«Η μεγαλύτερη κρίση, που αυτή τη στιγμή περνάει σχεδόν απαρατήρητη, και η οποία θα αποδειχθεί πολύ πιο καταστροφική για το μέλλον της δημοκρατικής αυτο-κυβέρνησης, ακόμα κι από την οικονομική κρίση, είναι η κρίση στην εκπαίδευση». Αυτά γράφει η Martha Nussbaum σε ένα από τα άρθρα της με τίτλο «Εκπαιδεύονται όχι για το Kέρδος, Εκπαιδεύοντας για την Eλευθερία».
Πράγματι, οι ανθρωπιστικές πλευρές της επιστήμης και των κοινωνικών επιστημών, η φαντασία δηλαδή, η δημιουργικότητα και η ακριβής κριτική σκέψη, χάνουν επίσης έδαφος, καθώς τα κράτη προσανατολίζονται στο κυνήγι του βραχυπρόθεσμου κέρδους με την καλλιέργεια χρήσιμων, και εφαρμοσμένων δεξιοτήτων, κατάλληλων για να αποφέρουν κέρδος».
Ένα, από τα τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα που παραθέτει η Nussbaum, αφορά στα κριτήρια αξιολόγησης των πανεπιστημιακών και των ερευνητικών τους δραστηριοτήτων στα βρετανικά πανεπιστήμια από την επιτροπή RAE ( Research Assessment Exercise). Σύμφωνα με τα νέα κριτήρια, το 25% της βαθμολογία κάθε ερευνητή θα βασίζεται στην «απήχηση» που αυτός έχει προσωπικά, γεγονός το οποίο μεθερμηνεύεται ως η ατομική του συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη και επιτυχία. Έτσι, οι των ανθρωπιστικών επιστημών θα υποχρεωθούν να μετατραπούν σε πωλητές προϊόντων, και τότε μόνο θα μπορούν να δικαιολογούν πόρους και την ίδια τους την ύπαρξη, εφ’ όσον αποδείξουν την βραχυπρόθεσμη οικονομική τους συμβολή. Το αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι ότι από το 2009 που πρωτοεφαρμόστηκε, πολλά τμήματα φιλοσοφίας υποχρεώθηκαν σε λουκέτο. Δεδομένου, ότι κάθε κράτος επιδιώκει την οικονομική του ανάπτυξη, πολύ λίγες ερωτήσεις έχουν τεθεί, τόσο στον αναπτυσσόμενο, όσο και στον αναπτυγμένο κόσμο για την κατεύθυνση της παιδείας και, μαζί μ’ αυτή, της δημοκρατικής κοινωνίας.
Το 1867, ο John Stuart Mill επαινούσε τα σκωτικά πανεπιστήμια για τη δέσμευσή τους στην πλατειά δημοκρατική παιδεία, στην οποία μετείχαν όλοι οι φοιτητές ανεξαρτήτως του ειδικού πεδίου, το οποίο είχαν διαλέξει να σπουδάσουν. «Η διακυβέρνηση και η κοινωνία των πολιτών», έλεγε, «είναι από τα πλέον περίπλοκα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο ανθρώπινος νους. Και αυτός που θα συνδιαλλαγεί μαζί τους σαν στοχαστής και όχι σαν οπαδός, χρειάζεται όχι μόνο μια γενική γνώση των κύριων συνιστωσών της ζωής, αλλά και μια πειθαρχημένη και εξασκημένη κατανόηση αυτών, πάνω στις αρχές και τους κανόνες της υψηλής σκέψης. Και η υψηλή σκέψη κατακτάται με τη μελέτη της λογικής και των φιλοσοφικών επιχειρημάτων».
Και περαιτέρω, ο Mill, εξυμνούσε τον τρόπο με τον οποίον εκλεπτύνονται και καλλιεργούνται η φαντασία και το ηθικό συναίσθημα, μέσα δηλαδή από τη μελέτη της ποίησης και της λογοτεχνίας. Αν επρόκειτο ο Mill να γυρίσει στην Αγγλία, την στενότητα αντίληψης της οποία πάντοτε ελεεινολογούσε, θα ανακάλυπτε ότι η πλατιά παιδεία ποτέ δεν βρήκε εκεί καλή υποδοχή. Αν γιαυτόν ο εχθρός της δημοκρατικής παιδείας ήταν η ελιτίστικη κλασσική εκπαίδευση, που διδασκόταν μηχανιστικά και άψυχα, χωρίς να στοχεύει στον εμπλουτισμό της ψυχής και τη δημιουργία πολιτών, σήμερα ο εχθρός είναι η ανελέητη δίψα των κρατών για οικονομικά οφέλη, η οποία και οδηγεί τις αντίστοιχες εκπαιδευτικές πολιτικές.
Έτσι η κριτική σκέψη, δεν αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της εκπαίδευσης που στοχεύει στην οικονομική μεγέθυνση και ποτέ άλλωστε δεν υπήρξε σε χώρες που την κυνήγησαν ανελέητα, όπως η Σιγκαπούρη και η Κίνα.
" Ο λόγος που κανόνες όπως αυτοί δεν προκαλούν ισχυρή αντίδραση είναι ότι τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες οι ευαισθησίες μας έχουν νεκρωθεί από τον πολλαπλασιασμό της γλώσσας της γραφειοκρατίας, όπως «ικανοποίηση του χρήστη», «οι δυνάμεις της αγοράς», «λογοδοσία», κ.λ.π. Πιθανόν, τ’ αυτιά μας, να μην μπορούν πλέον ν’ ακούσουν πόσο ανόητη και αμφιλεγόμενη είναι η φράση «Πλαίσιο για την Αριστεία στην Έρευνα», ή πόσο γελοία είναι η πρόταση, η ποιότητα μιας έρευνας να αξιολογείται από τον «αριθμό των εξωτερικών χρηστών αυτής», ή από τη γκάμα των «δεικτών απήχησης».
Αντί ν’ αφήνουμε όλη αυτή τη σαχλαμάρα να γίνεται το μοναδικό λεξιλόγιο στη δημόσια συζήτηση, αξίζει να επιμείνουμε ότι αυτό που ονομάζουμε ανθρωπιστικές επιστήμες, είναι μια συλλογή τρόπων συνάντησης της ανθρώπινης δραστηριότητας σε όλον της τον πλούτο και ποικιλία. Το να επιχειρήσουμε να εμβαθύνουμε την κατανόησή μας γιαυτή και την άλλη πλευρά της δραστηριότητας, αποτελεί σκοπό από μόνο του.
Αν δεν ανατραπούν αυτοί οι κανόνες αξιολόγησης, οι καθηγητές στα βρετανικά πανεπιστήμια θα μετατραπούν σε πωλητές, από πόρτα σε πόρτα, εκχυδαϊσμένων εκδόσεων των προϊόντων τους για κατανάλωση στις αγορές".
Υ.Γ. Τις ευχαριστίες μου στον Γιάννη Β. ο οποίος και μού έθεσε υπ' όψιν το άρθρο της Nussbaum.