Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Υπάρχουν όρια στον εξορθολογισμό;




Το ερώτημα αφορά την πρόσφατη διστακτική, είναι αλήθεια, απαίτηση της τρόικας για εκκένωση νησιών με κατοίκους κάτω των 150, ο τρόπος αντιμετώπισης της οποίας, τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την κοινωνία, γεννά με τη σειρά της πρόσθετα ερωτήματα.

Γιατί η κυβέρνηση αντέδρασε με τρόπο κάθετο και απόλυτο κατά της συγκεκριμένης πρότασης;

Γιατί η Τρόικα ήταν διστακτική και με οφθαλμοφανές έλλειμμα αυτοπεποίθησης όταν την πρότεινε;

Γιατί, σε επίπεδο κοινωνίας, αντέδρασαν έντονα και αυτοί, οι κήρυκες δηλαδή της ορθοφροσύνης και της προτεραιότητας των ορθολογικών κριτηρίων στη λήψη αποφάσεων,  οι οποίοι αντιθέτως, μια τέτοια πρόταση θα έπρεπε να την καλωσορίζουν;

Ήταν η πρόταση της Τρόικας παράλογη και σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις περί «εξορθολογισμού», που έχει η ίδια καθώς και το  πλέον «σώφρον», όπως αυτό-αποκαλείται, κομμάτι της κοινωνίας;

Όχι  φυσικά! Με γνώμονα τα χρήματα που καταβάλουν οι φορολογούμενοι, όσοι τέλος πάντων φορολογούνται, ώστε μια φούχτα άνθρωποι να συνεχίζουν να κατοικούν σε μια βραχονησίδα, δαρμένοι από την αλμύρα και τους αέρηδες, διακονώντας αντιπαραγωγικά και μηδενικής προστιθέμενης αξίας επαγγέλματα, μόνο και μόνο για να τροφοδοτούν με έμπνευση τους ποιητές και να παρέχουν τα καλοκαίρια σε κάποιους αλαφροΐσκιωτους ρομαντικούς, φιλόξενα αγκυροβόλια, με γνώμονα λοιπόν το κόστος, οι κάτοικοι αυτοί θα επιβαλλόταν να μεταφερθούν. 

Ο κ. Στουρνάρας, θα έπρεπε ήδη να το είχε σκεφτεί πρώτος. Να πάρει και τα συχαρίκια από την Τρόικα.  Θα έπρεπε να είχε βάλει κάτω το μολύβι και το χαρτί και να αποδείκνυε στους αντιρρησίες παλαβούς ότι τόσο κοστίζει το καράβι να πιάνει λιμάνι τη βδομάδα μια φορά, (καύσιμα, καπετάνιος, μούτσος, κλπ), τόσο κοστίζει ο δάσκαλος για να κάνει μάθημα σε τρία παιδιά, τόσο κοστίζει ο γιατρός που το επισκέπτεται μια στις τόσες, τόσο χάνει σε έσοδα το κράτος από τον μειωμένο ΦΠΑ και φορολογικό συντελεστή, τόσο από δαύτο και τόσο από κείνο.

Ο κ. Κουβέλης, θα είχε τις αντιρρήσεις του, ίσως λόγω παλαιότερων αντανακλαστικών, αλλά θα τις προσπερνούσε, ντύνοντας τις προτάσεις Στουρνάρα με κάποιο μακρύ ανθρωπιστικό μανδύα. Οι εκκενωμένοι θα μεταφέρονταν μεν σε άλλο τόπο, λιγότερο κοστοβόρο, αλλά σε καλύτερες και πιο σύγχρονες κατοικίες, και επιπλέον θα τους δινόταν εφάπαξ και ένα κάποιο ποσό ώστε να ξεκινήσουν κάποιο άλλο επάγγελμα.

Αυτά θα έπραττε κάποιος που θα ήταν συνεπής με τις ιδέες του, κάποιος που θα ήταν στ’ αλήθεια ταγμένος στην πραγμάτωση του νοήματος και του περιεχομένου του «εξορθολογισμού» των δαπανών. Γιατί λοιπόν κωλώνουν και δεν το προχωρούν; Πού είναι ο ορθολογισμός τους, για τον οποίον τόσο περηφανεύονται, και τον οποίον σπεύδουν να επικαλεστούν ως οδηγό στην προσπάθειά τους να καθησυχάσουν την κοινωνία που δυσπιστεί; Αν στην περίπτωση αυτή των νησιών, η οποία  με βάση τα δικά τους πιστεύω δείχνει καθαρά τι πρέπει να κάνουν, οπισθοχωρούν, πόσο στα σοβαρά θα πρέπει να τους παίρνουμε και για τα υπόλοιπα;

Μήπως υπάρχουν όρια στον «εξορθολογισμό» τους;
Κι αν υπάρχουν, ποια είναι αυτά;

Ας μάς εξηγήσουν επιτέλους, γιατί, μα τον Τουτάτη, μπερδευόμαστε. Και είναι κρίμα να διολισθήσουμε ως κοινωνία, προς μια εξήγηση η οποία θα τείνει να ταυτίσει τον εξορθολογισμό με τον ανασκολοπισμό.



Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Όποιος σκάβει το λάκκο τ' αλλουνού,....



Το ακούσαμε πολλές φορές κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Απ’ ότι φάνηκε, δεν επρόκειτο για επιχείρημα μιάς χρήσης. Το ξανακούσαμε και μετά, που σημαίνει ότι, μέσα στην αφέλειά τους, το βρήκαν εύστοχο και αποστομωτικό των αντιπάλων. Και το ξέσκισαν από τη χρήση την πολλή. Χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι ταυτόχρονα  θρυμμάτιζαν και τη θεμέλιο λίθο της επιχειρηματολογίας όλων των τελευταίων δεκαετιών.   

«Καλά και λογικά, όλα αυτά που λέτε», απαντούσαν στον Τσίπρα, «ότι όντως το Μνημόνιο έφερε αυτά που έφερε στην Ελλάδα, και ότι η συνέχιση της εφαρμογής του θα φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που ευαγγελίζεται. Αλλά, πώς είστε σίγουρος ότι η Μέρκελ θα συναινέσει; Πώς, όμως, είστε σίγουρος ότι το Βερολίνο θα αντιδράσει ορθολογικά και όχι παράλογα;»

Όταν λοιπόν, αρχίζεις να θεωρείς ότι οι κύριοι συντελεστές της ευρωπαικής πολιτικής μπορεί να δράσουν και ανορθολογικά, όταν βάζεις στο τραπέζι επί ίσοις όροις το ενδεχόμενο το οικονομικό υπόβαθρο της ασκούμενης πολιτικής από τα πιο επίσημα θεσμικά και ακαδημαικά κέντρα να είναι και παράλογο, διότι αν παραδέχεσαι ότι μπορεί να δρουν παράλογα στη δεδομένη στιγμή, δεν υπάρχει λόγος να μην παραδεχτείς ότι έτσι μπορεί να δρούσαν και χτες και προχτές και αντιπροχτές, τότε αυτό που έχεις καταφέρει είναι να αμφισβητείς, ορθά-κοφτά, τη μονοπώληση του ορθού λόγου από το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, και να τινάζεις στον αέρα τη σχέση πάνω στην οποία βασίστηκε η πειθώ και η επικυριαρχία του.

Και νεοφιλελευθερισμός χωρίς το ταίρι του τη λογική, πώς να το κάνουμε, είναι σακί αδειανό... Απορώ, πώς δεν το πρόσεξε ο Πάσχος.


Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010

Τι εστί "εξορθολογισμός";


Ένα από τα ισχυρότερα προπαγανδιστικά εργαλεία της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας είναι το μονοπώλιο που διατείνεται ότι κατέχει πάνω στην ερμηνεία του τι είναι λογικό και τι παράλογο, του τι αντιπροσωπεύει την κοινή λογική και τι όχι, πάνω σε όλες ανεξαιρέτως τις εκφάνσεις της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής. Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι κυρίαρχη θέση στο λεξιλόγιο του νεοφιλελευθερισμού κατέχει η λέξη «εξορθολογισμός». Η δύναμή της συνίσταται στο ότι φυσικά κανένας δεν θα ήθελε να διασυρθεί ως θιασώτης του παράλογου.

Εδώ όμως είναι και η παγίδα που έχει έντεχνα στηθεί. Διότι αυτό που αποσιωπάται είναι ότι το αντίθετο του «εξορθολογισμού» δεν είναι ο παραλογισμός, αλλά η «κοινωνική πολιτική». Αυτή λοιπόν εκλαμβάνεται σαν ανορθολογική, - πράγμα βεβαίως «λογικό» στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας-, αυτή είναι που προκαλεί τις στρεβλώσεις, αυτή είναι που θα πρέπει να εξοβελιστεί ως προϋπόθεση για την επαναφορά στην ομαλότητα. Την νεοφιλελεύθερη φυσικά ομαλότητα των αγορών, των κερδών, και της ευμάρειας των ολίγων εις βάρος των πολλών. Τα γνωστά…

Δείτε για παράδειγμα, πώς η αντίθεση εξορθολογισμού/κοινωνικής πολιτικής ενσαρκώνεται με τον πλέον εύγλωττο τρόπο στην παρακάτω φράση σχετικά με τα τιμολόγια της ΔΕΗ, από το άρθρο του Γ. Παπαϊωάννου στο κυριακάτικο ΒΗΜΑ:

«…Στρεβλώσεις που θα πρέπει να ομαλοποιηθούν υπάρχουν και στα τιμολόγια της ΔΕΗ. Ασκώντας κοινωνική πολιτική, οι κυβερνήσεις διατηρούν χαμηλό το ρεύμα προς τους αγρότες. Για να υπάρξει εξορθολογισμός στα τιμολόγια, ώστε να μπορούν να δραστηριοποιηθούν ιδιωτικές εταιρείες, εκτιμάται ότι το αγροτικό ρεύμα θα πρέπει να αυξηθεί κατά 60%-70%…»

Φυσικά δεν είναι το μοναδικό. Απλώς έχουμε τόσο πολύ εμπεδώσει την προπαγάνδα που δεν προσέχουμε πια πού πραγματικά στοχεύει.

1. Το λεξιλόγιο του νεοφιλελευθερισμού


2. Πόσο κοινή είναι η κοινή λογική;


3. Τα νέα αυτονόητα


Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Πόσο Κοινή Είναι η «Κοινή Λογική»;


Όλο και περισσότερο τον τελευταίο καιρό γίνεται επίκληση στην «κοινή λογική», σαν τον μοναδικά αντικειμενικό, αδιάψευστο και υπεράνω κάθε υποψίας τιμητή των τεκταινομένων.

Η αποκαλούμενη «κοινή λογική» με την έννοια του κοινού νου, που κληροδοτείται από γενιά σε γενιά, αποτελεί όντως το απόσταγμα της κοινής εμπειρίας μιας κοινωνίας καθ’ όσον παρέχει πρακτικές λύσεις και κοινούς τρόπους πρόσληψης και αντίδρασης σε ένα πλήθος καθημερινών καταστάσεων. Το πώς θα αντιδράσει, για παράδειγμα, κάποιος σε περίπτωση βροχής ή πυρκαγιάς ανήκει στο αποθετήριο των αυτονόητων λύσεων μιας κοινωνίας οι οποίες και υιοθετούνται απροϋπόθετα.

Όταν όμως η επίκληση του «κοινού νου» γίνεται για τη διατύπωση και δικαιολόγηση κρίσεων οποιασδήποτε μορφής, τότε αξιωματικά, παύει να ισχύει η προϋπόθεση της γενικής αποδοχής του. Στην περίπτωση αυτή η κοινωνία δεν μπορεί να θεωρείται πλέον ενιαία, καθ’ όσον διατρέχεται από ποικίλα και διασταυρούμενα αξιολογικά συστήματα και πεποιθήσεις, οπότε εκ των πραγμάτων δεν εκπροσωπείται από έναν και μόνο «νου», αλλά από πολλούς.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η προσπάθεια νομιμοποίησης ορισμένων κοινωνικών δράσεων με την αναγωγή τους στο καθαρτήριο μιας γενικής και ασαφούς «κοινής λογικής», και η προσπάθεια απονομιμοποίησης κάποιων άλλων, για το λόγο ότι αντιτίθενται σε αυτή, παρά τα στοιχεία της αντικειμενικότητας που η τακτική αυτή επιδιώκει να παρουσιάσει, στην πραγματικότητα δεν αποτελεί τίποτε άλλο, παρά ένα πλάγιο δρόμο νομιμοποίησης ή ακόμα και φυσικοποίησης της μόνης και μοναδικής κυρίαρχης λογικής.

Χρησιμοποιώντας λοιπόν το τέχνασμα της κάλυψης της κυρίαρχης λογικής υπό τον μανδύα της κοινής, άρα αδιαμφισβήτητης λογικής, κάποια από τα πρόσφατα γεγονότα της κοινωνικής μας ζωής, από τις εξεγέρσεις του Δεκέμβρη, μέχρι τις εφόδους στα θέατρα, την ΕΡΤ και την Ακρόπολη παρουσιάστηκαν σαν να ανήκαν στη σφαίρα του παράλογου και του αδιανόητου.

Όπως καταλαβαίνετε η τεχνική αυτή της εξορίας από τη σφαίρα του λογικού ανεπιθύμητων πράξεων, μπορεί κάλλιστα να επεκταθεί και σε πολλούς άλλους τομείς, γιαυτό καλό είναι να έχουμε τα μάτια ανοιχτά ώστε ν’ αποφεύγονται οι παγίδες και τα δόκανα.
ΥΓ. Δείτε και μια πρόσφατη ανάρτηση του mvel με παρομοιο περιεχομενο.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

Χρειάζεται Απόδειξη η Λογική;


Tείνω να καταλήξω ότι η εποχή μας έχει όλο και λιγότερη εμπιστοσύνη στη δυνατότητα της λογικής να συλλαμβάνει και να ερμηνεύει με αφαιρετικούς και συμβατούς με τους κανόνες της, συλλογισμούς, γεγονότα και καταστάσεις.

Το λογικό επιχείρημα αμφισβητείται ότι μπορεί να σταθεί από μόνο του αν δεν υποβαστάζεται από hard data, δηλαδή αν δεν συνοδεύεται από ένα stream αριθμών, πινάκων και διαγραμμάτων. Δεν αντιλέγω ότι σε αρκετές περιπτώσεις μια άποψη φαντάζει έωλη αν δεν τεκμηριώνεται πάνω σε αριθμούς, πίνακες και διαγράμματα, αλλά η απαίτηση η εν λόγω στάση να γενικεύεται σε κάθε κατάσταση, φτάνει ν’ αγγίζει τα όρια του γελοίου.

Δυο λόγοι μου έρχονται πρόχειρα στο νου. Ο ένας είναι η επικράτηση του «λογικού σχετικισμού», ρεύμα της μετανεωτερικότητας, το οποίο δεν αποδέχεται την ιεράρχηση αξιών και την ύπαρξη αντικειμενικών αληθειών, ούτε καν την ύπαρξη αντικειμενικής πραγματικότητας και το οποίο τοποθετεί στο ίδιο βάθρο τόσο λογικές όσο και παράλογες θεάσεις, δηλαδή τον δημιουργισμό μαζί με την θεωρία της εξέλιξης, τις νεο-εποχικές «θεραπείες» μαζί με την συμβατική ιατρική επιστήμη. Το αποτέλεσμα είναι ότι η παράταιρη αυτή συνύπαρξη δρα εναντίον της αξιοπιστίας της λογικής.

Ο άλλος λόγος είναι η επικράτηση της «εργαλειακής λογικής», ένα είδος σύγχρονης σοφιστείας, η οποία με ένα σωρό τεχνικές παραπλάνησης εμφανίζει ως αυτονόητες και λογικές, απόψεις που αντίκεινται στο κοινό αίσθημα περί ορθού. Και απ’ εδώ λοιπόν η λογική χάνει αρκετούς πόντους.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο λοιπόν, υπάρχει κανείς που θα ένοιωθε την ανάγκη να αποδείξει την εμπειρική διαπίστωση ότι στον 20ο αιώνα η οικιακή τεχνολογία, δηλαδή το ηλεκτρικό πλυντήριο, η ηλεκτρική σκούπα και η ηλεκτρική κουζίνα απελευθέρωσαν τη γυναίκα απ’ τις δουλειές του σπιτιού; Σίγουρα όχι!

Τι ήταν όμως αυτό που ώθησε την Prof. Cardia από το πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ, αν όχι η δυσπιστία στο ανθρώπινο λογικό, να διεξάγει εκτεταμένη έρευνα, αναλύοντας δημογραφικά στοιχεία από 3000 απογραφές για ν’ αποδείξει το αυτονόητο;

Απ’ την άλλη, ευτυχώς που γίνονται και τέτοιες έρευνες για να αντιλαμβανόμαστε ότι κάπου το μέτρο έχει χαθεί.

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2008

Υπάρχει Κάποιο Λάθος με τη Λογική;


Δεν αποτελεί μυστικό, ότι η Λογική, σε αντίθεση με το παρελθόν, τίθεται πλέον ανοιχτά υπό αμφισβήτηση. Όχι σε κίνδυνο, για να μην γινόμαστε υπερβολικοί και κατηγορηθούμε για κινδυνολογία. Η αυξανόμενη δυσαρέσκεια μεγάλων μερίδων του πληθυσμού της Δύσης για την πτώχευση του βίου τους, τόσο σε υλικά μέσα (σε σχέση με τις προσδοκίες τους), όσο και σε ποιότητα, μη βρίσκοντας εκτόνωση απαξιώνοντας την Πολιτική και δυσπιστώντας στην Οικονομία και Επιστήμη, αλλάζει ρότα και επιτίθεται σ’ αυτό το ίδιο το υπόβαθρο του νεωτερικού κοσμοειδώλου, ελπίζοντας αυτή τη φορά να πετύχει διάνα και να χτυπήσει το «κακό» στη ρίζα του.

Υπάρχουν μια σειρά από φαινόμενα που το επιβεβαιώνουν, τόσα, ώστε αρκετοί διανοητές απ’ όλα τα πεδία των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων ν’ αναγκαστούν να στρέψουν το βλέμμα προς την κατεύθυνση αυτή. Φαινόμενα, όπως
  1. η αναβάθμιση της θρησκείας ως σημαντικής παραμέτρου στη ζωή των λαών, όχι μόνον του πρώην ανατολικού μπλοκ, αλλά και της Αμερικής και της Ελλάδας ακόμα,
  2. όπως η υιοθέτηση φονταμενταλιστικών πρακτικών στην πολιτική (Αμερική και ορισμένες μουσουλμανικές χώρες),
  3. όπως η στροφή στους ανατολικούς μυστικισμούς, τις ψευδοεπιστήμες, (ομοιοπαθητική, ανατολικές θεραπευτικές μέθοδοι),
  4. όπως η σχετικιστική σκέψη, το μεταμοντέρνο και New Age με την ισοπέδωση αξιών και ποιοτήτων, του υψηλού με το χύδην, της επιστήμης με τον τσαρλατανισμό, για ν’ αναφερθούμε σε μερικά από αυτά.

    Οι επιθέσεις κατά της Λογικής, ουσιαστικά στοχεύουν:

  1. Στην Επιστήμη την ίδια, η οποία θεωρείται το πλέον γνήσιο και ευνοούμενο παιδί της. Οι λόγοι δυσπιστίας οι οποίοι είχαν ήδη διατυπωθεί ανοιχτά από τον Adorno, έχουν να κάνουν α) με την διάψευση των προσδοκιών των ανθρώπων για καλυτέρευση της ζωής τους με την ανάπτυξη των επιστημών, όπως το είχε υποσχεθεί, β) με την απαξίωση άλλων τρόπων, πέραν των επιστημονικών, περιγραφής και κατανόησης της ανθρώπινης κατάστασης, καθώς επίσης και γ) με την αλαζονική προσπάθεια επιβολής των μεθόδων της και σε άλλα πεδία, όπως ψυχολογία (Behaviorism) και κοινωνικές επιστήμες. Δείτε σχετικά την ανάρτηση «Δυσπιστία στην Επιστήμη».

  2. Στην εργαλειακή εκδοχή της Λογικής, την οποία ορίσαμε στην προηγούμενη ανάρτηση «Οι Περιπέτειες του ορθού Λόγου», και η οποία αποτιμά τα πράγματα βάσει σχέσεων κόστους/αποτελέσματος και βάσει ποσοτικοποιημένων οντοτήτων.

  3. Στην αδυναμία της Λογικής σκέψης καθ’ αυτήν να παράξει ηθικούς τρόπους συμπεριφοράς, να συμπορευτεί με τον «ατελή» τρόπο ζωής των ανθρώπων, και να μας κάνει να νοιώσουμε «άνθρωποι».

  4. Στην αδυναμία της να παίξει καθοριστικό ρόλο στη χρήση της επιστήμης και της τεχνολογίας και τέλος,

  5. Στην προσπάθεια επιβολής ενός μονομερούς τρόπου θέασης του κόσμου, παραμερίζοντας και υποτιμώντας άλλους, όπως φαντασία, συναίσθημα, διόραση κ.λ.π.

Τί κάνουμε λοιπόν; Σκοτώνουμε τη Λογική και δενόμαστε, όπως παλιά στο άρμα των πάσης φύσεως πίστεων, δεισιδαιμονιών και προκαταλήψεων; Φυσικά και όχι.


Οι 7 επιστήμονες που ανέπτυξαν τις ανησυχίες και τις απόψεις τους στο τεύχος της 26 Ιουλίου 2008, του NewScientist, προσπαθούν να δουν το φαινόμενο από διαφορετικές σκοπιές, συγκεκριμένα της φιλοσοφίας, της νευροεπιστήμης, της θρησκείας, της ψυχολογίας και να προβούν σε επανακαθορισμό και διεύρυνση του ορισμού της ορθολογικότητας ώστε να συμπεριλάβει μεγαλύτερες κατηγορίες, (σσ. 51-53).



ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΟΝ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟ ;


Επί του παρόντος, ας εξετάσουμε την πιθανότητα ο άνθρωπος να μην αποτελεί by default, την απόλυτη ενσάρκωση του ορθού λόγου, να μην είναι το ον που βάσει της λογικής κάνει τις πιο ορθολογικές επιλογές στη ζωή του και που πάντοτε δρα ως προς το μέγιστο των συμφερόντων του. Δηλαδή, να μην είναι εν τέλει ο Homο Economicus, αυτός τον οποίον περιγράφουν και στον οποίο αναφέρονται σωρηδόν τα μοντέλα των οικονομολόγων.

Αν πάρουμε, σαν παράδειγμα, το οικονομικό κέρδος σε σχέση με το αίσθημα δικαίου, τότε βλέπουμε ότι το δεύτερο έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να υπερισχύσει στην τελική απόφαση κάποιου. Είναι γνωστό στους οικονομολόγους το Ultimatum Game, όπου κάποιος έχει ένα ποσό να μοιράσει ανάμεσα στον εαυτό του και έναν άλλον. Αν η προσφορά είναι μικρή, ο άλλος έχει πολλές πιθανότητες να αρνηθεί την προσφορά και να μην πάρει τελικά τίποτε στα χέρια του.


Η αιτία;


Το αίσθημα του αλτρουισμού που αναπτύχθηκε ήδη από τους Παλαιολιθικούς χρόνους, και το οποίο επέτρεψε στις ομάδες να αυτοσυντηρούνται και να βρίσκονται σε αρμονία, («Θα σου ξύσω την πλάτη, εφ όσον μου ξύσεις τη δική μου»). Η ηθική αίσθηση του δικαίου που δημιουργήθηκε, εντυπώθηκε (hard wired) στον εγκέφαλο μέχρι σήμερα και είναι ένα συναίσθημα που το μοιραζόμαστε όχι μόνο με όλους τους ανθρώπους, τόσο στις δυτικές όσο και στις λιγότερο ανεπτυγμένες κοινωνίες, αλλά και με τα πρωτεύοντα θηλαστικά.


Το συμπέρασμα που βγαίνει στην περίπτωση αυτή, είναι ότι η ορθολογικότητα ενός ατόμου δεν καθοδηγείται από έναν στείρο οικονομισμό, αλλά αποκτά ένα ευρύτερο περιεχόμενο, το οποίο λαμβάνει υπ’ όψιν του τις ανάγκες της ομάδας συνολικά για να δράσει και το οποίο περιεχόμενο οφείλουμε να της ξαναδώσουμε. Οι άνθρωποι, λέει ο βιοηθικός Tom Shakespear, στη σελίδα 48, δεν κατανοούν τον κόσμο βάσει της ξερής λογικής και μόνο, αλλά και μέσα από ιστορίες, αφηγήσεις, το συναίσθημα και τη φαντασία, με τέτοιο τρόπο ώστε οι προσλήψεις τους να είναι και εμπειρικά ακριβείς και να υποστηρίζονται από τη Λογική.


Για τον ρόλο του αλτρουισμού σε σχέση με τον ανταγωνισμό στην εξέλιξη, αναφερθήκαμε στο Πρώτο Παράδειγμα της ανάρτησης «Ιδεολογία και Επιστημονικές Θεωρίες».


Άλλο παράδειγμα, είναι από το άρθρο του Chris Frith, σ. 45, στο ίδιο τεύχος του NewScientist. Σήμερα, κοινό συμπέρασμα ανάμεσα στους νευροφυσιολόγους είναι ότι λίγες μόνον από τις διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στον εγκέφαλό μας, (αυτές της «υψηλότερης κλίμακας») είναι σε συνειδητό επίπεδο. Οι περισσότερες διεργασίες οι οποίες και καθορίζουν στο σύνολό τους την τελικά μας απόφαση, δεν γίνονται αντιληπτές. Η Λογική απουσιάζει από αυτές τις ενδιάμεσες επιλογές του εγκεφάλου, και εμφανίζεται μόνον a posteriori για να δικαιολογήσει την ήδη ειλλημμένη απόφαση, πολλές φορές σε σύγχυση ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα. Αυτό συμβαίνει, γιατί ο εγκέφαλος είναι πολύ καλύτερος στο να παίρνει υπ’ όψιν του πολλές διαφορετικές περιπτώσεις όταν δεν δίνει λογαριασμό στη συνείδηση. Νομίζω ότι αυτό είναι αρκετά κατανοητό και από ιδίαν πείρα. Ίσως, όλη αυτή τη διαδικασία να την ονομάζουμε διόραση ή ενόραση, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι κάτι χωρίς υλικό υπόβαθρο, δηλαδή τον εγκέφαλο και τις νευρωνικές του λειτουργίες.

Επίσης ο ρόλος της Λογικής είναι να επιλέγει ανάμεσα σε διαφορετικές εκδοχές δράσεις, διαδικασία η οποία αποτελεί και τη βάση της μάθησης.




ΥΓ. Η Γκραβούρα (Plate 43) "The sleep of reason produces monsters" είναι του Goya

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2008

Οι Περιπέτειες του Ορθού Λόγου



Η εφαρμογή του Ορθού Λόγου, των κανόνων, δηλαδή, της τυπικής λογικής στις κρίσεις μας δεν αποτελούσε πάντοτε αυτονόητο εργαλείο. Ούτε επίσης το περιεχόμενο του Λογικού παρέμεινε αμετάβλητο στους χρόνους που πέρασαν.

Ο Ορθός Λόγος, μπορούμε να πούμε ότι «ανακαλύφτηκε» από τους αρχαίους Έλληνες στον καιρό της δόξας τους, και ότι με τη χρήση αυτού μπόρεσαν να παράγουν έργα θεατρικά, ποιητικά, φιλοσοφικά, επιστημονικά χωρίς να χρειαστεί να καταφύγουν στα δεκανίκια έξωθεν δυνάμεων, αποκαλύψεων, μυστηρίων, δεισιδαιμονιών και προλήψεων.

Η παρακμή του ελληνισμού συνοδεύεται μοιραία και με την εξορία και παρακμή του ορθολογισμού, εποχή που συμπίπτει με την άνοδο και επικράτηση του χριστιανισμού και που συνιστά τον πρώιμο Μεσαίωνα. Το νέο παράδειγμα που κυριαρχεί είναι αυτό της πίστης, του δόγματος, της σωτηρίας της ψυχής, της εξ’ αποκαλύψεως αλήθειας αντί της κριτικής σκέψης. Η Θεολογία πλέον ταυτίζεται με τη Φιλοσοφία που σε αντίθεση με αυτήν, εδράζεται σε ένα στενό πυρήνα ανορθολογισμών, αποκλεισμένων από κάθε λογική διερεύνηση. Ο Ορθός Λόγος χάνει την πρωτεύουσα θέση του στο Μεσαιωνικό αξιακό σύστημα, εκτοπιζόμενος από την Πίστη, σαν ιεραρχικά ανώτερη δύναμη προσέγγισης της αλήθειας.


Η επαναεισαγωγή της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στην Ευρώπη από τους Άραβες, με την κατάκτηση και κατοχή της Ιβηρικής, γίνεται κατά τον 8ο αιώνα, ενώ η προσπάθεια συμβιβασμού Πίστης και Λογικής και το πάντρεμα του Αριστοτελικού εμπειρισμού με το θεολογικό λόγο γίνεται αρκετά αργότερα, κατά τον 13ο αιώνα, με τον Θωμά Ακυινάτη. Από κει και πέρα, ο χρόνος αρχίζει να κυλά αντίστροφα πλέον για την πρωτοκαθεδρία της Πίστης.



Ο Ορθός Λόγος ξαναστήνεται, έμπλεος δόξης πλέον, στο βάθρο του κατά την Αναγέννηση και μετέπειτα στο Διαφωτισμό, (16ο-18ο αιώνα), με το να παίζει πρωτεύοντα ρόλο στη ρύθμιση της συμπεριφοράς των ανθρώπων, των μεταξύ τους σχέσεων και των σχέσεών τους με τη φύση. Η περαιτέρω έκρηξη των φυσικών επιστημών και πολύ αργότερα της τεχνολογίας θα του αποδώσει περισσότερα διαπιστευτήρια στα χρόνια που έρχονται.


Η υπέρμετρη όμως πίστη σε κάτι, στην προκειμένη περίπτωση στο Λογικό, δεν μπορεί παρά να γεννήσει αντίρροπες σκέψεις και δυνάμεις. Το ρομαντικό κίνημα κατά το 18ο-19ο αιώνα δεν αποτελεί παρά κίνημα εξύμνησης εννοιών και ιδιοτήτων παραγκωνισμένων από την ορθολογιστική λαίλαπα, όπως τα συναισθήματα, η φαντασία, το όνειρο, το ένστικτο, η διόραση.


Τόσο ο ύστερος 19ος όσο και ο πρώιμος 20ος αιώνας σημαδεύονται από την πάλη του ορθολογικού και του ρομαντικού στοιχείου, απόρροια της οποίας είναι διάφορα επί μέρους κινήματα και στάσεις. Ο σουρεαλισμός, για παράδειγμα, στις αρχές του 20ου αιώνα, δεν είναι παρά μια ρομαντική αντίδραση στην εξύμνηση της ψυχρής λογικής, σαν του μοναδικού και αξιόπιστου παράγοντα πρόσληψης και εξήγησης του κόσμου, είτε του φυσικού, είτε των κοινωνιών. Από την άλλη μεριά, η ανάδυση και επικράτηση της «τεχνοκρατικής» λογικής, στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα, δεν είναι παρά απόρροια της εκρηκτικής ανάπτυξης της τεχνολογίας και του νέου τρόπου οργάνωσης των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων.

Μέσα από την συνοπτική και αναπόφευκτα σχηματική αυτή ανασκόπηση, βλέπουμε την πορεία της Δύσης μέσα από διαδοχικούς κύκλους ορθολογικών και ανορθολογικών στάσεων, με πότε τη μία και πότε την άλλη στάση να κυριαρχεί.


Θα φανεί ίσως αρκετά παράξενο, αλλά το περιεχόμενο του Ορθού Λόγου δεν παρέμεινε αμετάβλητο στο χρόνο, καθώς αλλιώς αντιλαμβάνονταν το λογικό οι αρχαίοι μας πρόγονοι, αλλιώς οι μεσαιωνικοί συνάνθρωποί μας, αλλιώς ο Καρτέσιος και αλλιώς οι συγκαιρινοί μας. Για παράδειγμα, αν ο Ορθός Λόγος αποτελεί προϋπόθεση Ελευθερίας, στους αρχαίους ημών προγόνους, η ελευθερία εκλαμβανόταν στην αρνητική της εκδοχή, δηλαδή σαν «ελευθερία από» δουλεία, κ.λ.π., ενώ στον νεωτερικό άνθρωπο σαν «ελευθερία για να...», δηλαδή στην θετική της εκδοχή.

Δηλαδή, στην ερώτηση «τί είναι Λογικό;» καθ’ ένας απ’ αυτούς τους ιστορικούς ανθρώπους θα έδινε και διαφορετική απάντηση.

Οι διάφοροι τύποι της λογικής διαφέρουν ως προς τα αξιολογικά, μεθοδολογικά και διανοητικά τους εργαλεία και στο πώς κατανοούν τις σχέσεις ανάμεσα στο νου, τις επιθυμίες και τα συναισθήματα.

Παρά ταύτα, σε όσους συνεχίζουν ακράδαντα να πιστεύουν σε μια γραμμική και απαρέγκλιτη πορεία της Ιστορίας προς ό,τι φαντασιώνονται ότι συνιστά Πρόοδο ή τελική λύση, με την επικυριαρχία του Ορθολογικού επί των σκοτεινών δυνάμεων, θα ήθελα να επισημάνω ότι το Ανορθολογικό είναι όχι μόνο προ των πυλών, μα τις έχει ήδη διαβεί με όλη την ορμή και τον κουρνιαχτό μιας Μεσαιωνικής λεγεώνας.

Ήδη τις τελευταίες δεκαετίες, η αναβίωση και η επέλαση ενός εσμού ανορθολογισμών, όπως αστρολογία, ανατολικός μυστικισμός, ενεργειακή ιατρική, ομοιοπαθητική, ψευδοθρησκευτικές ή ημιεπιστημονικές θεραπείες, πνευματισμός, γιόγκα, κ.λ.π., δεν μπορεί να ιδωθεί παρά σαν αντίδραση στο βάρος και τον αντιανθρωπισμό του « Εργαλειακού/Τεχνοκρατικού Λόγου », ο οποίος και φέρεται σαν η κακέκτυπη, διαστρεβλωμένη εκδοχή του Ορθού Λόγου στη σύγχρονη εποχή.

Τί είναι όμως λογικό;
Μπροστά στην αμηχανία που γεννά η ερώτηση, ο μέσος άνθρωπος σήμερα, θ’ απαντήσει ότι λογικό είναι ό,τι χρήσιμο, ό,τι εξυπηρετεί τον ίδιο και την κοινωνία, εφ’ όσον φυσικά αποτελεί μέλος της. Αυτός ο τύπος λογικής όμως, που ασχολείται με τα μέσα και όχι με τους σκοπούς, θεωρώντας τούς τελευταίους λογικούς εφ’ όσον εξυπηρετούν δικές του επιδιώξεις, είναι τελείως ξένος με τον τύπο εκείνο της λογικής που πρεσβεύει ότι ένας στόχος μπορεί να είναι λογικός καθ’ εαυτόν, χωρίς απαραίτητα ν’ αναφέρεται σε κάποιο είδος υποκειμενικού κέρδους, (Δείτε, Max Horkheimer, «Η έκλειψη του Λόγου», εκδ. Κριτική, 1987). Ο τελευταίος αυτός τρόπος σκέψης απαντάται στα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα του Πλάτωνα και Αριστοτέλη και στον Γερμανικό Ιδεαλισμό και είναι φανερό ότι είναι παντελώς ξένος με τον τρέχοντα τρόπο κατανόησης της λογικότητας μιας πράξης για παράδειγμα.


Τι είναι ο Εργαλειακός Λόγος;
Είναι το είδος εκείνο της ορθολογικότητας που ασκούμε όταν υπολογίζουμε την οικονομικότερη προσαρμογή των μέσων σ’ ένα δεδομένο σκοπό. Η μεγίστη αποδοτικότητα, η καλύτερη αναλογία κόστους/αποτελέσματος είναι το κριτήριο επιτυχίας της. Ακόμη, ο Εργαλειακός Λόγος, βάζει στον πυρήνα του μια ανορθολογική, αλλά πάντα υστερόβουλη, αρχή την οποία κατόπιν θέλει να εξυπηρετήσει με ορθολογικό τρόπο.

Τρίτη 8 Απριλίου 2008

ΤΑ ΝΕΑ ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ


Όταν καμιά φορά τυχαίνει να αξιολογούμε και να αναλύουμε συμπεριφορές και καταστάσεις, πολύ συχνά συμβαίνει να ξεχνούμε να αναστοχαστούμε πάνω στο είδος των συλλογισμών και επιχειρημάτων που επιστρατεύουμε γι’ αυτή τη δουλειά, διότι, εφ’ όσον δεν καταπατούμε τους νόμους της Λογικής, θεωρούμε δεδομένο πως ό,τι εκφράζουμε, αυτόματα νομιμοποιείται από το κύρος και την αδιαμφισβήτητη Αλήθεια που κομίζει ο «κοινός νους» και η «κοινή λογική». Αυτή η βεβαιότητα δεν κατεβαίνει βέβαια από τον ουρανό, αλλά ενισχύεται και παγιώνεται από τη διαπίστωση ότι και οι περισσότεροι από τους πλησίον μας διαθέτουν το ίδιο οπλοστάσιο κοινών αληθειών, οπότε βάσει της αρχής της πλειοψηφίας συμπεραίνουμε ότι δεν μπορεί παρά κι εμείς να έχουμε δίκαιο στον τρόπο που κατανοούμε και ερμηνεύουμε τα πράγματα.


Το «Αυτονόητο» όμως εμπεριέχει παγίδες, με την έννοια ότι δεν εκφράζει αμετάκλητες και αιώνιες Αλήθειες αλλά μόνον τις τρέχουσες, οι οποίες και αποτελούν τους κοινούς τόπους της συγκεκριμένης εποχής με τις ιδιαίτερες κοινωνικο-πολιτικές συνιστώσες. Οι τρόποι σκέψης, οι ιδέες, οι νοοτροπίες οι αξίες, η ηθική, ακόμη και το τι νοείται ως ορθολογικό έχουν ιστορική και όχι υπερ-ιστορική ή υπερ-τοπική ισχύ και υπόσταση.


Η εποχή μας, που εν πολλοίς χαρακτηρίζεται ως Μετανεωτερική, έχει την αξιοζήλευτη ιδιαιτερότητα να μας καθιστά μάρτυρες ενός νέου τρόπου σκέψης που άρχισε να εξυφαίνεται και να εγκαθίσταται σχετικά πρόσφατα, τις τελευταίες μόλις δεκαετίες, και που παλεύει ν’ αντικαταστήσει έναν προηγούμενο τρόπο σκέψης, γέννημα και θρέμμα της Νεωτερικότητας, μιας εποχής δηλαδή που άρχισε χοντρικά με τον Διαφωτισμό και συνεχίστηκε μέχρι, ας πούμε, τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο. Μιας και οι κοινωνίες βρίσκονται στο μεταίχμιο σημαντικών αλλαγών, είναι ενδιαφέρον να εντοπίσουμε τους χώρους όπου ο καινούργιος τρόπος σκέψης φαίνεται να κερδίζει έδαφος.


Ένας τέτοιος χώρος σχετίζεται με την μετάθεση υπαιτιοτήτων και αρμοδιοτήτων από την κοινωνία στο άτομο, δηλαδή, με την βαθμιαία υποβάθμιση στις συνειδήσεις, της δυνατότητας που έχει ο κοινωνικο-πολιτικός παράγοντας να καθορίζει τις ατομικές διαδρομές και συμπεριφορές. Προς τούτο, ας δώσω δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα.


Το ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, που σχετίζεται με την μεταβίβαση υπαιτιοτήτων και ενοχών, αφορά στην πρόσληψη της φτώχειας και του φτωχού. Τόσο στην Ελληνική όσο και στην πρόσφατη Ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη η φτώχεια αποτελούσε δυσάρεστο κοινωνικό φαινόμενο, επειδή αντανακλούσε την αποτυχία της κοινωνίας να εξασφαλίζει όχι μόνο ίσες ευκαιρίες αλλά και ίσα αποτελέσματα στα μέλη της. Εξ ου και η εγκαθίδρυση στην μεταπολεμική Ευρώπη του κοινωνικού κράτους πρόνοιας, του αναδιανεμητικού ασφαλιστικού συστήματος αλλά και της υψηλής φορολογίας των φυσικών προσώπων, τρόποι με τους οποίους η κοινωνία συναινούσε στη μεταφορά πόρων από τους ισχυρότερους προς τους οικονομικά ασθενέστερους.
Σύμφωνα όμως με το νέο «Αυτονόητο», δεν είναι οι κοινωνίες υπεύθυνες για την φτώχεια που παράγουν, αλλά τα ίδια τα άτομα. Οι κοινωνίες τώρα δεν υποχρεούνται να παρέχουν ίσα αποτελέσματα, αλλά μόνον ίσες ευκαιρίες. Η ευθύνη για το αν κάποιος, που γεννήθηκε στο Harlem δεν κατάφερε να γίνει κάτι εξ ίσου σπουδαίο με αυτόν που γεννήθηκε στο Beverly Hills, εφ’ όσον αμφότεροι έχουν πρόσβαση στη ίδια εκπαίδευση, δεν αποδίδεται πλέον στην ύπαρξη του Harlem αλλά στην ανικανότητα του ιδίου και μόνον ατόμου.


Το ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ που σχετίζεται με τη μετάθεση αρμοδιοτήτων, αφορά στην υπερβολική έμφαση που αποδίδεται εσχάτως στη δύναμη του νου και την ατομική θέληση, σαν τις κυρίαρχες συνιστώσες για την επίτευξη στόχων, επίλυση προβλημάτων έως και τον τηλεπαθητικό επηρεασμό εκβάσεων προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Η τρέχουσα κουλτούρα με το να βρίθει από προτρεπτικά συνθήματα, όπως «Μπορείς να...», δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας έωλης τελικά παντοδυναμίας στα άτομα, απαιτεί δυσανάλογη ανάληψη ευθυνών από αυτά, ευθύνες που προηγουμένως αποδίδονταν στην κοινωνία, τα εξατομικεύει, τα αποκόβει από τον κοινωνικό ιστό, και έχει σαν αποτέλεσμα την απενοχοποίηση των δημόσιων πολιτικών για τις κοινωνικές επιπτώσεις που επιφέρουν, την παράκαμψη της Πολιτικής και τη διατήρηση του status quo.


Τα προηγούμενα παραδείγματα, πέρα από το κοινωνικό τους περιεχόμενο, δείχνουν ότι ο εκάστοτε τρόπος σκέψης που κυριαρχεί, ούτε αναλλοίωτος είναι, ούτε αποτελεί θέσφατο, αλλά είναι προϊόν συγκεκριμένων συνθηκών, ίσως και οικονομικών ή συγκεκριμένων τρόπων παραγωγής, όπως θα έλεγε και ο θείος Κάρολος.

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008

Τί είναι η Βλακεία;


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Σε πρόσφατο κείμενό μου σχετικά με την «Κουλτούρα του Φόβου» παρατήρησα ότι πολλοί από τους σχολιαστές επικεντρώθηκαν κυρίως στο φόβο των βλακών, παρά το γεγονός ότι το είδος αυτό του «εξωτικού» φόβου ουδόλως θίχτηκε ή υπαινίχτηκε μέσα στο κείμενο, που παρεμπιπτόντως κινιόταν σε τελείως διαφορετικό πνεύμα. Το γεγονός αυτό μου έστρεψε την προσοχή σε τρία πράγματα.

Πρώτον, στην αντιμετώπιση, από όλους σχεδόν, του συγκεκριμένου θέματος του Φόβου, από την ψυχολογική του σκοπιά και όχι από την κοινωνιολογική ή πολιτική που ήταν και ο στόχος του κειμένου, (γεγονός όχι άσχετο με τον επικρατούντα ψυχολογισμό), και δεύτερον στην εκδήλωση ενός νέου είδους φοβίας με ίχνη ελαφρώς ρατσιστικά, η οποία ποτέ στο παρελθόν δεν αξιολογήθηκε σαν τέτοια, μιας και οι κύριες πηγές φόβου παρέμεναν τα πυρηνικά, ο πόλεμος, ο καπιταλισμός, ο ταξικός εχθρός, η ανεργία και άλλοι περισσότερο ή λιγότερο απτοί φόβοι.

Και τρίτον, δεν μπορώ να αφήσω ασχολίαστη την έλλειψη φόβου προς τις συνέπειες της ατομικής βλακείας, αυτή την οποία φέρει ο καθένας μας και η οποία μπορώ να πω ότι είναι πρόξενος εξίσου ή πολύ μεγαλύτερων δεινών σε σχέση με τα δεινά που προκαλεί η βλακεία των άλλων.

Η μεταστροφή αυτή και η αποστροφή προς μια ορισμένη κατηγορία ανθρώπων με ιδιότυπη συμπεριφορά, με παρότρυναν στο να εντρυφήσω λίγο παραπάνω στην υφή της βλακείας. Όπως επίσης και στο γιατί οι προηγούμενοι κίνδυνοι που ανέφερα (πόλεμοι, πυρηνικά κ.λ.π.) έπαψαν να λειτουργούν εκφοβιστικά, τουλάχιστον με την ίδια ένταση που λειτουργούσαν πριν από μερικές δεκαετίες ή και λιγότερο. (Αυτό το τελευταίο θα το αφήσω για άλλη φορά).

Δυστυχώς, όπως και για τα περισσότερα πράγματα, δεν υπάρχει περιεκτικός και στρόγγυλος ορισμός. Δεν μπορούμε, επίσης, να ξεμπερδεύουμε απλά με το να ορίζουμε τη βλακεία σαν το αντίθετο της εξυπνάδας, διότι με την τρέχουσα αντίληψη, η μια έννοια δεν αποκλείει την άλλη. Πολλές φορές άνθρωποι πιστοποιημένης ευφυΐας δρουν ανοιχτά βλακωδώς. Για παράδειγμα, λέγεται, ότι ο Schroedinger είχε ανοίξει δυο τρύπες στην εξώπορτα, μια για να περνάει η μεγάλη γάτα και μια για να περνάει η μικρή. Τέλος-τέλος, δεν έχουμε ούτε ικανοποιητικό ορισμό της εξυπνάδας. Αν δεν βρω, όμως κάποιο αποδεκτό τρόπο να ορίσω τη βλακεία, πολύ φοβάμαι ότι σύντομα θα ορίσω σαν βλάκες όλους, εκτός από μένα, τους φίλους μου και τους φίλους αυτού του blog. Μάλλον unfair!

Παρά ταύτα όταν λέμε ότι «μας τη δίνουν οι βλάκες», όλοι πιστεύω ότι εννοούμε το ίδιο πράγμα.
Ποιο όμως;



ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Φυσικά όλοι συμφωνούμε ότι δεν είναι οι εκ γενετής λειψοί στο μυαλό αυτοί οι οποίοι μας ενοχλούν, ούτε και αυτοί με τον αδύναμο χαρακτήρα, την κακή κρίση, την κακή μνήμη, την αφηρημάδα, τις αδέξιες συσχετίσεις, τις παρανοήσεις, κ.λ.π. Αυτά είναι εγγενή χαρακτηριστικά και δεν θα μας απασχολήσουν. Άρα δεν πρόκειται γιαυτούς. Μήπως πρόκειται για κάποιους άλλους τους οποίους ονομάζουμε "εξυπνάκηδες", "πονηρούληδες", "καταφερτζήδες", "ξερόλες", "σφετεριστές", "ανεύθυνους", "επιπόλαιους", "συμφεροντολόγους", "ανόητους", "μικρούληδες", «χοντροκέφαλους» και άλλους τους οποίους θα θυμηθώ εν καιρώ; ‘Έχω την αίσθηση ότι η βλακεία , όπως την αντιλαμβανόμαστε είναι ένα κράμα όλων αυτών μαζί.

Σύμφωνα με την καθημερινή μας εμπειρία, βλάκας είναι επίσης αυτός με τον οποίον δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε. Αλλά επειδή « it takes two to tango», είναι αναμενόμενο ότι και ο άλλος θα έχει την ίδια ακριβώς αντίληψη με μας, δηλαδή και αυτός θα νομίζει ότι έχει να κάνει με βλάκα.



Αδυναμία συνεννόησης σημαίνει :
1) χρήση διαφόρων συμβόλων και κωδίκων που προέρχονται από διαφορετικό γνωσιολογικό και εμπειρικό υπόβαθρο. Έτσι στην περίπτωση αυτοί είμαστε και οι δυο συνένοχοι. Αλλά αδυναμία συνεννόησης σημαίνει και

2) ότι ο ένας από τους δυο μας δεν σκέφτεται λογικά που είναι άλλο πράγμα. Ενώ υπάρχει και μια τρίτη περίπτωση,

3) ο άλλος να μην πιστεύει στην αντικειμενικότητα της λογικής, δηλαδή να είναι σχετικιστής, δηλαδή να είναι ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟΣ!!!

Η ανθρώπινη βλακεία θα περνούσε απαρατήρητη αν δεν προκαλούσε ζημιά. Έτσι, ο Carlo Cipolla, καθηγητής κλασσικών Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Berkeley, σε ένα μικρό του κείμενο με τίτλο « The Basic Laws of Human Stupidity», ορίζει τον βλάκα σαν κάποιον ο οποίος προκαλεί ζημιά σε άλλους χωρίς ταυτόχρονα ο ίδιος να προσπορίζεται κάποιο κέρδος. Ή μπορεί ακόμα και να χάνει. Σύμφωνα πάλι με τον ίδιον, έξυπνος είναι αυτός ο οποίος κερδίζει χωρίς να προκαλεί καμία ζημιά, ενώ επιτήδειοι είναι αυτοί οι οποίοι κερδίζουν πάντα εις βάρος των άλλων. Τέλος, η τέταρτη κατηγορία, αυτή η οποία προκαλεί καλό στους άλλους με τίμημα τη δική της ζημιά μπορεί να καταταγεί στις τάξεις των θυμάτων ή αλτρουιστών

Εδώ θα κάνω μια μικρή παρέκβαση για να θυμίσω ότι ο Cipolla δεν είναι άλλος από τον συγγραφέα του μνημειώδους βιβλίου «Η Ευρώπη πριν από τη βιομηχανική επανάσταση: Κοινωνία και οικονομία 1000-1700 μ.Χ» για την οικονομία του μεσαιωνικού κόσμου στην Ευρώπη την οποία παρουσιάζει με πλήθος τεκμηριωμένων πινάκων, στοιχείων και αριθμών από τις εκδ. Θεμέλιο. Πολύ χάρηκα με την έκπληξη αυτή και γιαυτό την αναφέρω.

Η βλακεία είναι ανεξάρτητη από τα άλλα χαρακτηριστικά του ανθρώπου. Επίσης με τον έναν ή τον άλλον βαθμό ενυπάρχει σε όλους, επιδεικνύει δε εξαιρετικές μη γραμμικές ιδιότητες με το να μειώνεται τόσο πιο πολύ, όσο περισσότερο ο υποτιθέμενος βλάκας αντιλαμβάνεται τη βλακεία του. Αντιθέτως αυξάνεται ο βαθμός επικινδυνότητάς της όσο μεγαλώνει η άγνοια για την ύπαρξή της και η παρερμηνεία της για εξυπνάδα.

Πέρα όμως από το να ονομάζουμε τους άλλους σαν βλάκες επειδή μας ενοχλούν και μας ζημιώνουν, βλάκες έχουμε ονομάσει και τους εαυτούς μας σε πάμπολλες περιπτώσεις, όταν αποδεδειγμένα κάναμε κάτι που μας έβλαψε. Η δική μας βλακεία ορίζεται με διαφορετικά κριτήρια, αλλά επειδή δεν ήταν αυτό το είδος της βλακείας που σας κέντρισε το ενδιαφέρον, αλλά μόνον η βλακεία των άλλων, δεν προτίθεμαι ν’ ασχοληθώ με το πεδίο αυτό που είναι εξ ίσου, αν όχι πλατύτερο του προηγούμενου.

Παρά το όσα έχουν ειπωθεί μέχρις εδώ, τον ορισμό του Cipolla τον βρίσκω σχετικά λειψό, διότι δεν προσδιορίζει τις αιτίες που κάνουν τους επονομαζόμενους βλάκες να σκέφτονται με ένα συγκεκριμένο τρόπο και εξ αιτίας αυτού να προκαλούν ζημιά. Αυτό θα εξεταστεί εν συντομία στην παρακάτω ενότητα, στις «γενεσιουργές αιτίες της βλακείας».

ΓΕΝΕΣΙΟΥΡΓΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Η βλακεία που προκαλεί ζημιά προέρχεται από την υπερβολική προσκόλληση σε ένα ιδεολογικό σχήμα, στις οδηγίες και τους κανόνες του. Ένα ιδεολογικό σύστημα λειτουργεί όπως και ένα σύστημα πίστης επομένως ευνουχίζει και καταργεί την κατανόηση, την πρωτοβουλία και την ευελιξία στην αντίληψη και δράση. Το γιατί δε οι άνθρωποι προσκολλώνται σε ιδεολογικά συστήματα είναι ένα κεντρικό θέμα των κοινωνικών σπουδών και δεν θα το θίξουμε τώρα εδώ. Κυρίως είναι ο φόβος και η αίσθηση ασφάλειας που παρέχει το ιδεολογικό σύστημα.

Συνήθως λέμε κάποιον βλάκα, όταν δεν μπορεί να ξεκολλήσει από κάτι που κάνει, παρά τη ζημιά που προκαλεί, είτε λόγω Φόβου, είτε λόγω Συνήθειας, είτε λόγω Άγνοιας. Επομένως, Φόβος, Συνήθεια και Άγνοια είναι τα τρία συστατικά στοιχεία που κάνουν κάποιον να λειτουργεί παράλογα και αναποτελεσματικά. Φόβος να ξεφύγει από τα πεπατημένα, και αδυναμία αλλαγής συνηθειών αντίδρασης. Για την άγνοια και την άγνοια της άγνοιας δεν έχουμε να πούμε τίποτε παραπάνω.

Το θέμα δεν κλείνει εδώ. Θα επανέλθω στα επόμενα. Κυρίως όμως περιμένω τα δικά σας σχόλια.