομίας", καθώς και η εκκαθάριση οποιουδήποτε περπατάει, πετάει και κολυμπάει. 

80 χρόνια μετά, γράφει ο Lindner, φαίνεται ότι οι Γερμανοί έχουν ξεχάσει τις συνέπειες της δικής τους ύφεσης και στο πού αυτή οδήγησε, τόσο τη χώρα τους, όσο και τον υπόλοιπο κόσμο. Ανάμεσα στη Μεγάλη Ύφεση της Ελλάδας και τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης υπάρχουν χτυπητές ομοιότητες: πρώτον, αμφότερες οι χώρες βρέθηκαν παγιδευμένες στο στενό κορσέ σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, στον κανόνα του χρυσού η Βαϊμάρη, στο ευρώ η Ελλάδα, δεύτερον, αμφότερες οι οικονομίες είχαν τεράστια χρέη, προς τους Αμερικάνους οι Γερμανοί, προς τη Γερμανία και Γαλλία, η Ελλάδα, τρίτον, αμφότερες οι οικονομίες βρίσκονταν κάτω από τεράστια πίεση από τις διεθνείς αγορές, και τέταρτον, αμφότερες οι χώρες εφάρμοσαν σκληρή λιτότητα.

Οι ομοιότητες των συνεπειών αποτυπώνονται εύγλωττα στα ακόλουθα διαγράμματα.




Εδώ, συγκρίνονται οι δημόσιες δαπάνες πριν και μετά τα κομβικά έτη της κρίσης, 1929 και 2008. Η μπλε καμπύλη αφορά τη Γερμανία και η κόκκινη την Ελλάδα, και όπως παρατηρούμε, η εξέλιξη είναι ταυτόσημη. Τον πρώτο χρόνο μετά τις αντίστοιχες κρίσεις καταγράφεται αύξηση των δαπανών, λόγω αύξησης των επιδομάτων ανεργίας, κατόπιν όμως, οι δαπάνες πέφτουν δραματικά, με αποτέλεσμα τη δραματική πτώση της οικονομικής δραστηριότητας. Ο φαύλος κύκλος λιτότητας και ύφεσης μπαίνει λοιπόν σε κίνηση. 



Στο διάγραμμα αυτό αποτυπώνονται τα αποτελέσματα της λιτότητας στην οικονομική δραστηριότητα. Τα δεδομένα δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία εξελίσσεται χειρότερα από την αντίστοιχη γερμανική της Βαϊμάρης. Ενώ, η γερμανική παίρνει τα πάνω της μετά από τρία χρόνια, η ελληνική συνεχίζει να βυθίζεται. Ενώ, η γερμανική συρρικνώθηκε κατά 15%, η ελληνική έχει μέχρι τώρα συρρικνωθεί κατά 20% και πάνω, χωρίς επιπλέον να υπάρχει το παραμικρό σημάδι ανάκαμψης. Και τότε, όπως και τώρα, οι άνθρωποι υποφέρουν απ' την πείνα.

Έφερε όμως η λιτότητα στη Βαϊμάρη κανένα ευχάριστο αποτέλεσμα; Την απήλλαξε από τις μη-παραγωγικές επιχειρήσεις, όπως πολλοί οικονομολόγοι στη Γερμανία θέλουν να πιστεύουν; Ουδόλως! Στο εύστοχο βιβλίο του σχετικά με τα οικονομικά των Ναζί, "The Wages of Destruction", ο ιστορικός της οικονομίας  Adam Tooze, δείχνει ότι η Μεγάλη Ύφεση γονάτισε σχεδόν ολόκληρη τη βαριά βιομηχανία της Γερμανίας. Γίγαντες, όπως η AEG έφτασε κοντά στη χρεοκοπία, ενώ οι μεγάλες τράπεζες, όπως η Deutsche Bank, σώθηκαν μόνο χάρις στην εθνικοποίησή τους.

Η γερμανική βιομηχανία αρχίζει να ανακάμπτει με την επανάληψη των εξοπλισμών, κι αυτός είναι και ο κύριος λόγος που ο Χίτλερ είχε και τη στήριξη των μεγάλων βιομηχάνων. 

Σε προηγούμενη παράγραφο, απαριθμήσαμε τέσσερις λόγους που κάνουν την Ελλάδα να μοιάζει με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης.  Υπάρχει και ένας πέμπτος, ο οποίος παραλήφθηκε. Κι αυτός είναι: Η άνοδος του φασισμού.

Καμία, φυσικά, έκπληξη. Μόνο, που, όπως η οικονομική δυσπραγία απειλεί πλέον και τον κύριο εξαγωγέα των πολιτικών αυτών, δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι κάποια στιγμή θα απειληθεί και από το φασιστικό τέρας. Κι αν δεν έχει εκεί εύφορο χώμα να πιάσει...   

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Should I Stay, or Should I Go?




Δύσκολα θα εύρισκες κάποιον να υποστηρίξει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο ανήκει στο κλαμπ των ένθερμων υποστηρικτών του ευρωπαϊκού project. Από τη στιγμή της εισόδου του στην οικογένεια, (τότε ΕΟΚ) από τους συντηρητικούς το 1973, και τη μετέπειτα επικύρωσή της με δημοψήφισμα από τους εργατικούς το 1975, με σημαντική πλειοψηφία (67%), μέχρι και σήμερα, η βρετανική πολιτική συντίθεται από κάποιο μείγμα ευρωσκεπτικισμού, άλλοτε σε μικρότερη, κι άλλοτε σε μεγαλύτερη δόση. 

Θέλετε η ιστορική, θέλετε η πολιτιστική, η γεωγραφική, ή η γλωσσική κληρονομιά, πάντως οι Βρετανοί όλο αυτό το διάστημα έβλεπαν, με κάποια υπεροψία, τους εαυτούς τους ένα σκαλί πιο πάνω και λίγο πιο έξω από τους υπόλοιπους της ηπειρωτικής Ευρώπης. Γιαυτό και βασικό χαρακτηριστικό της διαχρονικής τους σχέσης ήταν η έλλειψη αμοιβαίας κατανόησης και οπτικής, με τα συνήθη σκαμπανευάσματα ως προς την ένταση. Εν ολίγοις, όπως αναφέρουν σε σχόλιό τους οι Financial Times (9/1/2013), οι Βρετανοί έβλεπαν τη συμμετοχή στο κλαμπ με οικονομικούς κυρίως όρους, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους συμμετέχοντες, για τους οποίους η Ευρώπη ήταν κυρίως ένα πολιτικό εγχείρημα βγαλμένο από τις στάχτες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τουλάχιστον στις αρχές.

Μέσα στην τρικυμία εντός της οποίας βρέθηκε η ευρωζώνη και ευρύτερα η ευρωπαϊκή ένωση τα τελευταία τρία χρόνια, με την αναβίωση αντι-ευρωπαικών και συγκεκριμένα αντι-γερμανικών αισθημάτων και με τη Βρετανία να αντιμετωπίζει για τρίτη φορά ύφεση, ήταν επόμενο να ξανάρθει στην επιφάνεια, με ιδιαίτερη αυτή τη φορά ένταση, ο βρετανικός ευρωσκεπτισμός, τόσο μέσα στο κόμμα των συντηρητικών με την αλλαγή συσχετισμών, όσο και με την εκτόξευση των ποσοστών του κόμματος της Ανεξαρτησίας (Ukip), υπό την ηγεσία του γνωστού μας από τους εμπρηστικούς εντός της ευρωβουλής λόγους, Nigel Farage. 

Κι αυτό φάνηκε ιδιαίτερα έντονα τον τελευταίο καιρό, πρώτα στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες τον Δεκέμβριο του 2011, με την άσκηση βέτο του Κάμερον στην  αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών για αυστηρότερο έλεγχο στον προϋπολογισμό των χωρών-μελών και αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία και δεύτερον στη συζήτηση τον Νοέμβριο του 2012 για τον προϋπολογισμό της επόμενης επταετίας της Ε.Ε., όπου απαίτησε τη δραστική μείωσή του, απειλώντας και πάλι με βέτο στην αντίθετη περίπτωση.

Φυσικά, ο Ρομπάι δεν είναι Κουβέλης να διαγράφει με μιας τα διαφωνούντα μέλη της Ε.Ε., κι έτσι ο Κάμερον θα ξαναπάει σύντομα, μάλλον τον Φεβρουάριο, στις Βρυξέλλες για μια ακόμα Σύνοδο. Σίγουρο; Σχεδόν. Έτσι, όμως, όπως πύκνωσαν τα σύννεφα πάνω απ' τη Βρετανία, μια ειλικρινής και οριστική απάντηση εκ μέρους του Πρωθυπουργού για το πού θα πάει τελικά η χώρα, ήταν επιτακτική. Θα μείνει μέσα στην Ε.Ε. ή θα πάρει τα μπογαλάκια της και θα πει οριστικά "αντίο"; Αν μείνει, θα διαπραγματευθεί για αλλαγή των συνθηκών προς όφελος της Βρετανίας, ειδικά σε θέματα σχετικά με εργασιακά, δικαιοσύνη και αστυνόμευση; Κι αν οι εταίροι το αρνηθούν, πράγμα που είναι πιθανό, τι στάση θα κρατήσει; Θα θέσει το ερώτημα της αποχώρησης στον λαό με δημοψήφισμα; Μελλοντολογία θα μου πείτε, αλλά ο Κάμερον φαίνεται αποφασισμένος ακόμα και να φύγει, ή αν μείνει να το κάνει υπό την προϋπόθεση μεταφοράς σημαντικών εξουσιών από τις Βρυξέλλες πίσω στο νησί, καθώς και αλλαγής στο παρόν (γερμανικό) σχέδιο διακυβέρνησης της Ευρώπης. 

Σ' αυτό το πλαίσιο, η αναβολή, (λόγω Αλγερίας), της χτεσινής πολυαναμενόμενης ομιλίας του Κάμερον στην Ολλανδία έδωσε παράταση στην ...αγωνία του "κράτους του Βρυξελλών". Ομιλία, μάλιστα, την οποία έγραφε και ξανάγραφε για βδομάδες, ανάλογα με την ένταση των πιέσεων που εδέχετο από το εσωτερικό του κόμματος, (το 1/3 περίπου των βουλευτών του τάσσονται υπέρ της αποχώρησης), τη φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση των εργατικών, τα μοιρασμένα ΜΜΕ, την εξίσου μοιρασμένη ανάμεσα στο εντός και εκτός Ε.Ε., κοινωνία, αλλά και από το εξωτερικό.  

Ιδιαίτερη ανησυχία εξέφρασαν οι ΗΠΑ, οι οποίες κατηγόρησαν τη Βρετανία για εσωστρέφεια, και τής διεμήνυσαν σκληρά να ξεχάσει κάθε απόπειρα διαζυγίου από την ένωση. Σε  ύφος, είναι αλήθεια, λιγότερο σκληρό, ο Ιρλανδός Πρωθυπουργός, και οι ΥΠΕΞ της Φινλανδίας, Πολωνίας και Ολλανδίας προσπάθησαν να συμβουλεύσουν τον Κάμερον να έρθει στα συγκαλά του, ενώ τη δυσαρέσκειά της εξέφρασε, δια αξιωματούχου της, και η Μέρκελ, κατηγορώντας τον για απόπειρα εκβιασμού σχετικά με την ψήφιση των ευρωπαϊκών συνθηκών. Σε παρόμοιο ύφος, ο Ρομπάι και οι Γάλλοι δήλωσαν ότι η Ευρώπη και οι συνθήκες της δεν είναι ala cart, για να τσιμπά η Βρετανία όποιες την βολεύουν. Εν τω μεταξύ στο εσωτερικό, η crème de la crème της επιχειρηματικής ελίτ, μεταξύ των οποίων ο Branson της Virgin, ο πρόεδρος της CBI, ο πρόεδρος του χρηματιστηρίου και άλλοι πολλοί, με επιστολή τους στους FT αλλά και παρασκηνιακά,  προειδοποίησαν τον πρωθυπουργό να μην τολμήσει να θέσει σε κίνδυνο τη βρετανική συμμετοχή. 

Όπως έχει πλέον διαμορφωθεί η κατάσταση στο εσωτερικό και εξωτερικό, ο Κάμερον, σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του Reuters, θα πρέπει ουσιαστικά να περάσει πάνω σε τεντωμένο σκοινί ανάμεσα στη σκύλα και τη χάρυβδη. 

Μια ενδιαφέρουσα πτυχή της υπόθεσης είναι ότι ο Κάμερον έχει εν τω μεταξύ συμφωνήσει με τον Πρωθυπουργό της Σκωτίας Alex Salmond τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος το 2014 για την ανεξαρτησία της τελευταίας. Σε περίπτωση που αυτή επιτευχθεί, η Σκωτία έχει δηλώσει ότι θα ζητήσει να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή ένωση. Σκεφτείτε τώρα, να έρθουν έτσι τα πράγματα ώστε όταν η Σκωτία ετοιμάζεται να μπει, η Βρετανία να ετοιμάζεται να αποχωρήσει.  Αν αληθεύει ότι και η Ουαλία φλερτάρει με την απόσχιση, τότε σίγουρα στο νησί θα χρειαστούν σύντομα τροχονόμο! 



Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

Η απάτη των οικονομολόγων


Αν θυμάστε, πριν από λίγους μήνες ιταλικό δικαστήριο καταδίκασε με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας έξι σεισμολόγους, για την αδυναμία τους να προβλέψουν τον καταστροφικό σεισμό της Ακουίλα το 2009. Οι δικαστές οδηγήθηκαν στην απόφασή τους αυτή λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι η σεισμολογία αποτελεί κλάδο των φυσικών επιστημών, οπότε σαν τέτοια αφήνει την εντύπωση ότι  θα πρέπει να έχει ταυτόχρονα την ικανότητα και να προβλέπει, αλλιώς είναι για τα μπάζα, και ως τέτοια ας αλλάξει κατηγορία, ώστε να μην μπερδεύονται οι άνθρωποι κι οι δικαστές. Φυσικά η σεισμολογία δεν μπορεί να προβλέψει, και κανένας σεισμολόγος, πλην ολίγων ευφάνταστων ημεδαπών, δεν ισχυρίστηκε το αντίθετο, παρά μόνο να επιβεβαιώσει εκ των υστέρων αν είχαμε σεισμό, πόσο μέγεθος είχε και πού στο διάολο συνέβη. Εν πάση περιπτώσει μια τέτοια δικαστική απόφαση μπορεί ν' αποτελέσει προηγούμενο, ώστε κάποια στιγμή να ξεκαθαρίσει ο χώρος από τους λαθρεπιβάτες των επιστημών, οι οποίοι  έχουν το θράσος να νομίζουν ότι τα πέντε δέκα μαθηματικά ορνιθοσκαλίσματα που αραδιάζουν, αποτελούν κιόλας τεκμήρια αξιοπιστίας και εγκυρότητας. Αυτό το τελευταίο δεν ισχύει για τη σεισμολογία, ισχύει όμως για την οικονομική.

Η οικονομική έχει το κακό συνήθειο να κάνει προβλέψεις, και όσο περισσότερες κάνει κάποιος, τόσο πιο περιζήτητος γίνεται και τόσο πιο μεγάλος γίνεται ο μισθός του, φτάνει μάλιστα και στα ανώτατα αξιώματα του υπουργού οικονομικών, άσχετο αν κανένας δεν κάθεται εκ των υστέρων να τις αξιολογήσει, και να ζητήσει τα ρέστα. Στο βαθμό μάλιστα που μια σύγχρονη οικονομία βρίθει προβλέψεων, καταλαμβάνοντας ολόκληρο τον ορίζοντα των πιθανών εκβάσεων, το να υπάρξουν και μια και δυο που επαληθεύτηκαν, όπως καταλαβαίνετε, είναι απολύτως φυσιολογικό και στατιστικά δικαιολογημένο. 

Το οξύμωρο με την οικονομική, λοιπόν, είναι ότι ενώ οι προβλέψεις της λαμβάνονται στα σοβαρά από τις κυβερνήσεις ώστε βάσει αυτών να χαράζονται πολιτικές, που  στις πλείστες των περιπτώσεων, βέβαια, χαράζουν και πετσοκόβουν ολόκληρες κοινωνίες, κανείς δικαστής ως τα τώρα δεν βρέθηκε ν' απαγγείλει κατηγορίες εναντίον εκείνων, οι λανθασμένες προβλέψεις των οποίων οδήγησαν σε μαζικές ανθρωποκτονίες και καταστροφές. Γιατί;

Η μόνη εξήγηση που υπάρχει είναι ότι κανένας δεν παίρνει τελικά την οικονομική στα σοβαρά, και ότι κανένας δεν δίνει πίστη στα λεγόμενά της, όσα τερτίπια και να επινοεί ώστε να πείθει για το αντίθετο. Αν την έπαιρναν, θα τής ζητούσαν και το λόγο. 

Εδώ υπάρχουν δυο μόνο τινά. Είτε θεωρείς την οικονομική σοβαρή επιστήμη, οπότε και  στέλνεις τους οικονομολόγους στα δικαστήρια για πρόκληση βλάβης λόγω αστοχιών και πλημμελούς γνώσης και εφαρμογής του αντικειμένου τους, είτε στέλνεις στα δικαστήρια τους πολιτικούς που εμπιστεύτηκαν σεσημασμένους τσαρλατάνους. Ανάμεσα σ' αυτά τα δυο, δεν χωράει τίποτε άλλο λογικό.

Η μόνη που πήρε στα σοβαρά την οικονομική, ήταν η  βασίλισσα της Αγγλίας, η οποία απαιτώντας, εν τη αφελεία της, μια εξήγηση για την τόση μεγάλη αστοχία των οικονομολόγων, προκάλεσε και εύλογη έκπληξη και αμηχανία στο σινάφι, το οποίο μέχρι τώρα είχε μάθει να πατάει ανενόχλητα σε δυο βάρκες, και του επιστήμονα, και του τσαρλατάνου. 

Ηγεμόνας, ήταν αυτός, και η απορία της δεν έπρεπε να μείνει αναπάντητη. Όπως ήταν φυσικό προκάλεσε αναστάτωση στη Βρετανική Ακαδημία, η οποία και συγκάλεσε σύσκεψη των κορυφαίων οικονομολόγων του ακαδημαϊκού χώρου, του χρηματοπιστωτικού τομέα και της κυβέρνησης για ν' αποφανθούν. Αφού συσκέφθηκαν απερίσπαστοι και κεκλεισμένων των θυρών για κανένα μήνα, παρέδωσαν τελικά πόρισμα στο οποίο η αποτυχία της πρόβλεψης οφειλόταν κατά γράμμα "στην αποτυχία της συλλογικής φαντασίας πολλών ευφυέστατων ανθρώπων, τόσο στη Μεγάλη Βρετανία, όσο και σ' ολόκληρο τον κόσμο, να κατανοήσουν τους κινδύνους του συστήματος εν όλω". 

Αποτυχία της "συλλογικής φαντασίας;", ήταν η εύστοχη παρατήρηση του Χα-Τζουν Τσανγκ στο γνωστό βιβλίο περί των 23 Αληθειών κλπ. Δηλαδή, όλα όσα έλεγαν ως τα τώρα περί του λογικού υποστρώματος της οικονομικής είχαν πάψει να ισχύουν; Κατά πόσο μια σύλληψη σαν τη φαντασία, συλλογική ή μη έχει θέση στην κυρίαρχη ορθολογική πραγματεία των οικονομικών; Στην πραγματικότητα, όπως συνεχίζει ο Τσανγκ, οι κορυφές του οικονομικού χώρου, δεν είχαν ιδέα για το τι είχε φταίξει.

Γιατί λοιπόν να συνεχίζουμε να τους εμπιστευόμαστε και να τους ακριβοπληρώνουμε; Είτε στα γραφεία τους και έξω απ' την πολιτική, είτε, όταν ανακατεύονται, στη φυλακή.


Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

Ο Κουίσλινγκ Σαμαράς, ο Κουίσλινγκ Βενιζέλος και ο Κουίσλινγκ Κουβέλης...


...η μοίρα τ' όρισε,  αύριο Δευτέρα 14-1-2013, ν' αναβιώσουν την αρχέγονη παράδοση των Εφιαλτών, καθώς θα υπογράφουν με χέρι σταθερό σαν του δολοφόνου,  το παρακάτω:




όπως άλλωστε έκαναν οι προκάτοχοί τους το Μάρτιο, και οι προκάτοχοι των προκατόχων τους τα προηγούμενα χρόνια των μνημονίων και των προ-προηγούμενων χρόνων της κατοχής και των ακόμα πιο πίσω χρόνων. 
  
Μα θα μου πείτε, θα έρθει κάποτε η Ιστορία να τους κρίνει, θα τους βρει λερούς μ' όλου του κόσμου τα εγκλήματα στην πλάτη και θα τους βάλει στη θέση που τους αξίζει, με φόντο τα συντρίμμια που αφήσανε και τις τιμωρίες που δεν δόθηκαν όσο τα πράγματα ήταν ακόμα ζεστά. 

Στ' αρχίδια μας η Ιστορία. Αυτά είναι για τους θρησκόληπτους, που βολεύονται να αφήνουν το σήμερα να γλιστρά σε ένα απροσδιόριστο και μακρινό αύριο, όπου όλα τάχατες τότε θα κριθούν συνολικά. Μέχρι τότε όμως όλοι μας θάμαστε νεκροί, και οι απόγονοι δεν θα θυμούνται, το πολύ πολύ κάποιο ευαίσθητο τρισέγγονο να φτύσει με σιχασιά στον τάφο του προγόνου του. Ούτε καν οι ιστορικοί δεν θ' ασχολούνται. Ελάχιστα τα δημοσιεύματα, τα πιο πολλά περιθωριακά, άνευρα και χλιαρά, κι ο κόσμος ακινητοποιημένος και αναίσθητος, βουβός και μοιραίος. 

Στ' αρχίδια του κι αυτουνού. 

Ο πόλεμος λένε αποκτηνώνει, αφυδατώνει από αισθήματα και συναισθήματα, μπλοκάρει τις σκέψεις, ακρωτηριάζει τη βούληση και την ελπίδα, εξοντώνει τα κίνητρα και τις προσδοκίες, στήνει γύρω απ' τον καθένα τείχη, κονταίνει τις κινήσεις του σώματος και του μυαλού, μικραίνει τις χειρονομίες, συρρικνώνει το ανθρώπινο και μεγεθύνει το ζωώδες.     

Κι εμείς τώρα έχουμε πόλεμο. Τι κι αν δεν πέφτουν βόμβες από πάνω. Αυτό που μαρτυράει πότε υπάρχει πόλεμος και πότε όχι, είναι τα θύματα. Κι όταν τα θύματα είναι πολλά, κι όταν υπάρχει θύτης και όχι κάποιο γεγονός φυσικό και θεόσταλτο, τότε ναι, υπάρχει πόλεμος.  Και κρίμα στους λαούς που λιποψύχησαν, που τσλαπατήθηκαν, που αφέθηκαν να λεηλατηθούν και μάλιστα αμαχητί και συναινετικά. Όποιες και να είναι οι εξελίξεις, τίποτε το καλό δεν προμηνύεται για το μέλλον.

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Η Κύπρος και το Δάνειο της Ρωσίας


Η άρνηση της Ρωσίας να χορηγήσει για δεύτερη φορά δάνειο στην Κύπρο έδωσε ένα πρώτης τάξεως επιχείρημα στις εγχώριες μνημονιακές δυνάμεις για να συνεχίζουν να θριαμβολογούν κατά το πρότυπο των μωρών, ότι το να φιλάς κατουρημένες ποδιές δεν είναι παρά ο μόνος δρόμος, ο ορθός, και ότι το να νομίζεις ότι υπάρχει ζωή και έξω απ' το μαντρί δεν αποτελεί παρά πλάνην οικτράν. Δεν είναι όμως έτσι, αν έτσι νομίζουν.

Πρώτον, διότι κανείς δεν γνωρίζει τι ειπώθηκε και ποιοι ήταν οι λόγοι της άρνησης, καθώς επίσης  ποια τα ανταλλάγματα ή οι υποσχέσεις που δόθηκαν.

Και κατά δεύτερον υπάρχει και μια άλλη εξήγηση ότι η Ρωσία δεν θα είχε κανένα λόγο να το αρνηθεί αν δεν ακολουθούσε τους κανόνες του καλού νταβατζή, σύμφωνα με τους οποίους, για λόγους κοινωνικής ειρήνης, κανένας νταβατζής δεν τολμά να αναμειχθεί στην επικράτεια του άλλου, αρμέγοντας πέρα από τις δικές του και τις ξένες πουτάνες. 

Μιας και η χορήγηση δανείου ενός κάποιου όχι τόσου ευκαταφρόνητου ποσού, δίνει αμέσως το δικαίωμα στο χορηγό να συμπεριφέρεται σαν νταβατζής, αν, υπό τις παρούσες συνθήκες, το έκανε η Ρωσία, θα έπρεπε πάραυτα και παραχρήμα να έρθει σε άμεση σύγκρουση με την Ε.Ε. η οποία και δικαίως θα ερμήνευε τη ρωσική κίνηση ως πρόθεση ανάμιξης σ' ένα μπουρδέλο που κείτεται εκτός της δικής της δικαιοδοσίας. 

Αν  τα πράγματα ήταν διαφορετικά με την Κύπρο, αν δεν αποτελούσε μέλος των ΕΖ και ΕΕ, και αν η Ρωσία δεν προτίθετο στη φάση αυτή να έρθει σε άμεση ρήξη με αυτές, τότε όχι μόνο θα έσπευδε να χρηματοδοτήσει το νησί, αλλά και θα το θερμοπαρακαλούσε, για λόγους που σχετίζονται με τον προσεταιρισμό ενός τόπου υψίστης γεωπολιτικής και στρατηγικής σημασίας στην Ανατολική Μεσόγειο, πλούσιου μάλιστα και σε υδρογονάνθρακες, αλλά και για λόγους που έχουν να κάνουν με τα άφθονα ρωσικά κεφάλαια που είναι παρκαρισμένα εκεί. 

Μα θα μου πείτε ότι είτε έτσι, είτε αλλιώς  το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η Ρωσία δεν έδωσε το δάνειο και φάνηκε ν' αφήνει την Κύπρο έκθετη. Κι όμως δεν είναι.

Διότι η Ρωσία θα το δώσει το δάνειο. Όχι όμως απ' ευθείας. Θα το δώσει μέσω ΔΝΤ, όπως άλλωστε το ζήτησε και η Κριστίν. Εδώ είμαστε, και θα το δούμε. Αφού φυσικά παρακαμφθούν οι γερμανικές αντιρρήσεις, που κάθε άλλο θα ήθελαν να δουν την πολική αρκούδα ν' απλώνει την αρίδα της στα υποτροπικά ακρογιάλια της μεγαλονήσου.


Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013

Προστατεύει κάποιους και ο Βενιζέλος;


Αν η απόκρυψη της λίστας Lagarde από τον κ. Παπακωνσταντίνου είχε ως ευλογοφανές κίνητρο την προστασία των δυο του εξαδέλφων, ανοιχτό παραμένει το ερώτημα για το ποιο ήταν το κίνητρο του κ. Βενιζέλου ώστε να την κρατά κι αυτός κρυφή για ένα και πλέον χρόνο σε εφτασφράγιστο συρτάρι του γραφείου του. 

Μια και οι δυο περιπτώσεις έχουν ως κοινό τους σημείο την ίδια πράξη, δηλαδή την απόκρυψη, είναι εξ ίσου εύλογο να υποθέσουμε ότι συμπίπτουν και ως προς τα κίνητρα, δηλαδή την προστασία κάποιων που δεν έπρεπε να έρθουν στο φως της δημοσιότητας, πιθανόν διότι τότε θα προκαλούσαν δυσάρεστους συνειρμούς, έρευνες και αποκαλύψεις, τόσο για τον κ. Βενιζέλο προσωπικά, όσο και για το ασθενικό του κόμμα. 

Για τον κ. Παπακωνσταντίνου ξέρουμε ήδη αρκετά. Για τον κ. Βενιζέλο όμως, τι θα μπορούσαμε να υποθέσουμε; Αν αφήσουμε στην άκρη εικασίες για άμεση εμπλοκή συγγενικών του προσώπων, δεν μπορούμε όμως να κάνουμε το ίδιο και για την πιθανή εμπλοκή ατόμων της λίστας σε υπόγειες χρηματοδοτήσεις κατά το πρόσφατο παρελθόν του κόμματος στο οποίο αρχηγεύει. Αυτό θα ήταν και μια εύλογη απάντηση στο ερώτημα του γιατί ο κ. Βενιζέλος κρατούσε τόσο καιρό τη λίστα μυστική. Το κεφάλαιο μυστικές χρηματοδοτήσεις, αν και καθόλου μυστικό μετά από μαρτυρίες Τσουκάτου και Χριστοφοράκου, εν τούτοις παραμένει ακόμα στα ανέγγιχτα και ανεξερεύνητα. 

Τις απορίες μου για το ποιους θέλει πιθανόν να προστατεύσει ο Βενιζέλος, και τους εύλογους συνειρμούς ότι πρόκειται μάλλον περί άνομων χρηματοδοτών του κόμματος, τις είχα διατυπώσει πολλές φορές χθες στο twitter. 

Η απάντηση ήρθε γρήγορα και τυχαία σήμερα. 

Σύμφωνα λοιπόν με δημοσίευμα της "Εφημερίδας των Συντακτών", την χρονική περίοδο που οι κυβερνητικοί παράγοντες κρατούσαν τη λίστα Λαγκάρντ ερμητικά κλεισμένη στα συρτάρια τους, μην τυχόν και προκύψει νομικό ζήτημα με την αξιοποίησή της, ορισμένα πρόσωπα, που αναφέρονται ονομαστικά, και εταιρείες τους ελέγχονταν για την εμπλοκή τους στο σκάνδαλο της Siemens. Στους λογαριασμούς της HSBC βρίσκονται πρόσωπα γνωστά από την εμπλοκή τους  με τις μίζες της γερμανικής εταιρείας. Συγκεκριμένα, από τα 15 πρόσωπα  που βρέθηκαν να πρωταγωνιστούν, τα 5  έχουν ονομαστική παρουσία στη λίστα Λαγκάρντ. Πρόκειται για τους επιχειρηματίες Μ. Κάτσικα, Π. Βοιλή, Σ. Πρινιωτάκη, Δ. Σιαφάκα, Μαρία Χριστίνα Μακροδήμου, ενώ ερευνάται και η χρηματιστηριακή εταιρεία "Πήγασος", της οποίας  επικεφαλής τότε ήταν ο Α. Ράμμος.

Να, που όλα τα μυστήρια έχουν από πίσω τους και κάποια κίνητρα και αιτίες. Και τι κίνητρα!



Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2013

Τα τάγματα εργασίας του κ. Δούκα


Η χθεσινή δημοσίευση του καινοφανούς (όπως θέλει να το παρουσιάζει ο ίδιος), σχεδίου του κ. Δούκα για την εξασφάλιση της εισόδου της Ελλάδας στην Γη της Επαγγελίας, μέσω εκτός των άλλων και με την παροχή άμισθης εργασίας στους αναξιοπαθούντες εργοδότες από τους ανέργους, προκάλεσε πολλά σχόλια, από ευτράπελα, εξ αιτίας του ανεκδιήγητου αυτού αιτήματος, έως και πολύ δηκτικά.

Στην πραγματικότητα, όμως, η σύλληψη του κ. Δούκα, ούτε παράλογη είναι, καθ' ότι στα πλαίσια του Νέου (Εργαλειακού) Ορθολογισμού, οι άνεργοι, αντί να κάθονται άπραγοι, εξορισμένοι και δυστυχείς, θα μπορούσαν να ανταμειφθούν ηθικά, με το να αξιοποιούνται για το καλό της πατρίδας, ούτε και καινοτόμος, διότι παρόμοια σχέδια βρίσκονται ήδη σε εφαρμογή στο Ηνωμένο Βασίλειο, και πιθανόν όπου αλλού οι καινοτόμες ιδέες φυτρώνουν με την ίδια ταχύτητα, όπως τα μανιτάρια στο απόβροχο. 

Αν το πρώτο μέλημα του David Cameron, με την ανάληψη της εξουσίας το 2010, ήταν η εγκαθίδρυση της Big Society, δηλαδή η ανάθεση εξουσιών για τη φροντίδα των αναξιοπαθούντων στις τοπικές κοινωνίες, τις διάφορες φιλανθρωπικές ενώσεις και τις μη-κυβερνητικές οργανώσεις, στην πραγματικότητα όμως ζαχαρωμένη πρόφαση για την απομάκρυνση του κράτους από τις κοινωνικές του δεσμεύσεις μέσω γενναίων περικοπών στην πρόνοια, το επόμενο βήμα ήταν η θεσμοθέτηση αυτού, το οποίο τώρα ο κ. Δούκας ονειρεύεται και παρουσιάζει ως δικής του έμπνευσης, δηλαδή την άμισθη εργασία.  

Πώς;

Πολύ απλά, με την εισαγωγή του Workfare, δηλαδή της εξαναγκασμένης παροχής άμισθης εργασίας όχι μόνο για κοινωνικούς σκοπούς, αλλά και σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, ως προϋπόθεση για να συνεχίσουν έτσι να λαμβάνουν από το κράτος τα κοινωνικά βοηθήματα, τα οποία έτσι κι αλλιώς δικαιούνται. Έτσι από αυτή τη χρονιά, το πρόγραμμα αυτό δεν θα επηρεάζει μόνο τους νέους, αλλά θα επεκταθεί σε όλες τις ηλικίες, ακόμα και στους ανάπηρους, σε όσους έχουν διανοητικά προβλήματα αλλά και σε αυτούς που βρίσκονται στα τελευταία στάδια του καρκίνου, μέχρι και 6 μήνες πριν απ' το μοιραίο, διασαφηνίζει ο νόμος, σε μια μεγαλειώδη στιγμή άκρατου ανθρωπισμού. 

Έτσι, οι άνθρωποι αυτοί κρίνονται μεν ότι μπορούν να παράσχουν εργασία, δεν κρίνονται όμως ικανοί ώστε να αμειφθούν και γιαυτή. Πέρα από το ανήθικο της υπόθεσης και την απροσχημάτιστη εκμετάλλευση, από την άλλη μεριά καταλαμβάνουν θέσεις έμμισθης εργασίας, τις οποίες θα μπορούσαν να πάρουν κάποιοι άλλοι οι οποίοι τις έχουν ανάγκη, και επιπλέον κατεβάζουν και το επίπεδο των μισθών.

Το Workfare είναι ένα πρόγραμμα σε μαζική κλίμακα, το οποίο εισάγει από την πίσω πόρτα το "θεσμό" της άμισθης εργασίας, ρίχνει τεχνητά τους δείκτες ανεργίας, ρίχνει τους μισθούς για τους ήδη εργαζόμενους, και προσπορίζει ανέλπιστα κέρδη στις επιχειρήσεις που συμμετέχουν, καθώς και στους μεσάζοντες που αναλαμβάνουν να το υλοποιήσουν. 

Όπως ήταν αναμενόμενο, σε αντιπερισπασμό έχει δημιουργηθεί κίνημα, το BoycottWorkfare.org  το οποίο, με την αρωγή προοδευτικών εφημερίδων και μέσων, καθώς και με την πίεση που το ίδιο ασκεί έχει κατορθώσει πολλές μεγάλες εταιρίες, όπως οι Boots, Sainsbury's, Oxfam, BHS, Burger King, Body Shop, Holiday Inn, Cancer Research κ.α. να αποσύρουν τη συμμετοχή τους σε αυτό.   


Λυπούμαστε, κ. Δούκα, αλλά έρχεστε δεύτερος! Και μια συμβουλή! Μη χρησιμοποιείτε ιδέες άλλων για δικές σας! Εκτίθεστε! 


Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013

Το τέλος της κοινωνίας


Μπορεί στην αρχή  να τους ταρακούνησε λίγο, αλλά δεν κράτησε για πολύ. Γρήγορα γρήγορα, και όσο οι απανταχού κυβερνήσεις τους κανάκευαν με πακτωλούς χρημάτων, που  ρουφούσαν με την ταχύτητα του φωτός από τις τσέπες των υποτελών τους, κατάλαβαν πως μέσα της η κρίση έκρυβε θησαυρό. Αφού πείστηκαν πως το βιός τους δεν θα κινδύνευε άλλο, αλλά τουναντίον θα αυγάτιζε, είδαν πως θα μπορούσαν  άκοπα να εξασφαλίσουν κι άλλα, εξ ίσου σημαντικά, καβάντζα για το μέλλον. 

Τα μαχαίρια βγήκαν απ' τις κρυψώνες, οι μισθοί, μάνι μάνι κόπηκαν στη μέση, το ίδιο και οι συντάξεις, τα εργοστάσια, οι επιχειρήσεις, και οι δημόσιες υπηρεσίες πήραν το Ok ν' αρχίσουν να αδειάζουν καραβιές εργαζομένων στις απανταχού χωματερές της ανεργίας, κι όλα αυτά νομότυπα, από μαγαζάκια παρασκευής νομοθετικών προϊόντων φασόν, που στήθηκαν νυχτιάτικα στα τρίτα υπόγεια της βουλής από ιδιοτελείς, καιροσκόπους, μωροφιλόδοξους ράφτες, ικανούς μόνο στο να ξεπατικώνουν με ακρίβεια τα πατρόν που τούς πάσαραν καθημερινά απ' έξω, οι πάτρωνές τους από τον κόσμο των ισχυρών.

Η κρίση αυτή θα περάσει στην ιστορία σαν η κρίση της μεγάλης αρπαγής και της μεγάλης αναδιανομής  του πλούτου από τους κάτω στους επάνω. Αυτό, όμως, είναι το ένα μόνο σκέλος.

Διότι υπάρχει και το άλλο σκέλος, αυτό του τέλους της αναδιανομής από τους πάνω προς τους κάτω, όσο αυτή υπήρχε, έστω και λυμφατική τα τελευταία χρόνια, μέσα από τη φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές. 

Κι αυτό το τέλος, η κατάργηση δηλαδή μιας οιονεί αλληλεγγύης ανάμεσα στα μέλη μιας κοινωνίας για να μπορεί τέλος πάντων να εκλαμβάνεται ως τέτοια, θα είναι και το σήμα κατατεθέν της νέας εποχής που κυοφορείται στις μέρες μας. Το κράτος, ως ο τροχονόμος των μεταβιβάσεων και της εξισορρόπησης των ανισοτήτων αποχωρεί, τίποτε πλέον δεν θα μοιράζεται, παρά μόνον από φορολογικά εκπίπτουσες φιλανθρωπίες, και ο καθένας θα είναι πλέον μόνος του, αυτός κι η μοίρα του. 

Η ασφάλιση θα γίνει ιδιωτική, δηλαδή θα παίρνει κάποιος σύνταξη μόνο εφ΄ όσον έχει να πληρώσει. Η περίθαλψη θα γίνει ιδιωτική, δηλαδή κάποιος θα γιατρεύεται μόνο αν έχει να πληρώσει, αλλιώς ψόφος. Η εκπαίδευση θα γίνει ιδιωτική, δηλαδή κάποιος θα μαθαίνει γράμματα, μόνο αν έχει να πληρώσει, αλλιώς στούρνος και νεο-ναζί, κάποιος θα ταξιδεύει μόνο αν έχει να πληρώσει. Και επειδή όλο και πιο λίγοι θα έχουν να πληρώσουν, τόσο και θα ακριβαίνουν  οι "υπηρεσίες" αυτές που κάποτε λέγονταν κοινωνικά αγαθά, και όχι υπηρεσίες. Και όλο και περισσότεροι θα αποκλείονται έτσι από τη χρήση τους.

Φυσικά, ο μετασχηματισμός αυτός, η μετακύλιση του κόστους δηλαδή, στον κάθε "χρήστη" τελικά, θα έχει ως αποτέλεσμα την εκμηδένιση σχεδόν της φορολογίας των από πάνω, μιας και δεν θα υπάρχει ούτε αγαθό, ούτε κοινωνία για να συνεισφέρουν. Πράγμα, που συνεπάγεται μια δεύτερη, ακόμα μεγαλύτερη αναδιανομή από τους κάτω στους επάνω. 

Αν ακόμα αρνούμαστε να τα δούμε όπως υλοποιούνται μέρα τη μέρα μπροστά στα μάτια μας, δεν μπορούμε να κάνουμε και πως δεν τ' ακούμε, καθώς έχουν εγκατασταθεί για τα καλά στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Τα "κοινωνικά αγαθά" έχουν εξοριστεί από τις "υπηρεσίες" και οι "δικαιούχοι κοινωνικών αγαθών" από τους μοναδικούς "χρήστες". 

Διάβαζα χτες για τα τρένα στην Αγγλία, όπου τα εισιτήρια τα τελευταία δέκα χρόνια αυξήθηκαν κατά 50%,  (εννοείται της κανονικής θέσης, γιατί της πρώτης μειώθηκαν),πολύ παραπάνω απ' τον πληθωρισμό.  Όλο και λιγότεροι μπορούν πια να τα χρησιμοποιούν, ενώ αυτοί που θίγονται είναι και οι φτωχότεροι, καθότι για να αντιμετωπίσουν τα υψηλά ενοίκια στις πόλεις καταφεύγουν σε πιο απομακρυσμένες περιοχές. Για έναν χαμηλόμισθο, οι ημερήσιες μεταφορές αντιπροσωπεύουν πλέον το 25% του μισθού του, ενώ μόνο το 5% ενός υψηλόμισθου. Οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών δεν αντιλαμβάνονται τις μεταφορές σαν κοινωνικό αγαθό και δεν τις επιδοτούν από τα γενικά φορολογικά έσοδα. Αντίθετα μεταφέρουν το κόστος αποκλειστικά στον χρήστη, ο οποίος όμως αδυνατεί να αντεπεξέλθει. 
 
Ιδιωτικοποιήσεις δεν συμβαίνουν μόνο στην Ελλάδα, συμβαίνουν σχεδόν παντού. Οι Ιδιωτικοποιήσεις δεν γίνονται για εισπρακτικούς λόγους, όπως μας λένε στην Ελλάδα, για να εξοφλήσουμε τάχα τους δανειστές, αλλά για την ολοκληρωτική μετάγγιση του όποιου αίματος έχει απομείνει στους από κάτω, προς τους επάνω. 

Οι Ιδιωτικοποιήσεις, λοιπόν, δεν είναι παρά τα καρφιά που θα σφαλίσουν το φέρετρο της κοινωνίας, και η ταφόπλακα στο μνήμα της. Από δω και πέρα, όπως και όσο μπορεί ο καθείς να πορευτεί. Και όταν ο άνθρωπος μένει μόνος, αγριεύει. Πολύ και ανεξέλεγκτα.