Με το παρόν σημείωμα θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι πλανάστε πλάνη μεγάλη και ότι 15 φιλόσοφοι και 29 συγγραφείς σπεύδουν να επιβεβαιώσουν του λόγου το αληθές, ότι δηλαδή τα βιβλία χειραγωγούν, ευνουχίζουν και ότι αποτελούν όντως κίνδυνο για τη δράση, τη σκέψη, τη μνήμη, την επαφή με τα συναισθήματα και την πνευματική και συναισθηματική υγεία της ανθρωπότητας εν γένει.
Η σχέση της ανθρωπότητας με τα βιβλία δεν μετράει πολύ χρόνο, σε αντίθεση με την περίοδο της προφορικότητας που κράτησε για καιρό ακόμα και μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας. Διότι για δεκάδες χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι αφηγούνταν ιστορίες, μυθολογίες και μετέδιδαν θρησκευτικές και μαγικές γνώσεις που έχουν φτάσει ακόμα και ως εμάς. Μπορεί οι άνθρωποι να έμαθαν πρόσφατα να διαβάζουν, άλλοι δεν το έχουν ακόμα κατορθώσει, αλλά μπορούσαν πάντοτε να χορεύουν και να τραγουδούν και να αφηγούνται.
Ο Πλάτων παρά το ογκώδες συγγραφικό του έργο, παρουσιάζεται στον Φαίδρο σαν ο υπερασπιστής του προφορικού λόγου με ισχυρότατα επιχειρήματα.
Αντίθετα, η προφορική ανταλλαγή επιτρέπει την άμεση αμφισβήτηση, τον αντίλογο και τη διόρθωση. Επιτρέπει σ’ εκείνον που διατυπώνει την πρόταση ν’ αλλάξει γνώμη, να κάνει πίσω αν χρειαστεί, και να εκθέσει τις θέσεις του υπό το φως μιας έρευνας από κοινού και μιας εξερεύνησης που θα έχει γίνει με πολλούς. Συνοπτικά, η προφορικότητα διεκδικεί την αλήθεια, την εντιμότητα της αυτοδιόρθωσης, τη δημοκρατία.
Ο προφορικός λόγος μεταφέρει τη βιωμένη εμπειρία του παρελθόντος, η οποία με τον τρόπο αυτό μεταμορφώνεται σε παρόν. Αντιθέτως, άπαξ και εγκλωβιστεί στις γραμμές ενός βιβλίου απολιθώνεται και χάνει την αμεσότητα της απ’ ευθείας μετάδοσης.
Μια άλλη αντίρρηση του Πλάτωνα σχετικά με τον γραπτό λόγο, έχει να κάνει με την σταδιακή απώλεια της μνήμης, την οποία, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, ο γραπτός λόγος κατατρώγει σαν το σαράκι. Ίσως, γι αυτό το λόγο, παρατηρείται τελευταία αύξηση των περιστατικών με Alzheimer, εξ αιτίας δηλαδή της αύξησης της αναγνωσιμότητας, σε αντίθετα με τα τελευταία επιστημονικά πονήματα που πρεσβεύουν ότι η ανάγνωση βοηθάει στην εξάσκηση και την ενδυνάμωση της μνήμης.
Η μοντέρνα εκπαίδευση μοιάζει όλο και περισσότερο με θεσμοθετημένη αμνησία. Αφήνει κενό το μυαλό του παιδιού από κάθε βιωμένη αναφορά. Περιορίζει το χρόνο στη στιγμή και ενσταλάζει ακόμα και στα όνειρα, αυτό το μάγμα ομοιογένειας και οκνηρίας.
Αργότερα στα ένδοξα πρωτοχριστιανικά χρόνια, οι ερημίτες, με ελάχιστες εξαιρέσεις έφριτταν με τα βιβλία, και με κείνους που τα μελετούσαν. Η αδιάκοπη κυκλικότητα της προσευχής, η ταπείνωση της σάρκας και η πειθαρχία του στοχασμού λίγο χώρο άφηναν στην πολυτέλεια της ανάγνωσης, ή τουλάχιστον την έκαναν να φαίνεται εξαιρετικά καταστροφική.
Στην μετά τον Έρασμο χρυσή εποχή του βιβλίου αναπτύχθηκαν δυο κυρίως ρεύματα αμφισβήτησης του βιβλίου, σε οντολογικό θα έλεγα επίπεδο, (το οποίο είναι και αυτό που μ’ ενδιαφέρει), και όχι στη βάση κάποιου βλαπτικού για την εξουσία περιεχομένου.
Το πρώτο, θα μπορούσε να ονομαστεί «ακραίο ποιμενικό» και εκπροσωπείται από τον Ρουσώ και τον Γκαίτε, σύμφωνα με τον οποίον, «το δέντρο της σκέψης και της μελέτης παραμένει αιωνίως γκρίζο, ενώ το αντίστοιχο της εν δράσει ζωής, της ζωής-δύναμης και της ζωογόνου ορμής είναι πράσινο». Στην πραγματικότητα ολόκληρος ο ρομαντισμός διακατέχεται από αυτό το δόγμα της προσωπικής εμπειρίας «Το να αφήσουμε τα βιβλία να επηρεάζουν τη ζωή μας ή κάποιο ουσιώδες κομμάτι της, είναι για μας σαν να παραιτούμαστε ταυτοχρόνως από τους κινδύνους αλλά και από την έκσταση που προκαλεί αυτή η πρωτογενής, πρώτη επαφή με τα πράγματα».
Το δεύτερο κύμα αμφισβήτησης θέτει ερωτήματα όπως: «ως προς τι τα βιβλία μπορούν να υπηρετήσουν την ανθρωπότητα που υποφέρει:» και εκπροσωπείται από κάποιους ρώσους αναρχικούς και μηδενιστές στην καμπή του 19ου αιώνα (τους Ναρόντνικους;), αλλά και από τον Τολστόι, όταν σε κάποια στιγμή αποκηρύσσοντας τα μυθιστορήματά του είπε: « η υψηλή λογοτεχνία άσκησε καταστροφική επιρροή επιδρώντας στον αυθορμητισμό, στην ηθική υπόσταση ανδρών και γυναικών. Υποστήριξε τις έννοιες του ελιτισμού, της υπακοής στην εγκόσμια εξουσία, ευνόησαν ένα απατηλό εκπαιδευτικό σύστημα και τη διαστροφή της ελαφρότητας.
Και πάλι στη Ρωσία οι λενινιστές και οι φουτουριστές ποιητές ζήτησαν να καταστραφούν δια πυρός οι βιβλιοθήκες που κρύβουν όλο το δηλητήριο του παρελθόντος, μαραίνουν την ψυχή και ευνουχίζουν τη φαντασία και πάει λέγοντας.
Δεν θα ήθελα να επεκταθώ στο κάψιμο των βιβλίων σε διάφορες περιόδους της ιστορίας από φονταμενταλιστές κάθε πλευράς, για το λόγο ότι οι πράξεις αυτές καθοδηγούνταν όχι από ολοκληρωτική άρνηση των βιβλίων, αλλά από ένα ορισμένο τους περιεχόμενο το οποίο οι εκάστοτε εξουσίες πολιτικές ή θρησκευτικές έκριναν επικίνδυνο για τις μάζες.
Όλα όσα παρατέθηκαν στις παραπάνω γραμμές, δηλαδή σκέψεις και παρατηρήσεις μεγάλων ποιητών και φιλοσόφων, δεν έρχονται παρά σαν επίρρωση των επιχειρημάτων που ανέπτυξα σε προηγούμενη ανάρτηση. Αν θελήσετε να τα αγνοήσετε ή να τα απορρίψετε θα πρέπει να εξηγήσετε σαφώς τους λόγους που σας οδηγούν να το πράξετε, όπως επίσης και το αντίθετο, το γιατί δηλαδή σε άλλες περιπτώσεις, άλλες ρήσεις των εν λόγω ποιητών και φιλοσόφων χρησιμοποιούνται προς επικύρωση κάποιων άλλων λεγομένων σας.
Για να είμαστε δίκαιοι δηλαδή και όχι καιροσκόποι....
ΥΓ. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ανάρτησης οφείλεται στο βιβλίο του George Steiner, «Η σιωπή των Βιβλίων» από τις εκδόσεις ΟΛΚΟΣ.